Το Δίκτυο για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, η μετωπική οργάνωση της άκρας Αριστεράς στη χώρα μας, έχασε μέσα σε λίγες ημέρες το πολιτικό κεφάλαιο που είχε συγκεντρώσει μετά την αθώωση του Αβραάμ Λεσπέρογλου στα μέσα του Σεπτεμβρίου. Στην εκτίμηση αυτή καταλήγουν παράγοντες του «χώρου» που επιθυμούν να παραμείνουν ανώνυμοι αλλά δεν κρύβουν τη δυσαρέσκειά τους από την εξέλιξη της διαδήλωσης την περασμένη Τρίτη.


Παράλληλα, εξέλιξη που συμπίπτει με την αντιπαράθεση για το μέλλον του Δικτύου, κάποιοι προφυλακισμένοι στον Κορυδαλλό ως μέλη της 17Ν εκφράζουν όλο και περισσότερο τη διάθεση να παρέμβουν στη συζήτηση που έχει ανοίξει στον ακροαριστερό χώρο για το «ζήτημα των ζητημάτων»: εκείνο της βίας. Την πληροφορία αυτή επιβεβαιώνει και η συνέντευξη του Α. Γιωτόπουλου στον «Λαμιακό Τύπο». Μια τέτοια τοποθέτηση θα είχε αξία, εκτιμούν δικαστικές πηγές, αν γινόταν σε ατομική βάση και αποτελούσε την αφετηρία για την πολιτική αποτίμηση της δράσης της 17Ν με βάση τις προσωπικές εμπειρίες και απόψεις των προφυλακισμένων. Αν αυτή η αποτίμηση γίνει με «συλλογικές διαδικασίες» μιας πολιτικής ομάδας που δεν είναι πια τέτοια, θα είναι «ψευδεπίγραφη και ελάχιστα ωφέλιμη για τους ίδιους ως πολίτες» επεσήμαναν οι ίδιες πηγές. Πάντως στη διαδικασία για την αποτίμηση από τους εγκλείστους των πράξεών τους θα παίξει ρόλο και η συνεδρίαση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών που συγκαλείται με το ερώτημα αν τα εγκλήματα των φερομένων ως μελών της 17Ν είναι πολιτικά. Επειδή μόνο ο Δημήτρης Κουφοντίνας έχει αναλάβει τις πολιτικές ευθύνες για τις πράξεις του, θεωρείται πιθανόν τα μέλη της Γνωμοδοτικής Επιτροπής να θεωρήσουν ότι το ερώτημα δεν τίθεται από τους έχοντες νόμιμο δικαίωμα και από αυτή την άποψη θα «καλέσουν» έμμεσα τους προφυλακισμένους να πάρουν θέση. Η θέση αυτή του Δικηγορικού Συλλόγου αφορά κατ’ αρχήν τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, ο οποίος δεν μπορεί να επικαλείται πολιτικό έγκλημα από τη στιγμή που δεν αναγνωρίζει ότι έχει την παραμικρή σχέση με την υπόθεση.


Αυτές οι τοποθετήσεις για πολιτική αποτίμηση της τρομοκρατικής δράσης από άλλους προφυλακισμένους τις επόμενες ημέρες φαίνεται ότι δεν θα ξεφύγουν από την άποψη πως «υπάρχουν πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες στις οποίες η μαζική βία είναι αναγκαία», άποψη που διατυπώνει και το Δίκτυο. Η θέση δεν είναι καινούργια: το 1968 η Ούλρικε Μάινχοφ έλεγε ότι το να κάψεις ένα αυτοκίνητο είναι τρομοκρατική πράξη ενώ το να κάψεις 500 αυτοκίνητα είναι ένα κίνημα. Εκείνο στο οποίο ως τον θάνατό της δεν είχε απαντήσει η Μάινχοφ και στο οποίο δεν απαντούν και όσοι θέλουν να την αντιγράψουν είναι αν στη Γερμανία του 1968 και στην Ελλάδα του 2002 (πολύ περισσότερο) έχει πολιτικά αποτελέσματα η χρήση «μαζικής βίας» και ποια.