Οσιπ Μαντελστάμ
Το αιγυπτιακό γραμματόσημο

Μετάφραση – επίμετρο Βιργινία Γαλανοπούλου
Εκδόσεις Οροπέδιο, 2016
σελ. 136, τιμή 10 ευρώ

Η απαγωγή της ρεντιγκότας του Παρνόκ δεν ήταν και τόσο δύσκολη υπόθεση. Μάλιστα ο δράστης χαρακτηρίζει «παιχνιδάκι» την όλη επιχείρηση που έγινε στα κρυφά. Ο ίδιος θυμόταν άλλωστε και τα λόγια του παππού του, που έλεγε ότι «αληθινός ράφτης είναι αυτός που παίρνει το πανωφόρι του πελάτη που τον φέσωσε μέρα μεσημέρι στη λεωφόρο Νιέφσκι». Ο ράφτης Μέρβις –στο πρόσωπο του οποίου καθρεφτίζονταν διάφορες μορφές, «ένας αρχαίος σάτυρος, ένας άμοιρος κιθαρωδός, ώρες-ώρες το προσωπείο ενός ηθοποιού σε κάποια τραγωδία του Ευριπίδη» –κινήθηκε με αποφασιστικότητα, άρπαξε το ρούχο, το δίπλωσε μέσα σ’ ένα καθαρό λινό σεντόνι που έμοιαζε με σάβανο και το έδωσε σε κάποιον άλλο, στον ίλαρχο Κρζιζανόφσκι, ο οποίος αργότερα θα έφευγε (με το τρένο, έχοντας ως προορισμό την ηλιόλουστη Μόσχα) από την Πετρούπολη, την ιστορική πόλη «με τα συχνά κοντσέρτα, τα κίτρινα κτίρια, τα δυσοίωνα σημάδια, τη σκυθρωπή όψη, τον χειμωνιάτικο αέρα της». Και μετά; Τι συνέβη; Η απάντηση είναι πως αυτό –η δράση του έργου, που είναι ούτως ή άλλως στοιχειώδης –δεν έχει και τόση σημασία στη νουβέλα του μεγάλου ρώσου ποιητή Οσιπ Εμίλιεβιτς Μαντελστάμ (1891-1938) υπό τον αινιγματικό τίτλο Το αιγυπτιακό γραμματόσημο.

Σημασία δεν έχει τόσο η εξωτερική δράση (λ.χ. η σκηνή ενός λιντσαρίσματος κάποιου μικροαπατεώνα που σούφρωσε ένα ρολόι) αλλά η εσωτερική δράση μιας όμορφης διάνοιας που βλέπει –και νοηματοδοτεί –τον κόσμο μέσα από την τέχνη: λογοτεχνία, μουσική, ζωγραφική, αρχιτεκτονική. Επίκεντρο όλων αυτών (και όχι απλώς ένα φόντο) είναι «η κρυφή υφή της Πετρούπολης», της τσαρικής πρωτεύουσας που βιώνει μιαν αβέβαιη μετάβαση σε μια κοσμογονική εποχή, τότε που από Πετρογκράντ έγινε Λενινγκράντ. «Επαναλαμβάνω: το μεγαλείο τούτου του τόπου είναι ακριβώς αυτό –ότι δε δίνονται πληροφορίες ποτέ και σε κανέναν».


Το επαναστατικό 1917
Ο Μαντελστάμ άρχισε να γράφει τη νουβέλα το 1927 και την ολοκλήρωσε τους πρώτους μήνες του 1928, σε μια περίοδο που είχε αφήσει κατά μέρος την ποιητική του δημιουργία και είχε αφοσιωθεί στην πεζογραφία και στην αρθρογραφία. Ομως η πλοκή του έργου τοποθετείται μία δεκαετία περίπου νωρίτερα, στο διάστημα μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου κατά το σημαδιακό έτος 1917, αποκτά δηλαδή ιδιαίτερη σημασία «το καλοκαίρι του Κέρενσκι» και της «σιροπιαστής κυβέρνησης», ό,τι μεσολαβεί ανάμεσα στις επαναστάσεις του Φεβρουαρίου και του Οκτωβρίου. «Η Πετρούπολη αυτοανακηρύχθηκε Νέρωνας –και το θέαμα ήταν τόσο αηδιαστικό, σαν να την παρακολουθούσες να καταβροχθίζει νεροζούμι με λιωμένες μύγες».
Το Αιγυπτιακό γραμματόσημο είναι ένα κείμενο λαμπρής ποιητικής πρόζας όπου εν μέρει αναγνωρίζουμε –όχι μόνο από τις σχετικές αναφορές στην παιδική ηλικία λ.χ. αλλά και από τις υπέροχες καλλιτεχνικές αναφορές –και τον ίδιο τον Μαντελστάμ, ο οποίος είχε εβραϊκή καταγωγή, υπήρξε γόνος μιας αστικής και εύπορης οικογένειας που έχασε τα πάντα. «Περπατούσε κοντά στις σηκωμένες γέφυρες, που του θύμιζαν πως όλα μια μέρα καταρρέουν, πως το κενό, το χάσμα, αποτελεί εξαίρετη πραμάτεια, ότι ο χωρισμός είναι βέβαιος, αναπότρεπτος, ότι σκοτεινοί μοχλοί κινούν τις μάζες και τα χρόνια». Ο λόγος για τον πρωταγωνιστή Παρνόκ, ασφαλώς, που δεν βρήκε ποτέ την τόλμη να ζητήσει πίσω τη ρεντιγκότα του και αργότερα επιδίδεται σε μια σχεδόν υπαρξιακή περιπλάνηση σε μια Πετρούπολη ανάστατη και δυσοίωνη.
Βέβαια, ο ίδιος τότε στόχευε σε ένα διόλου ευκαταφρόνητο πόστο, «όνειρό του ήταν να διοριστεί δραγουμάνος στο υπουργείο εξωτερικών, να πείσει την Ελλάδα να προχωρήσει σ’ ένα παράτολμο βήμα και να συντάξει σχετικό μνημόνιο», να εμπλακεί δηλαδή στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Προφανώς και δεν ξέρουμε αν αυτό, συγκεκριμένα, σχετίζεται ευθέως με τον ίδιο τον Μαντελστάμ ή με κάποιον γνωστό του (λ.χ. τον φίλο του Βαλεντίν Γιάκοβλεβιτς Παρνάχ ο οποίος θεώρησε το έργο λίβελο προς το πρόσωπό του και διέκοψε κάθε σχέση μαζί του), αυτό όμως που ξέρουμε πέραν πάσης αμφιβολίας ήταν πως ο ίδιος ο Μαντελστάμ υπήρξε λάτρης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.


