Η Μαντόνα δεν είναι η αγαπημένη μου





ΛΟΝΔΙΝΟ, ΑΠΡΙΛΙΟΣ.


Ο Κρεγκ Αρμστρονγκ είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση στα μουσικά πράγματα των ημερών μας. Και αυτό διότι έχει καταφέρει με ένα μοναδικό τρόπο να επιβληθεί τόσο στην κινηματογραφική μουσική όσο και στη μοντέρνα ποπ χωρίς να διχάζει το κοινό του. Γεννημένος στη Γλασκώβη, αποφοίτησε από τη Βασιλική Μουσική Ακαδημία αλλά παραδόξως ξεκίνησε την καριέρα του μέσα από ποπ σχήματα, όπως οι Hipsway, οι Texas και οι Big Dish. Σήμερα, σε ηλικία 43 χρόνων, έχει συνεργαστεί με μερικούς από τους πιο αξιόλογους εκπροσώπους της ποπ μουσικής, όπως είναι οι Massive Attack, η Μπγιορκ, η Μαντόνα και οι U2. Σε κάθε νέα ταινία του ο Μπαζ Λούρμαν τον καλεί σε βοήθεια για τη μουσική του, πάντα με εξαιρετικά αποτελέσματα, όπως έγινε τόσο στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» όσο και στο «Moulin Rouge». Για τη μουσική του τελευταίου μάλιστα βραβεύθηκε και με τη Χρυσή Σφαίρα. Μόλις κυκλοφόρησε ο δεύτερος δίσκος του «As If Το Nothing» και ήδη μιλούν όλοι για έναν από τους καλύτερους δίσκους της χρονιάς. Είναι ο πρώτος δίσκος που περιλαμβάνει τόσο πολλά τραγούδια και χρειάστηκε να συνεργαστεί με μια πλειάδα τραγουδιστών για να τον ολοκληρώσει, μεταξύ των οποίων ο σόουλμαν Ντέιβιντ Μακ Αλμοντ, ο Μπόνο των U2, ο τραγουδιστής των Lemonheads Ιβαν Ντάντο, η Γουέντι Σταμπς των Alpha και ο ιδιοφυής συνθέτης του ντραμ εν μπέις Φότεκ.


«Το Βήμα» είχε την τύχη να βρεθεί στην πρώτη παρουσίαση του «As If Το Nothing» στο Barbican Centre του Λονδίνου. Μια εκπληκτική παράσταση όπου οι πιο γνωστές συνθέσεις και από τα δύο σόλο άλμπουμ του Αρμστρονγκ αλλά και στιγμές όμορφες από την κινηματογραφική μουσική του ερμηνεύθηκαν από το συγκρότημά του με τον ίδιο στο πιάνο και τη συμμετοχή της London Sinfonietta υπό τον Ματ Ντάνκλεϊ. Η αποθέωση της αφαιρετικής διάθεσης με τα έγχορδα να βοηθούν ακόμη περισσότερο αυτή την κατεύθυνση, με εμβόλιμα στοιχεία από το τριπ χοπ, το ροκ, την πειραματική ηλεκτρονική μουσική και τη σόουλ. Πρώτη φορά ίσως η ποπ είχε τόσο μεγάλη ανάγκη τη συμβολή μιας ορχήστρας. Καλύτερες στιγμές αναμφίβολα το «Wake Up In New York» με τον Ιβαν Ντάντο – ο οποίος είχε έλθει από τη Νέα Υόρκη μόνο γι’ αυτό το τραγούδι – να ακούγεται καλύτερος από ποτέ και το «Snow» με τον Ντέιβιντ Μακ Αλμοντ, ο οποίος έφτασε τη φωνή του σε ασυνήθιστα υψηλές περιοχές. Εκπληξη η συμμετοχή της τραγουδίστριας του πρωτοποριακού γερμανικού συγκροτήματος Laub, Αντιε Γκρέιε-Φουκς, η οποία εμφανίστηκε στη σκηνή συνοδεία ενός λάπτοπ.


Μια παράσταση όπου πραγματικά έλειπε παντελώς η εμπορική διάθεση που χαρακτηρίζει τις περισσότερες δουλειές σήμερα και πρωταρχικός σκοπός ήταν η κατάκτηση της αληθινής τέχνης του τραγουδιού. Αυτού που είναι λίγο πιο δύσκολο αλλά πιο ουσιαστικό. Λίγο αργότερα στα καμαρίνια του Barbican Centre συναντήσαμε τον Κρεγκ Αρμστρονγκ και μιλήσαμε εφ’ όλης της ύλης.




– Ηταν πρόκληση η συμμετοχή της London Sinfonietta στη συναυλία σας;


«Οπωσδήποτε, διότι η μουσική μου έχει γραφτεί έχοντας τις περισσότερες φορές στο μυαλό μου την ορχήστρα. Πόσο μάλλον όταν η ορχήστρα αυτή έχει συνεργαστεί με μερικούς από τους σημαντικότερους συνθέτες της σύγχρονης μουσικής».


– Γιατί ονομάσατε το άλμπουμ σας «As If Το Nothing» (Σαν τίποτα);


«Σε σχέση με τη ζωγραφική ή τη λογοτεχνία η μουσική δεν υφίσταται με την ίδια λογική παρά μόνο σε ηχητικά κύματα. Πιστεύω ότι αυτό ο τίτλος είναι ένας καλός τρόπος να περιγράψεις αυτό το συναίσθημα της αέρινης υπόστασης της μουσικής. Επίσης εκφράζει την αίσθηση ασάφειας που έχω για τη μουσική στο μυαλό μου».


