Οι Ευρωπαίοι έχουν σκύψει πάνω από τη «γεωπολιτική κρυστάλλινη σφαίρα» τους και προσπαθούν να δουν τι σημαίνει για το μέλλον των διατλαντικών σχέσεων η εκλογή Τραμπ. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να περιγράψει κανείς όσα διαδραματίζονται πίσω από κλειστές πόρτες στις Βρυξέλλες και σε μεγάλες ευρωπαϊκές καγκελαρίες μετά την 8η Νοεμβρίου.
Οι βεβαιότητες των σχέσεων Ευρώπης – Ηνωμένων Πολιτειών έχουν κλονιστεί σοβαρά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να επικρατήσει πανικός. Ισως μάλιστα να ισχύσει και το ρητό «ουδέν κακόν αμιγές καλού» –όπου στην προκειμένη περίπτωση το καλό να είναι η συνειδητοποίηση ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να αναλάβουν δεσμεύσεις για την ασφάλεια και την άμυνά τους –χωρίς να τίθεται υπό αμφισβήτηση ο ρόλος του ΝΑΤΟ. Ηδη έχουν αρχίσει να γίνονται κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση, με τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία να τις προωθούν.
Τι θα κάνει;


Τα ερωτήματα όμως που έχουν ανακύψει είναι ουκ ολίγα. Θα σεβαστεί τις αρχές της φιλελεύθερης, δημοκρατικής τάξης πραγμάτων όπως την παρουσίασε η Ανγκελα Μέρκελ; Θα επιδιώξει ο νέος πρόεδρος προσέγγιση με τη Ρωσία του Πούτιν και μέχρι πού είναι διατεθειμένος να φθάσει; Θα αποστασιοποιηθεί από την Ατλαντική Συμμαχία ή απλώς θα στείλει το αυστηρό μήνυμα ότι οι ευρωπαίοι σύμμαχοι πρέπει να πληρώσουν για την ασφάλειά της και να μην επαναπαύονται κάτω από την αμερικανική «αμυντική ομπρέλα»; Θα αμφισβητήσει τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν; Θα στείλει στον «κάλαθο των αχρήστων» τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα και θα διαταράξει την εμπορική τάξη πραγμάτων;
Το στίγμα της νέας κυβέρνησης Τραμπ θα σημάνει πολλά για το μέλλον των ευρωατλαντικών σχέσεων και της δυτικής φιλελεύθερης τάξης πραγμάτων των τελευταίων δεκαετιών. Ευρωπαίος αξιωματούχος σημείωνε ότι «η Κομισιόν είναι πρόθυμη να συνομιλήσει με την ομάδα μετάβασης του νέου προέδρου». Πρόσωπα όπως οι Νιουτ Γκίνγκριτς και Ρούντι Τζουλιάνι, που ακούγονται για τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, γεννούν σκεπτικισμό, αν και ο πρώτος μάλλον έσπευσε να εξαιρέσει τον εαυτό του από συμμετοχή σε μια κυβέρνηση Τραμπ. Για ορισμένους, η πιθανή τοποθέτηση του πρώην στρατηγού Μάικλ Φλιν στη θέση του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας θα μπορούσε να έχει «εκρηκτικές συνέπειες» λόγω του χαρακτήρα και των θέσεών του, αλλά και των ασαφών δραστηριοτήτων του ως λομπίστα (ακόμη και η Αθήνα θα έπρεπε να ανησυχεί λόγω των όσων έχει κατά καιρούς πει ο κ. Φλιν για στενότερη συνεργασία με την Τουρκία).
Ωστόσο, η «ομάδα Τραμπ» αποτελεί κατά κάποιον τρόπο «μαύρο κουτί». Γερμανικές πηγές παραδέχονταν ότι δεν είχαν ιδέα για το «ποιος είναι ποιος» στο επιτελείο Τραμπ. Ο γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών Μάρκους Εντερερ συναντήθηκε τον περασμένο Απρίλιο με τον πρώην στρατιωτικό Σαμ Κλόβις, σύμβουλο του Τραμπ, σε μία προσπάθεια να ρίξει γέφυρες. Ακόμη και τον Χένρι Κίσινγκερ προσέγγισαν οι Γερμανοί, όπως παραδέχθηκε ο υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ.
Στο δείπνο των ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών στις Βρυξέλλες (στο οποίο δεν παρευρέθηκαν ο Βρετανός Μπόρις Τζόνσον και ο Γάλλος Ζαν-Μαρκ Ερό) εκφράστηκαν αντικρουόμενες απόψεις. Είναι επίσης σαφές ότι το Λονδίνο σχεδιάζει να εκμεταλλευθεί την εκλογή Τραμπ για να πιέσει την ΕΕ μέσω μιας πιθανής εμπορικής συμφωνίας με την Ουάσιγκτον.
Οι προαναφερθέντες αξιωματούχοι εκτιμούν ότι ο κ. Τραμπ θα κινηθεί με βάση ένα από τα ακόλουθα τρία σενάρια: είτε θα σαλπίσει τον «νέο απομονωτισμό» είτε θα κινηθεί με λογική συνέχειας, ή θα επιλέξει μία κυνική realpolitik που ενδέχεται να παρακάμψει τους Ευρωπαίους σε ζητήματα όπως π.χ. οι σχέσεις με τη Ρωσία και άλλους διεθνείς παίκτες. Οπως δε προκύπτει από τις αναλύσεις και δημοσιεύματα, δύο είναι τα ζητήματα που απασχολούν σφόδρα τους Ευρωπαίους. Το πρώτο είναι οι σχέσεις Δύσης – Ρωσίας και το δεύτερο είναι το μέλλον της Ατλαντικής Συμμαχίας.
H παράμετρος Πούτιν


