Ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη των «τεράτων» της νέας χημικής εποχής έχει καταστεί έπειτα από δεκαετίες μόλυνσης ο Θερμαϊκός κόλπος. Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί που τον κατακλύζουν έχουν γίνει ανθεκτικοί στις… τοξικές επιθέσεις, μεταλλάσσονται, επιβιώνουν και αναπτύσσονται. Την ίδια ώρα κάθε άλλη μορφή ζωής σβήνει. Η υψηλή μικροβιακή μόλυνση και η σοβαρή χημική ρύπανση που ανίχνευσαν οι επιστήμονες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) εξαπλώνονται σε όλο και ευρύτερες περιοχές του κόλπου και εξαφανίζουν κάθε θαλάσσιο οργανισμό – στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης έχει παρατηρηθεί προ πολλού απουσία κάθε μορφής βενθικών οργανισμών.


Οι εστίες της μικροβιακής μόλυνσης εντοπίζονται στα δέλτα των ποταμών Αλιάκμονα, Αξιού, Γαλλικού και Λουδία και των καναλιών που καταλήγουν στον κόλπο, καθώς και στην περιοχή δυτικά των λιμενικών εγκαταστάσεων της Θεσσαλονίκης (Καλοχώρι, παλιά βυρσοδεψεία, Βιολογικός κτλ.) και πριν από τον αερολιμένα, στις εκβολές χειμάρρου μετά τη βιομηχανία Βιαμύλ.


Οσο για τη χημική ρύπανση, στα δείγματα ιζημάτων οι συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων – καδμίου, μολύβδου, χρωμίου και χαλκού – είναι εξαιρετικά υψηλές. Στο τέλος της άνοιξης τα ύδατα του Θερμαϊκού «εμπλουτίζονται» επίσης από νιτρικά και φωσφορικά άλατα, κυρίως στα δυτικά του κόλπου όπου εισρέουν νερά από τα ποτάμια και τα αποστραγγιστικά κανάλια. Ακόμη στα ιζήματα ανιχνεύθηκαν υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών που έχουν απαγορευθεί εδώ και δεκαετίες, PCBs (κλοφέν) και πολλές άλλες τοξικές ουσίες. Ειδικά στο λιμάνι στα δείγματα που ελέγχθηκαν προσδιορίστηκαν αρωματικοί υδρογονάνθρακες σε συγκεντρώσεις που είναι δεκαπλάσιες ως και εκατονταπλάσιες από τις μέσες φυσικές συγκεντρώσεις.


Ο Θερμαϊκός έχει δεχθεί τα τελευταία χρόνια σημαντικές περιβαλλοντικές πιέσεις εξαιτίας των ποικίλων βιομηχανικών δραστηριοτήτων, του ρυπασμένου φορτίου των ποταμών που εκβάλλουν στον κόλπο, των ως πρόσφατα ανεπεξέργαστων οικιακών λυμάτων, καθώς και της αυξημένης αγροτικής παραγωγής – και κατ’ επέκταση της χρήσης φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων – σε περιοχές γύρω από τον κόλπο. Το Εργαστήριο Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του ΑΠΘ (με επιστημονικό υπεύθυνο τον διευθυντή του Εργαστηρίου, καθηγητή κ. Κ. Φυτιάνο) σε συνεργασία με το υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης ανέλαβε την παρακολούθηση της ρύπανσης των ιζημάτων, του νερού, αλλά και διαφόρων έμβιων οργανισμών για βαρέα μέταλλα, οργανικές ουσίες, καθώς και για ορισμένες μικροβιολογικές παραμέτρους.


Οι δειγματοληψίες σε 50 σημεία του Θερμαϊκού κόλπου ξεκίνησαν πέρυσι τον Ιούνιο και θα ολοκληρωθούν τον ερχόμενο Ιούλιο. Οπως προέκυψε από την επεξεργασία των πρώτων δεδομένων, τα βασικότερα βαρέα μέταλλα που ανιχνεύονται σε υψηλές συγκεντρώσεις στα ιζήματα του Θερμαϊκού είναι το κάδμιο, ο μόλυβδος, το χρώμιο και ο χαλκός.


Στην περιοχή του λιμανιού οι συνθήκες μπορούν να χαρακτηριστούν αζωικές λόγω απουσίας κάθε μορφής βενθικών οργανισμών – υπολείμματα κελυφών δείχνουν ότι κατά το παρελθόν αφθονούσαν στην περιοχή. Σήμερα όμως όχι. Προφανώς, όπως σημειώνουν οι ειδικοί, η ρύπανση δεν το επιτρέπει. Το ίζημα εμφανίζει έναν μαύρο χρωματισμό και υψηλές περιεκτικότητες σε TPHs (ολικούς πετρελαϊκούς υδρογονάνθρακες, βαρέα μέταλλα και οργανικά), χαρακτηριστικά που καταδεικνύουν ένα εξαιρετικά ρυπασμένο υπόστρωμα.