Το παρατσούκλι
Πάντως αυτό που έτρεμε περισσότερο απ’ όλα ο Παρνόκ, ο οποίος είναι και δεν είναι ο Μαντελστάμ, ήταν η πιθανότητα να στραφεί πάνω του η εχθρική διάθεση του ανεξέλεγκτου πλήθους. «Ο φόβος είναι μεγάλος τεχνίτης –κρατά τον όχλο δεμένο όπως ο βαρελάς κολλά τις σανίδες στο βαρέλι του». Στο σχολείο οι συμμαθητές του τον πείραζαν και του είχαν βγάλει ένα παρατσούκλι, τον αποκαλούσαν «κηλιδοκαθαριστή», ότι δηλαδή διέθετε ένα ειδικό φίλτρο που αφαιρεί διάφορες λαδιές και μελανιές –ο χαρακτηρισμός αυτός είχε αντισημιτική χροιά, διότι η λέξη «Εβραίος» ήταν ως και τις αρχές του 20ού αιώνα συνώνυμο της «κηλίδας από μελάνι».
Ο «ανθρωπάκος» και η παράδοση
Κάπου εδώ είναι απαραίτητο να αναφερθούμε στο εκτεταμένο και εξόχως διαφωτιστικό επίμετρο της Βιργινίας Γαλανοπούλου που συνοδεύει την έκδοση, διότι χωρίς αυτό ο έλληνας αναγνώστης μάλλον θα χανόταν στις (κατά τ’ άλλα ουσιαστικές και δημιουργικές) παρεκβάσεις που κάνει ο Μαντελστάμ σε όλο το κείμενο, καθώς, όπως γράφει τεκμηριωμένα η ίδια, «η νουβέλα αφήνει την αίσθηση ενός κρυπτογραφικού κειμένου». Σε ορισμένα σημεία μάλιστα η μεταφράστρια –πέραν του ότι εντοπίζει με συστηματικότητα τα μοτίβα που χρησιμοποιεί εν γένει ο ποιητής, και το ελληνικό μοτίβο μεταξύ άλλων –παραθέτει αποσπάσματα από τα προσχέδια της νουβέλας του ώστε να φωτίσει καλύτερα το κείμενο. Και, πράγματι, έτσι σηκώνεται ο μυστηριώδης πέπλος που καλύπτει τον γριφώδη τίτλο και γίνεται αντιληπτό πού παραπέμπει το (κατά τ’ άλλα μειωτικό) «αιγυπτιακό γραμματόσημο».
Ο Παρνόκ είναι ένας τυπικός και ταπεινός «ανθρωπάκος», μια ψυχή που (ως λογοτεχνική μορφή) έχει τιμήσει η ρωσική παράδοση με σημαντικά έργα: ο Γιάκοφ Πετρόβιτς Γκολιάντκιν στον Σωσία του Ντοστογέφσκι, ο Γεβγκένι στον Χάλκινο Καβαλάρη του Πούσκιν, ο Ακάκι Ακάκιεβιτς Μπασμπάτσκιν στο Παλτό και ο Αξέντι Ιβάνοβιτς Ποπρίσιν στο Ημερολόγιο ενός τρελού του Γκόγκολ.

«Ο Παρνόκ»
, γράφει η Βιργινία Γαλανοπούλου, «είναι ο Εβραίος εκπρόσωπος» όλων αυτών. Ξεχωριστή μνεία γίνεται στο μνημειώδες έργο Πετρούπολη του Αντρέι Μπέλι, με το οποίο το προδήλως ελεγειακό Αιγυπτιακό γραμματόσημο έχει πολλά κοινά σημεία τόσο ως προς την ατμόσφαιρα όσο και ως προς την οπτική των συγγραφέων. «Η Πετρούπολη ήταν η αγωνία του, οι στίχοι του και η σιωπή του» έγραψε η Ναντέζντα Γιάκοβλεβνα, σύζυγος του Οσιπ Εμίλιβιετς Μαντελστάμ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