Την παλαιότερη πεζογραφία μας την ανακαλύψαμε όψιμα. Ισως ήταν ο Αλκης Αγγέλου με τη Λένα Σαββίδη στις εκδόσεις του Ερμή οι πρωτεργάτες αυτής της αρχαιολογίας της λογοτεχνίας μας. Στην περίφημη σειρά «Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη» (ΝΕΒ) που διηύθυνε ο Αγγέλου άρχισαν να εκδίδονται από τη δεκαετία του 1970 παλαιότερα κείμενα, συχνά ανέκδοτα, σε εκδόσεις μικρού σχήματος, με την επιμέλεια γνωστών φιλολόγων. Η στροφή του εκδοτικού ενδιαφέροντος προς την παλαιότερη πεζογραφία μας αποτυπώθηκε τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 και σε άλλες σειρές. Σε σειρές χρηστικές για το ευρύ κοινό –«Η πεζογραφική μας παράδοση» με διευθυντή τον Μανόλη Αναγνωστάκη στις εκδόσεις Νεφέλη, «Ασυνήθιστες ιστορίες» με επιμελητή τον Ε. Χ. Γονατά στις εκδόσεις Στιγμή –και σε σειρές φιλολογικές, με εισαγωγές και άλλα συνοδευτικά κείμενα που κατέληξαν μελέτες αναφοράς, όπως η εισαγωγή του Παναγιώτη Μουλλά για το νεοελληνικό διήγημα στην έκδοση των διηγημάτων του Βιζυηνού στη ΝΕΒ ή οι εισαγωγές στη «Νεοελληνική Βιβλιοθήκη» του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη που πρωτοδιηύθυνε ο Απόστολος Σαχίνης.
Σήμερα, στη σειρά του Ερμή, που συνεχίζεται από την Εστία, και στις άλλες που εξακολουθούν με νέους διευθυντές, συμπαρατάσσονται οι τόμοι της σειράς «Παλαιά κείμενα / Νέες αναγνώσεις», μιας λογοτεχνικής σειράς των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, σε τυπογραφικά καλαίσθητους τόμους, στο κλασικό σχήμα 12Χ17 που έχει ταυτιστεί στην αναγνωστική μας συνείδηση με την παλαιότερη γραμματεία μας, και με την εκδοτική φροντίδα καταξιωμένων μελετητών.
Εχουν κυκλοφορήσει μέχρι στιγμής η Κερένια κούκλα (1911) του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου (1867-1911), επιμ. Αγγέλα Καστρινάκη, η Πρώτη αγάπη (1919), επιμ. Κέλη Δασκαλά, του Ιωάννη Δ. Κονδυλάκη (1861-1920) και το Φθινόπωρο (1917), επιμ. Δημήτρης Πολυχρονάκης, του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου (1868-1920). Εργα γνωστά, με θεματολογία κοινή –ερωτικά σκιρτήματα, αισθηματικές αμφιταλαντεύσεις, μοιραία ερωτικά τρίγωνα -, στο αποκορύφωμα μιας συγγραφικής διαδρομής και μιας παράδοσης, συμπληρώνονται από μοντέρνες ερμηνευτικές προσεγγίσεις και γλωσσάρια σε εκδόσεις φιλολογικές που αποσκοπούν να είναι και χρηστικές με τις εκδοτικές καινοτομίες που εισηγούνται. Η διευθύντρια της σειράς Αγγέλα Καστρινάκη, καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, μίλησε στο «Βήμα» για την παλαιότερη γραμματεία μας και τις εκδοτικές της προκλήσεις στον 21ο αιώνα.
«Παλαιά κείμενα / Νέες αναγνώσεις». Ποια είναι η φιλοσοφία της σειράς;


«Βρίσκω ωραίο και χρηστικό να έχει κανείς κείμενο και ερμηνεία στον ίδιο τόμο. Οταν ήμουν φοιτήτρια διάβαζα με πάθος (και διαβάζω ακόμη) τις εκδόσεις της Νέας Ελληνικής Βιβλιοθήκης, όπου κείμενα του Παπαδιαμάντη, του Βιζυηνού ή του Κοσμά Πολίτη συνδυάζονταν με τις μελέτες του Μουλλά, του Μάκριτζ και άλλων. Κάτι τέτοιο θέλησα να επαναλάβω: καλά επιμελημένα κείμενα με διαφωτιστικές και καλογραμμένες μελέτες πλάι τους. Οι μελέτες αυτές είναι «νέες αναγνώσεις». Ανανεωμένη οπτική για παλιά κείμενα, συνδυάζοντας πάντα τη φιλολογική ματιά με την ιστορική».
Με τι κριτήρια επιλέγονται τα κείμενα; Είναι ανέκδοτα, εξαντλημένα, κείμενα του Κανόνα που διεκδικούν με ανανεωμένη εκδοτική παρουσία μια νέα γενιά αναγνωστών;