Στις ανατολικές ακτές (στο ύψος του εργοστασίου Βιαμύλ) καταγράφονται υψηλές συγκεντρώσεις φωσφόρου, ενώ στις εκβολές των ποταμών, στο Καλοχώρι και στη Θέρμη, εντοπίστηκαν υψηλές συγκεντρώσεις αμμωνίας που προέρχονται από ακατέργαστα αστικά λύματα.


Στις εκβολές του Αξιού ανιχνεύτηκαν σχετικά αυξημένες συγκεντρώσεις ορισμένων δραστικών ουσιών (όπως των παρασιτοκτόνων Atrazin, Simazine κτλ.). Από τα οργανοχλωριωμένα φυτοφάρμακα τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις εμφανίζει το DDE, το οποίο είναι φυσικός μεταβολίτης του γνωστού DDT, η χρήση του οποίου απαγορεύθηκε τη δεκαετία του ’70. Επίσης ανιχνεύονται και ορισμένα άλλα οργανοχλωριωμένα όπως το Lindane, το Dieldrin, Aldrin, Heptachlor – πολλά από αυτά (π.χ., το Heptachlor) είναι απαγορευμένα πολλές δεκαετίες τώρα στην Ελλάδα και η παρουσία τους υποδηλώνει πιθανώς διασυνοριακή ρύπανση. Τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCBs, γνωστά με την εμπορική τους ονομασία κλοφέν) και οι πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες (PAHs) εμφανίζουν πολύ υψηλή συσσώρευση στα ιζήματα του λιμανιού της Θεσσαλονίκης σε συγκεντρώσεις 10-50 φορές πάνω από άλλες περιοχές. Μετρήθηκαν τιμές ως και 33 μg/L PCBs και 25 μg/L ΡΑ Hs σε παράκτια ιζήματα στο ύψος της Αριστοτέλους.


Σε γενικές γραμμές, σύμφωνα με τον κ. Φυτιάνο, η ρύπανση που δέχεται το ευαίσθητο οικοσύστημα του Θερμαϊκού προέρχεται κυρίως από τις γεωργικές δραστηριότητες (έχει υπολογιστεί ότι περίπου το 1/3 της ρύπανσης του κόλπου προκύπτει από αγροτικές δραστηριότητες), αστικά λύματα του πολεοδομικού συγκροτήματος και των γύρω οικιστικών περιοχών, εισροές κυρίως του ποταμού Αξιού και από βιομηχανικές δραστηριότητες περιμετρικά του κόλπου.


* Μια θάλασσα …μικρόβια


Πέντε εστίες μόλυνσης εντόπισαν οι επιστήμονες στα νερά του Θερμαϊκού κόλπου. Οι τρεις βρίσκονται στις δυτικές ακτές και εντοπίζονται στα σημεία των ποταμών και των καναλιών που εκβάλλουν στον κόλπο, όπου η μόλυνση των νερών από στρεπτόκοκκους κοπρανώδους προέλευσης είναι υψηλή. Οι άλλες δύο καταγράφηκαν δυτικά των λιμενικών εγκαταστάσεων της Θεσσαλονίκης (Καλοχώρι, παλιά βυρσοδεψεία, Βιολογικός κτλ.) και στην περιοχή πριν από τον αερολιμένα στις εκβολές χειμάρρου μετά τη βιομηχανία Βιαμύλ (ύψος ΙΚΕΑ). Οπως σημειώνει ο κ. Φυτιάνος, τα ρεύματα του κόλπου συντελούν στην αραίωση και στη διάχυση των μολυσματικών ουσιών στο ευρύτερο θαλάσσιο περιβάλλον του κόλπου. «Η μόλυνση των νερών εμφανίζεται στην παράκτια ζώνη σε όλο σχεδόν το μέτωπο του εσωτερικού κόλπου. Οι συνθήκες αυτές προφανώς δεν ευνοούν τη χρήση των ακτών του εσωτερικού Θερμαϊκού για κολύμβηση, αναψυχή και θαλάσσια σπορ γενικότερα» επισημαίνει ο καθηγητής.


Τα προβλήματα και οι λύσεις


Για την προστασία, τη βιώσιμη διαχείριση και την αναβάθμιση του οικοσυστήματος του Θερμαϊκού κόλπου, σύμφωνα με τον κ. Φυτιάνο, απαιτείται έλεγχος των εκροών των γεωργικών και κτηνοτροφικών υπολειμμάτων που καταλήγουν στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα και κατ’ επέκταση στο θαλάσσιο περιβάλλον.