– Σε αντίθεση με άλλες δουλειές σας το «As If Το Nothing» χαρακτηρίζεται από τα τραγούδια και όχι από τις ινστρουμένταλ συνθέσεις. Πώς καταλήξατε εκεί;


«Σωστά. Ηθελα να πειραματιστώ περισσότερο με το τραγούδι αυτή τη φορά, γι’ αυτό και έστρεψα τη ματιά μου στους ειδικούς, στους τραγουδιστές».


– Η αλήθεια είναι ότι απευθυνθήκατε στους καλύτερους. Πείτε μου για τον Μπόνο;


«Εχω κάνει αρκετά πράγματα με τους U2 στο παρελθόν κυρίως, όσον αφορά όμως τις ενορχηστρώσεις στα έγχορδα. Αυτή τη φορά είπα στον Μπόνο ότι θα διαλέξω το αγαπημένο τραγούδι μου και αυτό ήταν το «Stay (Faraway, So Close)» από την ταινία του Βέντερς. Ο Μπόνο είναι καταπληκτικός τραγουδιστής με φωνή που διαπερνά τα σωθικά σου. Στον δίσκο ερμηνεύει το κομμάτι με φοβερή απλότητα σαν μέλος παιδικής χορωδίας, δυστυχώς δεν μπόρεσε να τραγουδήσει σήμερα για λόγους πέρα από τη θέλησή του».


– Ο Ιβαν Ντάντο μπόρεσε όμως να έλθει από την Αμερική για ένα και μόνο τραγούδι;


«Και τον ευχαριστώ πολύ. Η εταιρεία, όταν έμαθε ότι θα συνεργαστώ μαζί του, αντέδρασε στην αρχή. Πιστεύω όμως ότι ο Ιβαν έχει μία από τις καλύτερες φωνές στον κόσμο και επίσης προτιμώ να τραγουδά αυτός για τη Νέα Υόρκη διότι ζει εκεί παρά ένας Βρετανός που δεν έχει πάει ποτέ εκεί, όσο καλή φωνή και αν έχει».


– Η Μαντόνα είναι καλή σας φίλη, και όμως δεν την καλέσατε – κάτι που σίγουρα θα απογείωνε τις πωλήσεις του δίσκου σας. Γιατί;


«Ισως αυτός να είναι και ο λόγος. Δεν ήθελα ο δίσκος να γίνει γνωστός για μία επιτυχία και μόνο. Πολλοί διερωτώνται: «Μα θα έμπαινε η Μαντόνα στο στούντιο για κάτι τέτοιο;». Η αλήθεια είναι ότι η Μαντόνα βρίσκεται συνεχώς στο στούντιο. Δεν συμπεριλαμβάνεται όμως στους αγαπημένους δημιουργούς της ατζέντας μου».


– Της το έχετε πει ποτέ;



«Είναι κάτι που αντιλαμβανόμαστε μεταξύ μας οι μουσικοί. Την σέβομαι πολύ και θεωρώ ότι σε όλους τους δίσκους που έχει κάνει το αποτέλεσμα είναι υψηλής αισθητικής. Αν και μου αρέσει περισσότερο το «Ray Of Light», ίσως γιατί είχα δουλέψει πολύ στο «Frozen». Αυτόν τον καιρό ηχογραφεί νέο άλμπουμ και την ρώτησα πώς είναι. Τι απάντησε; «Πολύ καλό»».


– Πρέπει να ομολογήσω ότι η επιλογή του Ντέιβιντ Μακ Αλμοντ ήταν εξαιρετικά επιτυχημένη αν κρίνω και από την αντίδραση του κοινού σήμερα.


«Ο Ντέιβιντ Μακ Αλμοντ είναι η κλασική περίπτωση συνεργάτη από τον οποίο άλλα περιμένεις όταν ξεκινάς τη συνεργασία και σε άλλα καταλήγεις. Το τραγούδι έμοιαζε αρχικά να έχει βγει από δίσκο του Σκοτ Γουόκερ και στη συνέχεια μεταμορφώθηκε σε σκοτεινό μπλουζ από τη φωνή του Μακ Αλμοντ. Υπέροχη φωνή με απεριόριστες δυνατότητες».


– Σε τι διαφέρει η διαδικασία σύνθεσης όταν πρόκειται για ποπ άλμπουμ από την κινηματογραφική μουσική;


«Και στις δύο περιπτώσεις πλησιάζω τη μουσική κινηματογραφικά. Μόνο που στην περίπτωση των ποπ άλμπουμ μου οι εικόνες είναι φανταστικές. Σε κάθε περίπτωση προσπαθώ να γράψω μουσική εξαιρετική και αληθινή».


– Πόσο σημαντικές είναι οι βραβεύσεις για σας;


«Πιστεύω ότι οι περισσότεροι συνθέτες νιώθουν πιο άνετα όταν βρίσκονται στο στούντιο και συνθέτουν τη μουσική τους από το να βγάζουν λόγους σε βραβεύσεις. Βεβαίως ήταν πολύ μεγάλη η τιμή να μου δώσουν τη Χρυσή Σφαίρα και το βραβείο BAFTA για τη μουσική που έγραψα για το «Moulin Rouge»».


– Αυτό το διάστημα τι ακούτε, ποιες είναι οι επιρροές σας;


«Ακούω πολύ τη γερμανική σχολή της ηλεκτρονικής μουσικής, ταυτόχρονα όμως έχω αναθεωρήσει την άποψή μου για τις πρώτες δουλειές του Ενιο Μορικόνε. Νομίζω ότι δεν διαφέρω από τους περισσότερους λάτρεις της μουσικής σήμερα, που ακούν πολλά είδη μουσικής».


– Σας ευχαριστώ, κύριε Αρμστρονγκ, και ελπίζω να σας δούμε και στην Ελλάδα.


«Και εγώ, διότι στην Ελλάδα η μουσική μου γνωρίζει μεγάλη επιτυχία».