Ο Αλ. Λάμπρου είναι καθηγητής Μαθηματικών. Πήρε το πτυχίο του το 1993. Τα πρώτα χρόνια έκανε άσχετες με το πτυχίο του δουλειές και αργότερα εργάστηκε σε φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης ενώ παράλληλα παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθητές γυμνασίου και λυκείου. Γνώριζε καλά, προτού ακόμη μπει στο πανεπιστήμιο, ότι με την επετηρίδα ίσως και να μην έφθανε ποτέ η σειρά του να διορισθεί στο Δημόσιο ή ότι αν κάποτε διοριζόταν η ηλικία του θα ήταν πια «ό,τι έπρεπε για να πάρει σύνταξη!». Οταν ο υπουργός Παιδείας κ. Γερ. Αρσένης καθιέρωσετο νέο σύστημα επιλογής και διορισμού εκπαιδευτικών, αντικαθιστώντας την επετηρίδα με τον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, τα συναισθήματα του Αλ. Λάμπρου ήταν ανάμεικτα: «Από τη μία, κατάλαβα ότι αυτή ήταν η μόνη ευκαιρία να διορισθώ στο Δημόσιο. Από την άλλη όμως, δεν ανέχομαι να περάσω, ύστερα από εξετάσεις στο πανεπιστήμιο και έχοντας ένα πτυχίο, μία ακόμη εξέταση και μάλιστα τρίωρη για να κρίνουν κάποιοι αν είμαι «ο καλύτερος», όπως λέει ο κ. Αρσένης, ούτως ώστε να αξίζω να διορισθώ στο Δημόσιο». Την ίδια ακριβώς αγανάκτηση με τον Αλ. Λάμπρου μοιράζονται δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικοί. Αυτό που τους ενόχλησε περισσότερο ήταν η κατηγορηματική δήλωση του υπουργού Παιδείας: «Εγώ θέλω να επιλέξω τους καλύτερους!». Και τούτο γιατί κανείς ποτέ δεν επείσθη ότι μια τρίωρη γραπτή εξέταση αρκεί για να «εντοπίσουμε» τους καλύτερους εκπαιδευτικούς για τα δημόσια σχολεία της χώρας. Παρ’ όλα αυτά περίπου 50.000 εκπαιδευτικοί συμμετείχαν στον προηγούμενο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ (Ιούνιος 1998), καθώς η ανάγκη για εξεύρευση εργασίας υπερίσχυσε της ιδεολογικής και κάθε άλλης αντίθεσης με τον νέο θεσμό.


Δύο χρόνια μετά τον πρώτο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ κανείς δεν έχει ξεχάσει τα επεισόδια έξω από τα εξεταστικά κέντρα, επεισόδια όχι μόνο μεταξύ εκπαιδευτικών και αστυνομικών αλλά κυρίως ­ και ακόμη χειρότερα ­ επεισόδια μεταξύ συναδέλφων. Ισως η μόνη εικόνα που όλοι θέλησαν να ξεχάσουν να είναι εκείνη της νεαρής καθηγήτριας που αποφάσισε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ αλλά κατέληξε στα χέρια «αγανακτισμένων» συναδέλφων της, οι οποίοι τής έσκισαν τα ρούχα και τη διαπόμπευσαν ακριβώς για αυτή την απόφασή της.


«Και τι κερδίσαμε εμείς που υποστήκαμε την μήνιν των συναδέλφων μας, ακόμη και τους προπηλακισμούς και τις ύβρεις, για να εξασφαλίσουμε μια εργασία; Δεν λέω βέβαια, είμαστε επιτυχόντες. Ταυτόχρονα όμως παραμείναμε και… αδιόριστοι!» λέει χαρακτηριστικά η Στέλλα Παπαδάτου, η οποία έδωσε εξετάσεις και πέτυχε στον προηγούμενο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ αλλά δεν διορίστηκε. Και σαν να μην έφθανε αυτό, δύο χρόνια μετά καλείται να ξαναδοκιμασθεί, σε νέο διαγωνισμό, προκειμένου να κριθεί εκ νέου αν ανήκει «στους καλύτερους» και πρέπει να διορισθεί. Βέβαια ο νόμος της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης ήταν σαφής και οι εκπαιδευτικοί που συμμετείχαν στον διαγωνισμό του 1998 το ήξεραν: οι πίνακες επιτυχόντων στον διαγωνισμό θα ίσχυαν για τα επόμενα δύο χρόνια. Οσοι δεν θα διορίζονταν μέσα στα δύο αυτά χρόνια, θα έπρεπε να ξαναδώσουν εξετάσεις στον επόμενο διαγωνισμό προκειμένου να διορισθούν στο Δημόσιο.


