Αργυρώ Χιώτη: «Θα καταφέρουμε να γεμίσουν οι αίθουσες»

Η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού Θεάτρου Αργυρώ Χιώτη μιλάει για το Θέατρο που παρέλαβε και για το Εθνικό που οραματίζεται

Αργυρώ Χιώτη: «Θα καταφέρουμε να γεμίσουν οι αίθουσες»

Μια γυναίκα στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου, η πρώτη: Η Αργυρώ Χιώτη ανέλαβε την καλλιτεχνική του διεύθυνση και τους τελευταίους δέκα μήνες έχει εγκατασταθεί στο Κτίριο Τσίλλερ. Μεσούσης της σεζόν, μαζί με τους συνεργάτες της, γυναίκες κυρίως, σχεδιάζει το μέλλον του Εθνικού σαν να θέλει να τα αλλάξει όλα – ή μήπως όχι;

Πώς νιώθετε ως καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού Θεάτρου;

«Μου φέρνει μια αίσθηση πληρότητας με την έννοια ότι οι απαιτήσεις είναι πολλές και σε πολλά επίπεδα, όπως είναι πολλές και οι δυνατότητες, με πολλά πεδία ανοιχτά, πολλούς ανθρώπους. Η ενέργεια και η σκέψη που δίνουμε κάθε μέρα στο θέατρο, επιστρέφονται. Υπάρχουν μέρες πιο εύκολες και μέρες πιο δύσκολες, μέρες που η σκέψη είναι πιο ανοιχτή και άλλες πιο κουραστικές, μέρες που έχουν ένα βάρος διαχείρισης. Κλείνω τώρα δέκα μήνες και η αίσθηση παραμένει μια αίσθηση μεγάλης επιθυμίας, υψηλών δονήσεων, προσπάθειας να συμβούν τα πράγματα, να μη μας κλονίσουν εμπόδια και αγκυλώσεις του Δημοσίου. Είναι πολύ σημαντικό να μπουν όλα σε ένα αυλάκι, να βρούμε αρμονικές συνδέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, στα τμήματα και να χαιρόμαστε τις στιγμές. Μόλις κάναμε την πρώτη μας πρεμιέρα σε σύμπραξη με το Foundation της Πίνα Μπάους, με το “Kontakthof”. Κι όταν βλέπουμε να συμβαίνει αυτό και με τον τρόπο που συμβαίνει είναι συγκινητικό. Οχι μόνο για εμάς, τη διεύθυνση, αλλά και για κάθε εργαζόμενο του Εθνικού. Είναι μοναδική η αίσθηση να βλέπεις από μια μικρή κλίμακα που έχω βρεθεί ως τώρα στη ζωή μου, σε μια πολύ μεγαλύτερη και πόσοι άνθρωποι εγκύπτουν σε αυτό. Το Εθνικό έχει αυτή τη δυνατότητα να παρέχει ωραίες συνθήκες παραγωγής και καλλιτεχνικής δημιουργίας».

Το Δημόσιο ήταν σοκ για εσάς;

«Μαθαίνω, καθημερινά. Είναι πολλά, είναι όντως δύσκολα, και είναι έξω από την κοινή καθημερινή μας λογική. Δεν θα μιλήσω για σοκ, γιατί με είχαν προετοιμάσει. Μπήκα γνωρίζοντας ότι αυτό το κομμάτι είναι σημαντικό στο Εθνικό και έτσι είναι. Πρέπει να το μάθω, να το μάθουμε. Οπότε θα μιλήσω για μια προσπάθεια σεβασμού και αποδοχής του μηχανισμού. Κι έτσι όπως συμβαίνουν τα πράγματα, κάποια μπορούν να γίνουν λίγο πιο εύκολα και γρήγορα».