Ακόμη η λειτουργία των Εγκαταστάσεων Επεξεργασίας Λυμάτων (ΕΕΛ) περιμετρικά του Θερμαϊκού κόλπου είναι απαραίτητο να ολοκληρωθεί και να βελτιωθεί άμεσα. Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, ο καθηγητής επισημαίνει ότι:


* Στην περιοχή του Αγγελοχωρίου πρέπει να ολοκληρωθεί η κατασκευή του αποχετευτικού δικτύου, να ενωθεί πλήρως με τον βιολογικό καθαρισμό και να προχωρήσει στη Β’ Φάση κατασκευής άμεσα η εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων. Η ανεξέλεγκτη απόρριψη των βοθρολυμάτων οδηγεί στη διάχυση των ρύπων στο παρακείμενο θαλάσσιο περιβάλλον και εν μέρει στους υπόγειους υδροφορείς.


* Η κεντρική Εγκατάσταση Επεξεργασίας Λυμάτων Θεσσαλονίκης, η οποία βρίσκεται στην κοίτη του Γαλλικού ποταμού, λειτουργεί με 160.000 m3/ημέρα εδώ και περίπου έξι χρόνια με πλήρη βιολογική επεξεργασία (νιτροποίηση – απονιτροποίηση). Ωστόσο τα περιοδικά φαινόμενα ευτροφισμού του Θερμαϊκού κόλπου μπορεί να αποδοθούν κατά ένα ποσοστό στην παρουσία φωσφορικών ιόντων στα επεξεργασμένα λύματα. Γι’ αυτό πρέπει να δοθεί άμεση προτεραιότητα στην εγκατάσταση συστημάτων απομάκρυνσης του φωσφόρου.


* Στην περιοχή του Ανθεμούντα έχει διαπιστωθεί ότι βοθρολύματα από τα Βασιλικά, τη Σουρωτή, αλλά και μερικώς επεξεργασμένα ή ανεπεξέργαστα λύματα από τον βιολογικό καθαρισμό της Θέρμης (ο οποίος υπολειτουργεί) καταλήγουν στην υδρολογική λεκάνη, επηρεάζοντας τον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα και το θαλάσσιο περιβάλλον κοντά στην περιοχή του αεροδρομίου.


* Η λειτουργία των κονσερβοποιείων στη δυτική πλευρά της πόλης, κοντά στην τάφρο 66, είναι περιοδική και διαρκεί μικρό χρονικό διάστημα στο οποίο οι υφιστάμενοι βιολογικοί καθαρισμοί δεν προλαβαίνουν να αναπτύξουν το κατάλληλο μικροβιακό φορτίο που θα είναι ικανό να διασπάσει την αυξημένη συγκέντρωση σε οργανικά λύματα. Για τον λόγο αυτόν είναι απαραίτητη η μεταφορά ενεργού ιλύος στις βιοτεχνίες αυτές από μεγάλες εγκαταστάσεις, με σκοπό την άμεση λειτουργία των βιολογικών καθαρισμών στο μικρό χρονικό διάστημα που διαρκεί η παραγωγική διαδικασία.


* Στην Εγκατάσταση Βιολογικού Καθαρισμού ΒΙΠΕ Θεσσαλονίκης (ΜΚΑ) δεν έχουν γίνει επενδύσεις τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένη η αποδοτικότητά της.


* Πρέπει να ξεπεραστούν τα πολυάριθμα προβλήματα τεχνικής φύσεως και έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού, καθώς παρεμποδίζουν ή επιβραδύνουν τη λειτουργία των βιολογικών καθαρισμών.


* Απαιτείται μελέτη και παρακολούθηση της οργανικής ρύπανσης του νερού, αλλά κυρίως των ιζημάτων και των θαλάσσιων οργανισμών του κόλπου, καθώς ο Θερμαϊκός αποτελεί πεδίο εκτεταμένων μυδοκαλλιεργειών.


* Καταγραφή και παρακολούθηση των διάσπαρτων χειμάρρων και τάφρων στον νομό της Θεσσαλονίκης. Οι σημαντικότεροι από τους χείμαρρους αυτούς είναι του Ανθεμούντα, του Σέδες, του Δενδροποτάμου και στο Ελαιόραμα της Πυλαίας, στους οποίους γίνεται ανεξέλεγκτη απόρριψη αποβλήτων από παρακείμενες βιοτεχνικές και βιομηχανικές μονάδες. Ποσότητες λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων απορρέουν και με τη βροχή από τις γύρω αγροτικές περιοχές.


Τέλος, σύμφωνα με τους επιστήμονες, πρέπει να προχωρήσει η μελέτη για τη διάχυση της ρύπανσης στα νερά και στα ιζήματα της θαλάσσιας περιοχής του Θερμαϊκού κόλπου μέσω των θαλάσσιων ρευμάτων, που έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική επιβάρυνση περιοχών οι οποίες δεν διαθέτουν σημειακές πηγές ρύπανσης.