«Οχι ακριβώς» διευκρινίζει η Στέλλα και υπενθυμίζει ότι στην προκήρυξη του πρώτου διαγωνισμού οριζόταν ότι οι πίνακες επιτυχόντων θα ισχύσουν για δύο χρόνια από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. «Δεδομένου ότι οι πίνακες δημοσιεύθηκαν στην υπ’ αριθμόν ΦΕΚ 96 / 30.12.1998, θα έπρεπε να ισχύσουν ως τις 30.12.2000. Αντίθετα, το υπουργείο Παιδείας τροποποίησε τους όρους του διαγωνισμού και μείωσε τον χρόνο ισχύος των πινάκων επιτυχόντων, με αποτέλεσμα να προκηρύσσει νέο διαγωνισμό επτά μήνες προτού λήξει η ισχύς τους (βάσει της προκήρυξης του πρώτου διαγωνισμού), δηλαδή στις 31 Μαΐου του 2000».


Η περίπτωση της Στέλλας Παπαδάτου βέβαια δεν είναι μοναδική. Περίπου 5.000 εκπαιδευτικοί ανήκουν στην κατηγορία εκείνων που όχι μόνο συμμετείχαν αλλά και πέτυχαν στον διαγωνισμό του 1998 αλλά παραμένουν αδιόριστοι και καλούνται τώρα να ξαναδώσουν εξετάσεις στις 31 Μαΐου. Μέχρι στιγμής πάντως οι προσπάθειες του Συλλόγου Αδιορίστων Επιτυχόντων Εκπαιδευτικών στον προηγούμενο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ να εξαιρεθούν από τον επόμενο και να απορροφηθούν βάσει της παλαιάς λίστας επιτυχόντων (1998) έχουν πέσει στο κενό. Παράλληλα έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες για ομαδικές προσφυγές στο ΣτΕ κατά του νέου διαγωνισμού αλλά και οι επαφές του Συλλόγου με τα πολιτικά κόμματα της χώρας προκειμένου να ικανοποιηθεί το αίτημά τους.


* Απεριόριστη ύλη


Τα προβλήματα όμως που θα αντιμετωπίσουν η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και η όποια κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές της 9ης Απριλίου δεν σταματούν στο «μέτωπο» των αδιόριστων επιτυχόντων εκπαιδευτικών και στο κλίμα που θα επικρατήσει αυτή τη φορά έξω από τα εξεταστικά κέντρα. «Αν και πιστεύω ότι σε αυτόν τον διαγωνισμό τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα από ό,τι πριν από δύο χρόνια» δήλωσε το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΟΛΜΕ κ. Κ. Ράμμας και διευκρίνισε: «Μια προσεκτικότερη ανάγνωση της προκήρυξης του νέου διαγωνισμού του ΑΣΕΠ αποδεικνύει την πραγματική επιδίωξη του υπουργείου Παιδείας να έχει όσο το δυνατόν λιγότερους επιτυχόντες σε κάθε διαγωνισμό».


Σε δύο βασικά σημεία στηρίζει την άποψή του ο κ. Ράμμας. Το πρώτο αφορά την εξεταστέα ύλη, κυρίως για τους καθηγητές, η οποία καθορίστηκε με πρόσφατη υπουργική απόφαση (αρ. ΦΕΚ 244 / 1.3.2000) ως εξής: «Αρθρο 2. Γνωστικά Αντικείμενα. Τα γνωστικά αντικείμενα στα οποία εξετάζονται οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κατατάσσονται σε δύο θεματικές ενότητες. Πρώτη θεματική ενότητα: Για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση: Οι υποψήφιοι εξετάζονται στο γνωστικό αντικείμενο της ειδικότητάς τους αλλά και σε εύρος μεγαλύτερο από την ύλη που προβλέπεται στα προγράμματα σπουδών του γυμνασίου και του λυκείου».


* Η βαθμολόγηση των γραπτών


Τι θα πει «σε εύρος μεγαλύτερο», πόσο μεγαλύτερο δηλαδή; Τι να διαβάσουν οι εκπαιδευτικοί που θα δώσουν εξετάσεις; Τα πάντα; Ή μήπως να διαλέξουν το «εύρος» που τους βολεύει; Αυτή ακριβώς άλλωστε ήταν και μια από τις μεγαλύτερες ενστάσεις των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στον διαγωνισμό του 1998: το γεγονός ότι έπρεπε να είναι έτοιμοι για όλα, γιατί θα εξετάζονταν εφ’ όλης της ύλης. Μιας ύλης μάλιστα την οποία ούτε καν είχαν διδαχθεί στο πανεπιστήμιο!


