Μια ευχάριστη έκπληξη περιμένει τους φίλους της αμερικανικής νουάρ λογοτεχνίας, οι οποίοι αδιαμφισβήτητα θα εκτιμήσουν την κυκλοφορία για πρώτη φορά στα ελληνικά του πρώτου μυθιστορήματος ενός άγνωστου στην Ελλάδα συγγραφέα, του Γουίλιαμ Μπόιλ (μια ακόμα αξιόλογη επιλογή-πρόταση των εκδόσεων ΠΟΛΙΣ). Το «Gravesend», του οποίου ο τίτλος αναφέρεται σε μια γειτονιά του νοτιοκεντρικού τμήματος της Νέας Υόρκης, στην περιοχή του Μπρούκλιν, είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Μπόιλ, ο οποίος διόλου τυχαία κατάγεται από το Μπρούκλιν παρότι σήμερα ζει και εργάζεται στην Οξφόρδη του Μισισιπή.
Το μυθιστόρημα αρχίζει σαν μια κλασική «περιπέτεια εκδίκησης» με ήρωες ιταλικής καταγωγής κατοίκους της περιοχής. Σύντομα όμως αποκτά την εικόνα ενός βαθιά κοινωνικού και ψυχαναλυτικού έργου, βγαλμένου από τα σπλάχνα της καθημερινότητας σε μια εξαθλιωμένη περιοχή της νεοϋορκέζικης μεγαλούπολης, στην οποία ωστόσο κάποιες αξίες εξακολουθούν να παραμένουν όρθιες. Μια αίσθηση ανθρωπιάς δίνει ανάσες σε μια «μαύρη» ιστορία στην οποία πρωταγωνιστούν χαρακτήρες που πήραν τη ζωή τους λάθος, ή που δεν τους δόθηκε καν η ευκαιρία να την πάρουν σωστά: ένας πρώην κατάδικος που σκότωσε χωρίς λόγο έναν ομοφυλόφιλο, ο αδελφός του πεθαμένου που θέλει να εκδικηθεί, μια όμορφη κοπέλα που έφυγε για καριέρα ηθοποιού στο Χόλιγουντ αλλά επέστρεψε απογοητευμένη. Ανθρώπινα κουρέλια που θα εύχονταν να είχαν γεννηθεί αλλού, μα αφού αυτό δεν έγινε θα πρέπει να συμβιβαστούν με το εδώ.
Οι στίχοι του Κωνσταντίνου Καβάφη από το ποίημα «Η Πόλις» στην αρχή του βιβλίου δηλώνει πολλά για το ύφος του:
«Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού
– μη ελπίζεις –δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Ετσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλη την γη την χάλασες».
Ο χώρος όπου εκτυλίσσεται η ιστορία βέβαια παίζει σημαίνοντα ρόλο στο «Gravesend», που βρέθηκε στη βραχεία λίστα για το Prix Polar SNCF του 2017 στη Γαλλία και απέσπασε επίσης μία υποψηφιότητα για το Μεγάλο Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας (Grand Prix de Littérature Policière). To Mπρούκλιν, η γενέτειρα του συγγραφέα, είναι το φόντο όλου σχεδόν του έργου του, το οποίο συμπληρώνουν δύο ακόμα μυθιστορήματα, το «Tout est brisé» που εκδόθηκε μόνο στη Γαλλία, και το «The lonely witness». Ο Μπόιλ έχει επίσης εκδώσει μια συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Death don’t have no mercy» (Ο θάνατος δεν έχει οίκτο).
«Ο Boyle είναι από το Μπρούκλιν και η εύκολη εξοικείωσή του με αυτό το περιβάλλον εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε σελίδα» έγραψε για τον συγγραφέα και το ύφος του η Bookpage, αφορμής δοθείσης του τελευταίου μυθιστορήματός του, «The lonely witness», που επίσης εκτυλίσσεται στο Gravesend του Μπρούκλιν. «Αν σας αρέσουν τα μυθιστορήματα του Τζορτζ Πελεκάνος ή του Ντένις Λιχέιν, να είστε έτοιμοι να προσθέσετε τον Μπόιλ στην τακτική λίστα ανάγνωσής σας».
Από την πλευρά της η βρετανική εφημερίδα «The Guardian» (και όχι μόνον) ανέφερε ότι η ατμόσφαιρα και το λογοτεχνικό ύφος του Μπόιλ συνάδουν με εκείνα του σπουδαίου στυλίστα Ελμορ Λέναρντ («Πιάστε τον κοντό», «Rum Punch» κ.ά.), ενώ κάποιοι άλλοι επισημαίνουν ότι το στυλ του οφείλει κάτι στη σεβάσμια παράδοση της hardboiled αμερικανικής γραφής που βρίσκουμε σε συγγραφείς όπως οι Τζέιμς Μ. Κέιν, Τζέιμς Ελρόι και Ντάνιελ Γούντρελ.
Σε συνεντεύξεις του πάντως, ο Μπόιλ έχει δηλώσει τη σχέση αγάπης – μίσους που νιώθει για την περιοχή στην οποία μεγάλωσε, μια σχέση που όλα δείχνουν ότι πυροδοτεί τη λογοτεχνική έμπνευσή του. Γιατί διαβάζοντας τις σελίδες του «Gravesend» αντιλαμβάνεσαι ότι ο συγγραφέας αγαπά τους παππούδες και τη μητέρα του, τις μυρωδιές από την κουζίνα της γιαγιάς, τα ιταλικά μπισκότα και την πίτσα του Τοτόνο στο Κόνεϊ Αϊλαντ, ή τον εσπρέσο. Αλλά την ίδια στιγμή κατανοείς το γιατί όποτε επιστρέφει σε αυτή την περιοχή, ιδίως όταν είναι μόνος, νιώθει να τον κυριεύει μια αίσθηση μελαγχολίας και «ακαθόριστης θλίψης».
«Gravesend»
Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ.
Μετάφραση Αλκηστις Τριμπέρη.
Σελίδες 338.
Τιμή 15 ευρώ.

HeliosPlus