Μου δώσατε την αίσθηση ότι ήσασταν προετοιμασμένη για τη θέση: Ανακοινώσατε πολύ σύντομα το πρόγραμμά σας, και μάλιστα με παραγωγές σε συνεργασία με το εξωτερικό…

«Καθόλου δεν το ήξερα. Τα τελευταία χρόνια, λόγω της δικής μου καλλιτεχνικής πορείας, έχω έρθει σε επαφή με φορείς και θέατρα. Παρατηρώ, βλέπω, αντιλαμβάνομαι. Εχω αποκτήσει μια σχετική εμπειρία. Εβλεπα δηλαδή πώς συμβαίνουν τα πράγματα και αναπόφευκτα περνούσα σε μια σύγκριση στη λειτουργία ενός οργανισμού. Υπήρχαν πολλά, στη Γαλλία κυρίως, όπου κι έχω ζήσει περισσότερο, τα οποία ζήλευα, όπως η αποκέντρωση. Η σκέψη μου γυρίζει γύρω απ’ αυτά. Η εμπειρία, η παρατήρηση, η αντίληψή μου με έκαναν να ετοιμαστώ πρώτα στη σκέψη για ένα τέτοιο ενδεχόμενο».

Πιστέψατε στην επιτυχία της υποψηφιότητάς σας;

«Μπορεί. Αλλά παράλληλα σκεφτόμουν ότι κάτι θα γίνει και δεν θα συμβεί. Σίγουρα πίστευα στην εξωστρέφεια, με έναν τρόπο που έχει να κάνει με την ισοτιμία στην παραγωγή και τη σύμπραξη. Είναι σημαντική η πραγματική ζύμωση ανθρώπων, δημιουργών, καλλιτεχνών. Ενα κομμάτι έχει να κάνει με εμπειρία, σχεδιασμό, γνωριμίες. Ενα άλλο με τύχη – την ωραία ενέργεια που φέρνει η στιγμή».

Ξεκινώντας θελήσατε να περάσετε το μήνυμα ότι «στο Εθνικό αλλάζουν όλα»;

«Οχι, δεν θα το έλεγα έτσι. Σέβομαι ειλικρινά και βαθιά αυτό που ήταν και είναι το Εθνικό. Την ιστορία, το ήθος, το ύφος, την αισθητική του. Το Εθνικό δεν ήταν ούτε είναι ένα πράγμα. Ο προγραμματισμός μας, και ο φετινός και για τις επόμενες χρονιές, απευθύνεται σε όλους. Εχει διακαλλιτεχνικότητα και πολύπλευρη διάσταση. Ναι, σεβόμαστε την Κεντρική Σκηνή στο Τσίλλερ. Θεωρώ ότι πρέπει να έχουμε και θεάματα που βασίζονται σε ένα κλασικό έργο με μια συμβατική δραματουργία. Ακόμα κι εκεί όμως φροντίζουμε τον τρόπο που γίνονται τα πράγματα. Θέλουμε το τελικό αισθητικό και καλλιτεχνικό αποτύπωμα της παράστασης να είναι όχι απλά άρτιο αλλά υψηλό, με προσωπική ματιά. Οποιος/α σκηνοθέτης έρθει στο Εθνικό να δει το κείμενο με μια νέα ματιά, φρέσκια, προσωπική».

Το «φρέσκια» συνδέεται με την ηλικία;

«Καθόλου. Δεν είναι ηλικιακό. Ενα πολύ απτό παράδειγμα είναι ο Ακύλλας Καραζήσης που έχει αναλάβει μαζί με τη (νεότερη) Νεφέλη Μαϊστράλη την Πειραματική Σκηνή. Ολο αυτό έχει να κάνει με το ότι δεν υπάρχουν δεδομένα και δεσμά και ότι η μεγάλη σκηνή στο Εθνικό δεν περιορίζεται συγκεκριμένα στους εξής τρεις ανθρώπους… Θέλουμε δημιουργούς που δεν έχουν περάσει από το Εθνικό ή έχουν περάσει πολύ λίγο. Πράγματι συμβαίνει ένα τέτοιο άνοιγμα, αλλά όχι σε πάρα πολύ νέους. Οποιους σκηνοθέτες έχουμε προσκαλέσει να δημιουργήσουν στο Εθνικό έχουν μια δυναμική και σημαντική παρουσία στο ελεύθερο θέατρο ή σε άλλους οργανισμούς, όπως ο Χρίστος Θεοδωρίδης ή ο Εκτωρ Λυγίζος. Μόνη εξαίρεση ο αριστούχος απόφοιτος της σχολής μας (νεότατος)».