Το δεύτερο σημείο αιχμής στην προκήρυξη του νέου διαγωνισμού, σύμφωνα με τον κ. Ράμμα, αφορά τον τρόπο βαθμολόγησης των γραπτών. Αντιγράφουμε από την προκήρυξη: «1. Οι υποψήφιοι απαντούν γραπτώς σε ειδικά τετράδια, στα ζητήματα που τους τίθενται για ανάπτυξη. Για την κάθε θεματική ενότητα μπορεί να δοθεί ένα μόνο τετράδιο ή και περισσότερα, ανάλογα με τη φύση του μαθήματος (…) 6. Αν για συγκεκριμένη θεματική ενότητα τεθούν ζητήματα απαντώμενα από τους υποψηφίους σε περισσότερα του ενός τετράδια, ο τελικός βαθμός της θεματικής αυτής ενότητας για κάθε υποψήφιο θα διαμορφωθεί κατ’ αναλογία με τον αριθμό των ζητημάτων που απαντώνται στο κάθε τετράδιο (γραπτό). Ετσι αν για την ίδια θεματική ενότητα οι υποψήφιοι απαντήσουν σε δύο τετράδια, για δύο ζητήματα στο ένα τετράδιο και για τρία ζητήματα στο άλλο τετράδιο, ο βαθμός του πρώτου τετραδίου θα πολλαπλασιασθεί επί 2 και ο βαθμός του δεύτερου τετραδίου θα πολλαπλασιασθεί επί 3 (…)».


* Η απόφαση του εξεταστή


Με λίγα λόγια; «Η βαρύτητα των θεμάτων προσδιορίζεται από την ποσότητα και όχι από το περιεχόμενό τους!» υπογράμμισε ο κ. Ράμμας και προσέθεσε: «Ποια παιδαγωγική λογική λέει ότι η βαρύτητα μιας εξέτασης προσδιορίζεται από τον αριθμό των θεμάτων που εξετάζονται; Θα έπρεπε να προσδιορίζονται εκ των προτέρων ο αριθμός των ζητημάτων και η βαρύτητά τους και όχι να αφήνονται στην τύχη, δηλαδή στην απόφαση που θα πάρει ο εξεταστής ­ και ο εξεταζόμενος δεν τη γνωρίζει ­ να θέσει δύο ή πέντε ή δέκα ζητήματα!».


Και ένα… ανέκδοτο


Μάλλον ξέφυγε της προσοχής των αρμοδίων για τη σύνταξη και το περιεχόμενο της προκήρυξης ένα σημείο που αφορά τα γενικά προσόντα των υποψηφίων για τον διαγωνισμό και το οποίο έχει σχέση με το όριο ηλικίας. Σύμφωνα με την προκήρυξη λοιπόν, οι υποψήφιοι πρέπει «να έχουν γεννηθεί κατά τα έτη 1955 ως και 1979», δηλαδή να είναι από 21 ως και 45 ετών. Κατ’ εξαίρεση όμως, «έχουν δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση συμμετοχής στον διαγωνισμό οι υποψήφιοι που έχουν υπερβεί το 45ο έτος της ηλικίας τους, όχι όμως και το 50ό έτος, δηλαδή που έχουν γεννηθεί κατά τα έτη 1950 ως και 1954, εφόσον: (…) ΙΙΙ. Είναι έλληνες ιθαγενείς και ομογενείς κάτοχοι πτυχίων ανωτάτων ή ανωτέρων σχολών της αλλοδαπής, αναγνωρισμένων ως ισοτίμων και αντιστοίχων με πτυχία εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της ημεδαπής, και είχαν εκπατρισθεί λόγω των γεγονότων της περιόδου 1946-1949 (άρθρο 58 Ν. 1566/85)». Με λίγα λόγια μπορούν να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό όσοι γεννήθηκαν το νωρίτερο το 1950 και παράλληλα… πρόλαβαν να εκπατρισθούν από το 1946 ως το 1949 λόγω των γεγονότων του Εμφυλίου, δηλαδή σε ηλικία από… μείον τεσσάρων μέχρι μείον ενός έτους!


