Δεν χρειαζόταν το τρομακτικό δυστύχημα των Τεμπών ή η μεγαλειώδης λεηλασία του ΟΠΕΚΕΠΕ για να φανεί το ξεχαρβάλωμα του κράτους. Καθώς η εικόνα μιας χώρας φαίνεται και από τη λειτουργία των πάσης φύσεως μέσων της μαζικής της επικοινωνίας, αρκεί η κατάσταση των ραδιοτηλεοπτικών μας προγραμμάτων για να νιώσει κανείς ένα βαθύ αίσθημα ξεχαρβαλώματος. Δεν αναφέρομαι τόσο στο πλήθος των χαζοχαρούμενων εκπομπών (στα σαχλά πρωινάδικα ή στα θλιβερά ριάλιτι) όσο στο θλιβερό βασανιστήριο των διαφημίσεων.
Οι οποίες με τη διάρκειά τους, και όχι μόνο με αυτή, αποτελούν το κύριο χαρακτηριστικό ενός στυγερού ραδιοτηλεοπτικού καθεστώτος. Αλλά και πέραν αυτού, λίγοι πιστεύω να υπάρχουν σήμερα που να μην αισθάνονται ότι ζούμε υπό το κράτος των διαφημίσεων, που με τη χειμαρρώδη ροή τους και το πολτώδες περιεχόμενό τους μας κατακλύζουν από παντού.
Τόσο ώστε να φαίνεται ότι έχουμε πλέον μεταλλαχθεί από το στάδιο του Homo sapiens στο στάδιο του Homo publicitarius.
Δεν θα περίμενε, βέβαια, κανείς ότι μετά από αυτό θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε στην παλαιά ειδυλλιακή εποχή της διαφήμισης (στον αγαθό καλόγερο με τα μακαρόνια Μίσκο). Αλλά είναι εύκολο να φανταστούμε αυτό που έπεται, με την αναμενόμενη μέθεξη της διαφήμισης με την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Διότι η απληστία από την οποία διακατέχονται οι κρατούντες στα σημερινά ραδιοτηλεοπτικά μας πράγματα δείχνει ότι βρισκόμαστε στο έλεος μιας λεηλασίας: του ό,τι αρπάξει κανείς από τα ραδιοτηλεοπτικά εδάφη. Καθώς ο χρόνος είναι χρήμα και οι φύλακες υπνώττουν ‒ για την ακρίβεια, κάνουν πως δένουν τα κορδόνια τους ‒, το πλιάτσικο καλά κρατεί.
Οι φύλακες είναι τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), μεταξύ των υποχρεώσεων των οποίων – νόμος 2328, 1995, άρθρο 3 – είναι και «η τήρηση των αρχών και των κανόνων των κάθε είδους εκπομπών που μεταδίδουν οι ραδιοφωνικοί και οι τηλεοπτικοί σταθμοί, συμπεριλαμβανομένων και των διαφημίσεων».
Οι φύλακες αυτοί «για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών τους υπέχουν πειθαρχική ευθύνη σύμφωνα με πλήρως αιτιολογημένη απόφαση» άλλων φυλάκων: των μελών Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου (νόμος 2863, 2000, άρθρο 3), τα οποία, σε ό,τι αφορά το όργιο των ραδιοτηλεοπτικών διαφημίσεων, υπνώττουν επίσης ύπνον βαθύν. Αλλά ας δούμε τι ορίζει επί του θέματος ο εν λόγω νόμος:
«Η διαφήμιση πρέπει να παρεμβάλλεται μεταξύ των εκπομπών. […] Μπορεί να παρεμβάλλεται και κατά τη διάρκεια των εκπομπών, εφόσον δεν θίγονται η αρτιότητα και η αξία των εκπομπών. […] Η μετάδοση οπτικοακουστικών έργων, όπως τα κινηματογραφικά έργα και τα έργα που έχουν γυριστεί για την τηλεόραση, μπορεί να διακόπτεται μία φορά για κάθε πλήρες χρονικό διάστημα 45 λεπτών, υπό τον όρο ότι η προγραμματισμένη διάρκειά τους υπερβαίνει τα 45 λεπτά. Στις περιπτώσεις αυτές η διακοπή για μετάδοση διαφημίσεων μπορεί να έχει διάρκεια εννέα το πολύ λεπτών της ώρας. […] Η τηλεοπτική διαφήμιση πρέπει να αναγνωρίζεται εύκολα ως διαφήμιση. […] Απαγορεύεται η συγκεκαλυμμένη διαφήμιση».
