Καφές-Performance

Υπάρχουν, νομίζω, μέρη στα οποία πας για να διασκεδάσεις και μέρη όπου πηγαίνεις για να κάνεις ότι διασκεδάζεις. Σε ένα τέτοιο βρισκόμουν

Καφές-Performance

Βρεθήκαμε σε ένα από τα cafés τα οποία στην πραγματικότητα δεν σε θέλουν. Που απλώς σε ανέχονται. Που φωνάζουν «εδώ ανήκουμε σε άλλο σύμπαν, ανώτερο από το δικό σου». Τι θέλαμε εκεί; Eλα ντε! Καθίσαμε. Μας έφεραν εμφιαλωμένο νερό ακριβής εισαγόμενης μάρκας, χωρίς να ρωτήσουν αν θέλαμε, και μας ενεχείρισαν έναν κατάλογο ογκώδη και βαρύ, που μου θύμισε το δίπτυχο με τις δέκα εντολές που κρατά ο Μωυσής στις ταινίες του Χόλιγουντ.

Σχεδόν ντράπηκα που από όλα τα πανάκριβα Negronis, Daiquiris και Mojitos εγώ ήθελα μια σόδα. Κάτι σαν να είχα μπει στο Tiffany’s για να αγοράσω ένα μπακιρένιο πανηγυριώτικο βραχιολάκι. Ας μην έμπαινα! Ο σερβιτόρος πέρασε από δίπλα μας ξανά και ξανά. Μας απέφευγε. Συνειδητά; Κάναμε αγώνα για να μας δώσει σημασία. Για να μην πέσω και άλλο στα μάτια του, τελικά δεν παράγγειλα σόδα, αλλά έναν διπλό εσπρέσο και ένα matcha cookie, όχι επειδή μου αρέσει, επειδή μου φάνηκε πιο «high», και ας είχε γεύση φρεσκοκομμένου γρασιδιού.

Την τιμή δεν θα τη σχολιάσω, ήξερα από την αρχή πως επιλέγοντας ένα τέτοιο μέρος θα πλήρωνα τον καφέ για Blanton’s Gold Edition Single Barrel. Θα σχολιάσω όμως το απρόσωπο σέρβις. Κανείς δεν ξαναπέρασε να μας ρωτήσει αν ήταν όλα εντάξει. Μόνο ένας πήρε τρέχοντας (για να μην προφτάσουμε να αντιδράσουμε;) το μισογεμάτο μπουκάλι με το νερό και το αντικατέστησε με ένα άλλο μπουκάλι. Προσθέτοντας με ταχυδακτυλουργικό τρόπο ένα ακόμα χαρτάκι πάνω στα άλλα χαρτάκια με τον λογαριασμό.

Αισθάνθηκα όπως κάτι αδέξια παιδιά στο πάρτι αποφοίτησης του σχολείου τους στις αμερικανικές ταινίες. Από εκείνα που τα καλούν μόνο και μόνο για να τους δείξουν την περιφρόνησή τους. Αλλά παρέμεινα από περιέργεια. Ηθελα να δω ποιος πηγαίνει σε αυτά τα μέρη και τα θεωρεί φυσιολογικά. Γύρω μου κόσμος με γυαλιά ηλίου σε έναν ημιυπαίθριο σκοτεινό χώρο. Ανθρωποι καλοντυμένοι με τρόπο που μοιάζει τυχαίος, αλλά χρειάζεται πέντε ώρες styling.

Ηταν όλοι τους τόσο μέσα σε αυτό το σενάριο, που εμείς μοιάζαμε σαν κομπάρσοι που μπήκαν στο λάθος γύρισμα. Υπάρχουν, νομίζω, μέρη στα οποία πας για να διασκεδάσεις και μέρη όπου πηγαίνεις για να κάνεις ότι διασκεδάζεις. Σε ένα τέτοιο βρισκόμουν. Εκεί όπου αν δεν πληρώσεις χρυσό τον καφέ χάνεις το κέφι σου. Που η φιλοξενία έχει μετατραπεί σε performance, που το σέρβις είναι ρόλος και που το τραπέζι σου είναι μια σκηνή όπου κι εσύ ερμηνεύεις τον δικό σου ρόλο ως εκλεκτό μέλος ενός ανώτερου κόσμου.

Αυτό που πλήρωσα, τελικά, δεν ήταν ένας έστω υπερτιμημένος καφές – και δύο μπουκάλια νερό κοστολογημένο ως σαμπάνια. Ηταν ένα εισιτήριο για να παρακολουθήσω από κοντά αυτόν τον κόσμο, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν με περιλαμβάνει. Αποχωρήσαμε διακριτικά, όπως φεύγεις από ένα σπίτι που δεν σε χωρά.

Καθώς απομακρυνόμασταν, σκέφτηκα πως το να νιώθεις ξένος σε ένα τέτοιο μέρος ίσως να είναι τελικά μια επιβεβαίωση πως δεν έχεις ξεχάσει ποιος είσαι. Πως η αμηχανία που σου προκαλεί δεν είναι αδυναμία, αλλά ένα μικρό δείγμα εσωτερικής υγείας και οξυδέρκειας. Ισως γι’ αυτό και μόνο να άξιζαν τα οκτώ ευρώ για τον εσπρέσο και τα επτά ευρώ για το γρασιδομπίσκοτο.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version