Φτάσαμε πάλι σε αυτό το κλάσμα του έτους που, θες δεν θες, το «πάει ο παλιός ο χρόνος» παίζει σε επανάληψη στο μυαλό σου. Είναι η ώρα των απολογισμών, η ώρα που ξαναμελετάς τα λάθη που έκανες τη χρονιά που τελειώνει, ώστε να μην ξεχάσεις να τα επαναλάβεις τη χρονιά που έρχεται.
Τη δική της τάση προς την επανάληψη δεν έκρυψε ποτέ και η παρούσα στήλη. Με αναφορές στη δικαιοσύνη, στα ανθρώπινα δικαιώματα, στις έμφυλες σχέσεις και στo περιβάλλον, προσπαθεί να φανταστεί έναν κόσμο με περισσότερη ισότητα και λιγότερη αδικία.
Ποινικοποίηση
Η στήλη έχει επίσης τη συνήθεια να συμπαθεί εκφράσεις και έννοιες που έχουν σχεδόν ποινικοποιηθεί στον δημόσιο λόγο, όπως ο δικαιωματισμός, η πολιτική ορθότητα και η αλληλεγγύη. (Το ενδιαφέρον είναι ότι είχαν αρχίσει να ποινικοποιούνται και πριν από τη δευτέρα παρουσία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο: ο πρόεδρος των ΗΠΑ απλώς νομιμοποίησε τις διώξεις και επέβαλε τις ποινές, κατά κανόνα χρηματικές, όπως αυτές στα αμερικανικά πανεπιστήμια.)
Σε κάθε περίπτωση, και κάπου εδώ θα τελειώσω αυτόν τον μίνι (ταιριαστό για την εποχή) απολογισμό της στήλης, όλες αυτές οι αναφορές δεν είναι παρά λέξεις. Αυτό που έχει πραγματική σημασία είναι οι πράξεις. Και το λέω αυτό φέρνοντας στο μυαλό μου τις συλλογικότητες που κάθε χρόνο την παραμονή της Πρωτοχρονιάς μαζεύονται έξω από τις φυλακές, εκφράζοντας τη συμπαράστασή τους σε μία από τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, τους κρατουμένους στα σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας.
Κοινώς, την ώρα που οι περισσότεροι και οι περισσότερες από εμάς ετοιμαζόμαστε να μετρήσουμε αντίστροφα τα τελευταία δευτερόλεπτα έως τα μεσάνυχτα και υποσχόμαστε για τη νέα χρονιά πράγματα που δεν θα τηρήσουμε, κάποιοι άνθρωποι στέκονται στο κρύο για να στείλουν ένα μήνυμα ελπίδας στους/στις «από μέσα»: Δεν είσαι μόνος/η.
Και υπάρχει μια επιπλέον ποιητικότητα σε αυτή την αντίθεση. Γιατί η πλειονότητα του πληθυσμού ελπίζει για την επόμενη χρονιά σε κάποιου είδους απελευθέρωση: Να απαλλαγεί από την πολλή δουλειά, ώστε να μείνει περισσότερος χρόνος για ταξίδια, να πάει καλά η θεραπεία να απαλλαγεί από κάποια ασθένεια, να απελευθερωθεί από το τσιγάρο ή από τα παραπάνω κιλά.
Ολα, με κάποιον τρόπο, ανάγονται σε ένα είδος ελευθερίας. Και υπάρχουν κι αυτοί/ές που μοναδική τους ευχή είναι η κυριολεκτική ελευθερία από ένα κελί.
Αφορμή για αυτές (και όχι μόνο αυτές) τις σκέψεις ήταν ότι διάβασα καθυστερημένα το βιβλίο του Τάσου Θεοφίλου «Η φυλακή» (εκδ. Αντίποδες, 2025). Ο Θεοφίλου είχε καταδικαστεί σε 25 χρόνια φυλάκιση για ληστεία και φόνο, έμεινε στις φυλακές για πέντε χρόνια και τελικά αθωώθηκε πριν από κάποια χρόνια και με τη βούλα του Αρείου Πάγου.
Σε αυτό, λοιπόν, το βιβλίο των σχεδόν 100 μικρών σελίδων, ο συγγραφέας του προσφέρει μια κλινική «εκ των έσω» παρουσίαση του ελληνικού σωφρονιστικού συστήματος. Και πετυχαίνει τον σκοπό του να δείξει ότι η ζωή στις φυλακές δεν μοιάζει καθόλου με τις εικόνες στις οποίες «έχουμε εκπαιδευθεί» από τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Αλλα νομίσματα
Οι φυλακές δεν απεικονίζονται ως ένας τόπος συνεχούς σωματικής βίας, αλλά ως άλλο ένα πεδίο όπου εφαρμόζονται κοινωνικές, οικονομικές και φυλετικές διαστρωματώσεις. Απλά το νόμισμα δεν είναι πια το ευρώ, τα δολάρια ή τα likes στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά ο καπνός, οι τηλεκάρτες και το δικαίωμα να μειώσεις με μεροκάματα το διάστημα της κράτησής σου.
Αλλά ας μη σας κάνω άλλα σπόιλερ, αξίζει να το διαβάσετε και να βγάλετε μόνοι/ες τα συμπεράσματά σας. Και ίσως να κοιτάτε με λιγότερη κατανόηση όσους προτείνουν ως λύση για κάθε ελληνική παθογένεια την αυστηροποίηση των ποινών…
Καλή και ελεύθερη χρονιά.