Το προσόν της αρτιμέλειας


Το χαρακτηριστικότερο όλων όμως δεν είναι ότι αποκλείονται από τον διαγωνισμό μόνον ορισμένες ειδικότητες εκπαιδευτικών αλλά και τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Στα «Γενικά Προσόντα», σύμφωνα με την προκήρυξη του ΑΣΕΠ, τα οποία πρέπει να πληρούν οι υποψήφιοι προκειμένου να λάβουν μέρος στον διαγωνισμό και να διορισθούν, περιλαμβάνεται και το ακόλουθο: «2. Να έχουν την υγεία και την αρτιμέλεια που τους επιτρέπουν την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης του κλάδου τους». Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα ότι ενώ τα περισσότερα από τα προσόντα που απαιτούνται είναι ίδια με αυτά που προσδιορίζει ο Δημοσιοϋπαλληλικός Κώδικας για τους υπαλλήλους του Δημοσίου, φαίνεται ότι η διάταξη που αφορά την υγεία των υποψήφιων εκπαιδευτικών έχει επιλεκτικά αντιγραφεί από το άρθρο 7 του εν λόγω Κώδικα: «Υπάλληλοι διορίζονται όσοι έχουν την υγεία και την αρτιμέλεια που τους επιτρέπουν την εκτέλεση των καθηκόντων της αντίστοιχης θέσης», αλλά «με την επιφύλαξη των διατάξεων για τα άτομα με ειδικές ανάγκες».


Οι αποκλεισμένες ειδικότητες


Ενα άλλο σημαντικό πρόβλημα, και του επικειμένου αλλά και του προηγούμενου διαγωνισμού, είναι οι ειδικότητες των εκπαιδευτικών που ουσιαστικά μένουν απέξω. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι ότι για δεύτερη φορά εξαιρούνται από τον διαγωνισμό οι εκπαιδευτικοί τεχνικών – επαγγελματικών ειδικοτήτων. Ωστόσο το υπουργείο Παιδείας υπόσχεται ότι θα γίνει νέα προκήρυξη για τις τεχνικές ειδικότητες, χωρίς όμως να διευκρινίζει πότε! Υπενθυμίζεται ότι η Βουλή έχει ήδη διαλυθεί και σε λιγότερο από έναν μήνα έχουμε εθνικές εκλογές. Πότε και ποιοι θα αποφασίσουν αν θα καλυφθούν επιτέλους τα κενά στα πολύπαθα ΤΕΕ;


Επιπλέον η προκήρυξη του ΑΣΕΠ δεν περιλαμβάνει τον κλάδο των μουσικών πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, ΠΕ16, στον διαγωνισμό. Σύμφωνα με ανακοίνωση των Συλλόγων Αποφοίτων των Τμημάτων Μουσικών Σπουδών Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Κέρκυρας, μεταξύ του πρώτου διαγωνισμού του ΑΣΕΠ, στον οποίο και τότε δεν συμπεριελήφθη ο κλάδος των μουσικών, και της πρόσφατης προκήρυξης, διορίστηκαν (τον Σεπτέμβριο του 1999) εκτός διαδικασίας ΑΣΕΠ 200 και πλέον απόφοιτοι λυκείου, «με μόνο προσόν το αδιαβάθμητο πτυχίο αρμονίας μη πανεπιστημιακής προέλευσης». Την ίδια στιγμή οι πτυχιούχοι των πανεπιστημιακών τμημάτων μουσικών σπουδών που απέκτησαν το πτυχίο τους από την 1.1.1998 ως και σήμερα αποκλείονται ολοκληρωτικά από τη διαδικασία πρόσληψης εκπαιδευτικού προσωπικού, αφού και το δικαίωμα εγγραφής τους στην επετηρίδα έχει καταργηθεί και δεν έχει συμπεριληφθεί ο κλάδος Μουσικών ΠΕ16 σε κανέναν από τους διαγωνισμούς που διενεργεί το ΑΣΕΠ.


Τέλος, οι υποψήφιοι των κλάδων ΠΕ9 (οικονομολόγοι), ΠΕ10 (κοινωνιολόγοι), ΠΕ13 (νομικών και πολιτικών επιστημών), ΠΕ19 (πληροφορικής ΑΕΙ) και ΠΕ20 (πληροφορικής ΤΕΙ) θα πρέπει, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, να έχουν επιπλέον και πτυχίο Παιδαγωγικών Σπουδών της ΣΕΛΕΤΕ ή ένα πτυχίο με το οποίο να αποδεικνύουν ότι έχουν παιδαγωγική κατάρτιση (Παιδαγωγικής Ακαδημίας ή Σχολής Νηπιαγωγών κτλ.). «Αυτό τυπικά είναι σωστό, ηθικά όμως είναι λάθος» τόνισε ο κ. Ράμμας, διευκρινίζοντας ότι κάθε χρόνο ελάχιστα άτομα παίρνει η ΣΕΛΕΤΕ, με αποτέλεσμα οι πτυχιούχοι αυτών των κλάδων των τελευταίων ετών να αποκλείονται από τον διαγωνισμό, χωρίς αυτό να είναι δική τους ευθύνη.