Ο κ. Τραμπ έχει δηλώσει ότι ο κ. Πούτιν είναι ένας στιβαρός ηγέτης και ότι θέλει να επιδιώξει μια συνεννόηση μαζί του. Η αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας μετά την κρίση στην Ουκρανία παραμένει και οι συμφωνίες του Μινσκ, που θεωρητικά θα έλυναν το πρόβλημα, δεν έχουν υλοποιηθεί. Η Μόσχα ενισχύει το οπλοστάσιό της και διεκδικεί καθεστώς ισοτιμίας στη διεθνή σκηνή –κάτι που αποδεικνύει η εμπλοκή της στη Συρία. Η κυβέρνηση Ομπάμα έχει επιδιώξει τη συνεννόηση με τη Ρωσία σε κάποια θέματα, σε άλλα όμως τήρησε σκληρή στάση (κυρώσεις).
Ο προβληματισμός έγκειται στο ενδεχόμενο ο Ντόναλντ Τραμπ να επιδιώξει να παρακάμψει τα συμφωνηθέντα, αγνοώντας τους εταίρους του. Ορισμένοι εκτιμούν ότι μπορεί και επισήμως να αναγνωρίσει την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Μόσχα. Ωστόσο, πηγές από τις Βρυξέλλες έλεγαν ότι οι σύμβουλοι του κ. Τραμπ θα έπρεπε να τον προτρέψουν να ανοίξει αρχικά «μυστικά κανάλια επικοινωνίας» με τη Μόσχα και όχι να επιδιώξει επίσημη διπλωματία κορυφής. «Οι Ρώσοι αισθάνονται δυνατοί αυτή την περίοδο. Το Brexit, η εκλογή Τραμπ, η άνοδος πολιτικών δυνάμεων που αμφισβητούν τη βιωσιμότητα της ΕΕ τούς προσφέρουν διαπραγματευτικά όπλα» προσθέτουν.
Με άρθρο του στον «Observer» ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ έστειλε το ξεκάθαρο μήνυμα ότι «δεν είναι αυτή η στιγμή» να αμφισβητηθεί η αξία των διατλαντικών σχέσεων. Οπως είπε, «οι αμερικανοί ηγέτες πάντοτε αναγνώριζαν ότι έχουν βαθύ στρατηγικό ενδιαφέρον για μία σταθερή και ασφαλή Ευρώπη» και παράλληλα «οι ευρωπαίοι ηγέτες πάντοτε καταλάβαιναν πως σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, οι μονομερείς κινήσεις δεν ήταν επιλογή».
Ο Μπαράκ Ομπάμα, τόσο στην Αθήνα όσο και στο Βερολίνο, εξέφρασε την ελπίδα ότι ο κ. Τραμπ θα συνεχίσει χωρίς δραματικές μεταβολές τη σημερινή αμερικανική στάση σε σχέση με την Ευρώπη. Στην έδρα του ΝΑΤΟ πάντως τα στόματα παραμένουν κλειστά αλλά η παγωμάρα είναι εμφανής.

ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

1. Θα σεβαστεί ο πρόεδρος Τραμπ τις αρχές της φιλελεύθερης, δημοκρατικής τάξης πραγμάτων όπως την παρουσίασε η Ανγκελα Μέρκελ;

2. Θα επιδιώξει ο νέος πρόεδρος προσέγγιση με τη Ρωσία του Πούτιν και μέχρι πού είναι διατεθειμένος να φθάσει;

3. Θα αποστασιοποιηθεί από την Ατλαντική Συμμαχία;

4. Θα αμφισβητήσει τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν;

5. Θα στείλει στον «κάλαθο των αχρήστων» τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα;

Η νέα ευρωπαϊκή προσέγγιση
Ο φόβος μιας αμερικανικής αποχώρησης και τα… αντίμετρα

Το «Der Spiegel» έγραψε πρόσφατα ότι το επιτελείο του κ. Στόλτενμπεργκ προετοίμασε μυστική έκθεση σχετικά με τη μείωση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο –σε μία περίοδο μάλιστα που η Μόσχα εκσυγχρονίζει το πυρηνικό της δόγμα. Στη μυστική έκθεση επισημαίνεται ότι μία απόφαση να μη συμμετάσχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες με εκ περιτροπής στρατιωτική παρουσία στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης –όπως αποφασίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής της Βαρσοβίας –θα έθετε εν αμφιβόλω τον θεμέλιο λίθο της συλλογικής άμυνας. Ακόμη και η νατοϊκή αντιπυραυλική άμυνα σε Ρουμανία και Πολωνία θα απειληθεί.

Το «καλό σενάριο» με βάση την έκθεση που παραδόθηκε στον κ. Στόλτενμπερκ είναι ο πρόεδρος Τραμπ να επιμείνει απλώς ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να αναλάβουν μεγαλύτερο μερίδιο –οικονομικό –για την ασφάλειά τους. Η ΕΕ προωθεί συγκεκριμένα σχέδια, με την ύπατη εκπρόσωπο για την εξωτερική πολιτική Φεντερίκα Μογκερίνι να έχει θέσει τις βάσεις με την «Παγκόσμια Στρατηγική». Ο όρος-κλειδί είναι η «στρατηγική αυτονομία» και στην κοινή σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών και Αμυνας την περασμένη Δευτέρα ελήφθησαν σημαντικές αποφάσεις.
Τα βασικά χαρακτηριστικά της νέας ευρωπαϊκής προσέγγισης κινούνται σε μία «λογική δύο ταχυτήτων». Οι «28» αποφάσισαν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που προσφέρει η «μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία» ώστε τα «πρόθυμα κράτη-μέλη» να προχωρήσουν γρηγορότερα, σε ένα είδος «αμυντικής Σένγκεν». Επιπλέον, συμφωνήθηκαν η δημιουργία μιας μόνιμης επιχειρησιακής δυνατότητας σχεδιασμού και εκτέλεσης (επιχειρήσεων) για μη στρατιωτικές αποστολές, στοιχείο στο οποίο δεν αντέδρασε το Λονδίνο, και η ενίσχυση των πολυεθνικών σωμάτων μάχης που επί χρόνια υπάρχουν αλλά δεν έχουν χρησιμοποιηθεί.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