Τίποτε από αυτά δεν τηρείται στον θαυμαστό ραδιοτηλεοπτικό μας κόσμο. Τα χρονικά όρια των διαφημίσεων παραβιάζονται ασύστολα ατιμωρητί. Τα κύρια θύματα αυτών των παραβιάσεων είναι οι κινηματογραφικές ταινίες, η προβολή των οποίων σαλαμοποιείται οικτρά από διαφημιστικές διακοπές συχνότερες από τις επιτρεπόμενες, διακοπές που τις περισσότερες φορές υπερβαίνουν τα χρονικά όρια που θέτει ο νόμος, ο οποίος υποτίθεται ότι μεριμνά για τη διαφύλαξη της καλλιτεχνικής τους ποιότητας.
Καταστρατηγείται η διάταξη που ορίζει ότι «οι αναγγελίες για εκπομπές ή άλλες δραστηριότητες του ίδιου του τηλεοπτικού σταθμού (τρέιλερ), που προβάλλονται κατά τη διάρκεια εκπομπής, υπολογίζονται στον συνολικό επιτρεπόμενο χρόνο διαφημίσεων και αριθμό και ρυθμό διακοπών».
Πλήθος εκπομπών περιέχουν εκνόμως παρένθετες διαφημίσεις αποκαλούμενες ευφυώς «Τοποθέτηση προϊόντων», ενώ υπάρχουν κανάλια με εκπομπές τιτλοφορούμενες «Τηλεπωλήσεις», που διαδέχονται όλη τη μέρα η μία την άλλη, και διαφημίσεις παρένθετες που εισβάλλουν παράνομα στην οθόνη υπενθυμίζοντας την ώρα άλλων προβαλλόμενων εκπομπών.
Η διαφήμιση έχει αλώσει ακόμη και τίτλους εκπομπών. Γιατί τι άλλο από αυτοεκθειαστικό σύνδρομο δηλώνει το πλήθος των αγγλόφωνων τίτλων, οι οποίοι, με την ξενόγλωσση αύρα τους, υποτίθεται ότι εγγυώνται για την ποιότητα του περιεχομένου τους.
Πρωταθλητές στο πεδίο αυτό είναι τα κρατικά κανάλια, τα οποία διαφημίζουν μέχρι ναυτίας την ευρωπαϊκή ποιότητα των προϊόντων τους. Οι ειδήσεις στην ΕΡΤ1, λ.χ., ονομάζονται ΕΡT News. Το τρέχον πρόγραμμά της απαρτίζεται ‒ με ελάχιστες εξαιρέσεις ‒ από εκπομπές με τίτλους News Room, Late News, Sport News, Press Talk, Update, Switch, Game Change, Prime, Live Now, Off the Record.
Στο MEGA θάλλουν οι εκπομπές Morning Point, Now, News Talk· στον ΑNT1: The Roadshow, Weekenders, The 2night Show· στο STAR: Breakfast at Star, Power Talk· στον ALPHA: Happy Day, Pregame, Postgame· στον ΣΚΑΪ: Live You, The Wall· στον ACTION 24: Action News, EQ, Vitality· στο OPEN: Open News, Real View, Open Kitchen, After Dark. Από τις δεκαεπτά ημερήσιες εκπομπές της NAFTEMPORIKI μόνο τέσσερις έχουν ελληνικούς τίτλους.
Η ασυδοσία των καναλαρχών ‒ σε ραδιοφωνικές εκπομπές κυρίως ‒ έχει φθάσει ως το σημείο επιβολής διαφημιστικών υποχρεώσεων ακόμη και σε σοβαρούς και κορυφαίους δημοσιογράφους. Είναι θλιβερό να ακούς και να βλέπεις ανθρώπους των οποίων ο δημόσιος λόγος (προφορικός και γραπτός) είναι θαυμαστός να είναι αναγκασμένοι να αρχίζουν την εκπομπή τους με φράσεις όπως «για να μπούμε σε διαφημιστικό περιβάλλον», εκθειάζοντας, εν είδει διαφημιστικού ορντέβρ, τις αρετές ενός συγκεκριμένου εμπορικού προϊόντος, για να συνεχίσουν έπειτα με το κύριο διαφημιστικό μενού τους.
Και το αποκορύφωμα: Κανένας νόμος δεν μπορεί, πολλώ μάλλον εκείνος της άρσης της βουλευτικής ασυλίας, να εμποδίσει βουλευτές (μετέπειτα αρχηγούς κομμάτων) να διαλαλούν ώρες ολόκληρες τηλεοπτικώς προς πώλησιν παυσίπονα, σωσίτριχα, κηραλοιφές και άλλα ηχηρά παρόμοια, ανάμεσα στα οποία και «ιερά βιβλία, με αυτόγραφες επιστολές του Κυρίου ημών Ιησού μας Χριστού».
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
