Η στάση του πρώην πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου στο Εθνικό Συμβούλιο του κόμματος (αλλά και της υπόλοιπης ηγετικής ελίιτ) θύμιζε τραγικά το εξής πράγμα.

Δηλαδή, όσο περισσότερο ανέρχεται ένας πολιτικός στην καριέρα του, τόσο ριζικότερα αποκόπτονται οι σχέσεις του με τους ανθρώπους. Αυτό που γίνεται «έξω» στην κοινωνία, του είναι λίγο-πολύ άγνωστο!

Έτσι, την ώρα που η φτώχεια διευρύνεται απελπιστικά και οι άστεγοι γίνονται πλέον μια υπολογίσιμη κοινωνική κατηγορία, ο Παπανδρέου και οι υπόλοιποι κομματικοί αξιωματούχοι συζητούσαν για το εάν οι εκλογές για τον καινούργιο αρχηγό του κόμματος θα διεξαχθούν τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο.

Αυτό αποδεικνύει την τραγική απομόνωση των πολιτικών (ίσως τους ενδιαφέρει μόνο η τσέπη τους και το προσωπικό τους μέλλον). Και αυτό με τη σειρά του επιβεβαιώνει την απίστευτη κρίση της αντιπροσωπευτικότητας του παρόντος κοινοβουλευτικού συστήματος, δηλαδή ότι κυβερνιόμαστε συνεχώς από τους «ίδιους και τους ίδιους» !

Το πιο φοβερό είναι ότι δεν έγινε μια στοιχειώδης αυτοκριτική για τα πεπραγμένα της προηγούμενης διετίας. Με άλλα λόγια ο ίδιος ο Παπανδρέου – και πολλοί άλλοι σε αυτό το κόμμα- δεν κατανόησαν (ή δεν θέλησαν να κατανοήσουν) για ποιο λόγο οδηγήθηκε υποχρεωτικά στην παραίτηση.

Και η απάντηση σε αυτό το ζήτημα βρίσκεται στα σοφά λόγια του νομπελίστα αμερικανού οικονομολόγου Στίγκλιτζ: Δηλαδή η ιδέα ότι με την περικοπή των μισθών θα οδηγηθούμε στη λύση των προβλημάτων της Ελλάδας είναι μια παρανοϊκή φαντασία (Stiglitz, Freefall, 2010).

Και αυτό ακριβώς έγινε τα δύο τελευταία χρόνια. Περικόπηκαν άγρια μόνο οι μισθοί και οι συντάξεις και έγινε μια αναδιανομή του πλούτου υπέρ των ισχυρών επιχειρηματιών και των φοροφυγάδων.

Και πώς ειλικρινά να παταχθεί η φοροδιαφυγή, όταν συλλαμβάνεται διευθυντικό στέλεχος του ΣΔΟΕ Θεσσαλονίκης σε κύκλωμα εκβιαστών;

Ακόμη και οι ναοί της εκκλησίας εξαιρέθηκαν αδικαιολόγητα από το χαράτσι της ΔΕΗ, λες και είμαστε μια χώρα, όπου η θρησκευτική εξουσία βρίσκεται πάνω από την κοινωνία.

Για όλα αυτά δεν έγινε καμία απολύτως συζήτηση. Θα ήταν καλύτερο ο Παπανδρέου να παραδεχθεί ότι έκανε μια προσπάθεια και απέτυχε (γιατί υπήρχε και η ανάλγητη καγκελάριος Μέρκελ και πολλοί άλλοι αστάθμητοι παράγοντες).

Και μετά να αποχωρήσει με αξιοπρέπεια!

Αυτό όμως δεν έγινε. Και το παραπάνω τρομακτικό αδιέξοδο διογκώνεται απίθανα και από τη στάση της παραδοσιακής Αριστεράς. Τι εννοώ; Την προηγούμενη εβδομάδα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε την αναστολή των πληρωμών προς τους δανειστές για τρία χρόνια.

Δεν ξέρω πόσο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επεξεργάστηκε σοβαρά αυτή την πρόταση, αλλά γνωρίζω ότι και οι επιστημονικοί αναλυτές, που είναι κοντά σε αυτή τη λογική, εντοπίζουν τους εφιαλτικούς κινδύνους που εμπεριέχει η αθέτηση των πληρωμών (με πρωτοβουλία του οφειλέτη).

Ποιοι είναι αυτοί; Ο αποκλεισμός από τις αγορές κεφαλαίου και τις παγκόσμιες εμπορικές πιστώσεις, η νέκρωση των διεθνών σχέσεων της χώρας, η υπονόμευση των εξαγωγών, η τραπεζική κρίση, ακόμη και η τροφοδοσία της αγοράς (Λαπαβίτσας, «Η Ευρωζώνη ανάμεσα στη λιτότητα και την αθέτηση πληρωμών»).

Και επειδή η λύση αυτή οδηγεί νομοτελειακά στην έξοδο από την ευρωζώνη, φοβάμαι ότι συνιστά τελικά ένα άλμα προς το κενό ή μια τυχοδιωκτική έξοδο από το παγκόσμιο σύστημα καταμερισμού της εργασίας (χωρίς να είμαστε Αργεντινή που είχε ανεξάντλητους πλουτοπαραγωγικούς πόρους) .

Όμως πάνω από όλα μια τέτοια διέξοδος είναι ασύμβατη με την παγιωμένη καταναλωτική κουλτούρα της ελληνικής κοινωνίας (και αυτό μας υπενθύμισαν δηκτικά κάποιοι εκπρόσωποι της εσθονικής κυβέρνησης, που μας είπαν ότι οι εσθονοί έμαθαν να ζουν στη φτώχεια, ενώ οι Ελληνες είναι καλοσυνηθισμένοι).

Ποιο είναι το συμπέρασμα; Σήμερα χρειαζόμαστε καινούργιους σοβαρούς πολιτικούς που θα στηρίξουν τον ευρωπαίκό μας προσανατολισμό. Πολιτικούς που θα παλέψουν ενάντια στην περαιτέρω ολέθρια περικοπή των μισθών και των συντάξεων. Πολιτικούς που θα καταπολεμήσουν την φοροδιαφυγή και θα διευκολύνουν τη διενέργεια κάποιων -τουλάχιστον- επενδύσεων.

Και για αυτό η κυβέρνηση Παπαδήμου πρέπει να κλείσει τη συμφωνία με τους δανειστές (με κάθε δυνατό όφελος για την Ελλάδα).

Αλλιώς οι κακές μέρες είναι μπροστά μας!

*Ο κ. Γρηγόρης Καλφέλης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ
kalfelis@law.auth.gr