«Το βασικό κριτήριο είναι ότι μας αρέσουν, χωρίς να ανήκουν αναγκαστικά στον Κανόνα (άλλωστε ποιον Κανόνα;). Αλλο κριτήριο είναι ότι μας αφήνουν το περιθώριο να «κεντήσουμε» ερμηνευτικά, δηλαδή το ότι έχουμε καινούργια πράγματα να πούμε γι’ αυτά. Συνάδελφοι που έχουν μελετήσει έναν ορισμένο συγγραφέα ή θέμα και οι οποίοι έχουν κάτι νέο να πουν σε σχέση με την υπάρχουσα βιβλιογραφία συντάσσουν ερμηνευτικά επίμετρα αποδεχόμενοι και τον όρο της επικοινωνίας με ένα κοινό μη ειδικών.
Προς το παρόν εστιάζουμε σε κείμενα των αρχών του 20ού αιώνα. Θα εκδώσουμε Θεοτόκη, Περικλή Γιαννόπουλο, Ιωνα Δραγούμη, πιθανώς Βλαχογιάννη και Πηνελόπη Δέλτα. Σχεδόν έτοιμη είναι και η αυτοβιογραφία του Δημήτρη Μυράτ, ένα γλαφυρό αλλά άγνωστο στους μη ειδικούς κείμενο του 1928 που επανεκδίδει ο καθηγητής του Τμήματος Θεάτρου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ανδρέας Δημητριάδης με μια θαυμάσια μελέτη για τη ζωή στο σανίδι και τις αυτοβιογραφικές συνήθειες των ηθοποιών. Επειτα σχεδιάζουμε να πάμε και προς τα πίσω, σε Παπαδιαμάντη και Βιζυηνό, με νέες πάντα θεωρήσεις, και μπροστά, προς τον αγαπημένο Κοσμά Πολίτη και άλλους/άλλες».
Δεν είναι λοιπόν μια σειρά αποκλειστικά για φιλολόγους…


«Τα κείμενα της σειράς απευθύνονται σε όλους όσοι αγαπούν τη λογοτεχνία. Σίγουρα όχι αποκλειστικά στους ειδικούς φιλολόγους. Δεν είμαστε δύστροποι, δεν χρησιμοποιούμε ειδική ορολογία, δεν πιστεύουμε σε μια επιστημοσύνη που φοράει σκυθρωπό προσωπείο. Μας αρέσει να κοινοποιούμε τις ανακαλύψεις μας με τον ενθουσιασμό που μας διακατέχει τη στιγμή της ανακάλυψης».
Η έκδοση των παλαιότερων κειμένων της λογοτεχνίας μας τοποθετεί τον επιμελητή μπροστά σε μεγάλες αποφάσεις που διχάζουν τη φιλολογική κοινότητα: έκδοση σε πολυτονικό ή μονοτονικό, ιστορική ή εκσυγχρονισμένη ορθογραφία κ.τ.λ. Με ποιους συντάσσεστε;


«Τα κείμενα εκδίδονται με τον απλούστερο και φιλικότερο προς τον αναγνώστη τρόπο. Με εκσυγχρονισμένη ορθογραφία, εννοείται. Δεν έχει νόημα να τηρούμε πιστά τον τρόπο γραφής όλων των συγγραφέων και όλων των εποχών. Θα καθιερώναμε έτσι το χάος.
Επίσης είμαι πιστή οπαδός του μονοτονικού. Τα σημαδάκια των Αλεξανδρινών δεν μου προκαλούν καμία συγκίνηση, αισθητική ή άλλη. Επομένως, ένα τονικό σύστημα, για να μην μπερδεύουμε τους μαθητές μας και για να μπορώ κι εγώ ως δασκάλα να απαιτώ τη σωστή χρήση του και να μη βλέπουν τα μάτια μου ό,τι βλέπουνσήμερα.

Στη στίξη επεμβαίνουμε αποφασιστικά, πρώτον γιατί στις παλιές εκδόσεις γίνεται συχνά απρόσεκτη χρήση της στίξης και έπειτα γιατί παλιές συνήθειες –όπως, για παράδειγμα, η πληθωρική χρήση αποσιωπητικών –δεν θεωρούμε αναγκαίο να διαιωνίζονται.

Κριτήριο παραμένει πάντα το ευανάγνωστο του κειμένου και όχι η αναπαραγωγή μιας παλιάς, τάχα αυθεντικής εικόνας. Τότε θα έπρεπε να αναπαράγουμε και τα ορθογραφικά λάθη, που, σας βεβαιώνω, ήταν πολλά».
Δεδομένου ότι ο κόσμος μας έχει αλλάξει συλλήβδην μετά την ψηφιακή επανάσταση, πόση απήχηση μπορεί να έχουν τα κείμενα αυτά στη νέα γενιά αναγνωστών;
«Ο Χρηστομάνος, η Κερένια κούκλα, διαβάζεται με πάθος και σήμερα. Παράδειγμα: δύο νέοι δημιουργοί, σαραντάχρονοι, δουλεύοντας με απίθανο μεράκι, τη μετέτρεψαν κιόλας σε graphic novel που θα κυκλοφορήσει σύντομα. Ο Κονδυλάκης μας έδωσε την ευκαιρία να μελετήσουμε το πολύ ενδιαφέρον διαχρονικό θέμα «πρώτη αγάπη». Οσο για το Φθινόπωρο του Χατζόπουλου, είναι από τα πιο ατμοσφαιρικά ελληνικά μυθιστορήματα. Τα έργα αυτά δεν είναι απλώς «η παράδοσή μας», είναι κείμενα ζωντανά και αξιανάγνωστα».
Βρίσκουν –ή οφείλουν να βρουν –τα κείμενα αυτά ένα αναγνωστικό κοινό μέσα στη σχολική τάξη;
«Το τι μπορεί να διδαχθεί στο σχολείο είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Κάποτε είχα γράψει σε ένα άρθρο «Εμπρός στον δρόμο που χάραξε ο Πότερ». Πιστεύω ότι πρέπει να διδαχθούμε από τα σουξέ της εποχής. Oχι για να υποκύψουμε σε αυτά. Αλλά, από την άλλη, δεν πρέπει να είμαστε κολλημένοι στην «παράδοσή» μας. Ας ανοιχτούμε στην Ευρώπη. Εκεί υπάρχει, π.χ., ο υπέροχος και διδακτικότατος Ντίκενς».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