Επιθυμείτε, φαντάζομαι, να γεμίσουν οι αίθουσες;

«Φυσικά, το θέλω, το θέλουμε πάρα πολύ και θα το καταφέρουμε κιόλας. Πρώτα εγώ, αλλά και όλη η ομάδα, μαζί με την Ιώ Βουλγαράκη με την οποία φτιάχνουμε τον προγραμματισμό, πιστεύω ειλικρινά σε καθετί που προτείνουμε. Δεν θα μπορέσω να στηρίξω μια εργασία εάν δεν θεωρώ μέσα μου ότι είναι πολύ σωστό για το Εθνικό, ότι έχει καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Και εάν συμβαίνει αυτό, τότε θα βρει και το κοινό του. Παράλληλα προσπαθούμε να φτιάξουμε τον χώρο για να είναι πιο φιλόξενος».

Θα δούμε μεγάλα, λαϊκά θεάματα;

«Ναι. Κι αυτός ήταν ένας λόγος που παραστάσεις, όπως η “Καρυάτιδα”, αποφασίσαμε να συνεχίσουν και φέτος. Αλλά για μένα παίζει ρόλο και ποιος κάνει τι. Τι σημαίνει όμως μεγάλο λαϊκό θέαμα; Με τι όρους το δημιουργείς; Εάν υπάρχει φροντίδα στην αισθητική του θεάματος, στα επίπεδα ανάγνωσης, αν αυτά τα στοιχεία συνυπάρχουν με εξωστρέφεια και ανοιχτή επικοινωνία με ένα ευρύτερο κοινό, τότε γιατί όχι…».

Το ελληνικό έργο τι θέση θα έχει; Μου έκανε εντύπωση ότι στο φετινό ρεπερτόριο, ενώ ανοίγετε το θέμα «γλώσσα», δεν εντάξατε ένα μεγάλο έργο που να αναδεικνύει τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας…

«Αυτό έχει να κάνει με το πώς διαμορφώθηκαν οι συνθήκες και οι συνεργασίες σε αυτή την πρώτη χρονιά. Υπάρχουν δύο έργα του Γιώργου Χριστοδούλου και της Κατερίνας Φασόη, αλλά δεν είναι μέρος των μεγάλων που αναφέρετε. Και επειδή αυτό δεν προέκυψε φέτος με τη μορφή παράστασης, δημιουργήσαμε το Φεστιβάλ “Αναδρομές” – ξεκινά τον Ιανουάριο. Επιπλέον υπάρχουν τα “Σαλόνια Γλώσσας” για τους σύγχρονους συγγραφείς, όπου βλέπουμε πού βρίσκεται σήμερα η ελληνική γραφή, τι κείμενα προκύπτουν. Και του χρόνου θα έχουμε τα μεγάλα έργα».

Το Εθνικό απέκτησε γυναικεία ταυτότητα. Πιστεύετε ότι στην τέχνη έχει σημασία το φύλο;

«Η ταυτότητα σαφώς και υπάρχει. Το θέμα γυναίκα, αν έχουμε δηλαδή γυναίκες στη σκηνοθεσία, αν τις εμπιστευόμαστε, αν τις θεωρούμε ικανές για την Επίδαυρο, για τις μεγάλες σκηνές, αυτό για μένα είναι τόσο δεδομένο και ενσωματωμένο στη συνείδηση και την αντίληψή μου που συνειδητά επιλέγω να μη μιλάω γι’ αυτό. Δεν χρειάζεται να το λέμε, απλώς το κάνουμε – γιατί έτσι συμβαίνει. Ποτέ δεν θα επιλέξω μια γυναίκα επειδή είναι γυναίκα. Θα την επιλέξω ως άνθρωπο, σκέψη. Κι επειδή μπορώ να αντιλαμβάνομαι την αδιανόητη δύναμη των γυναικών ταυτόχρονα με την ευαισθησία τους, μπορώ και να συνεργάζομαι πολύ ωραία. Αλλά δεν το αντιπαραβάλλω στους άνδρες. Φυσικά και συνεργάζομαι με άνδρες και σε πολλές θέσεις υπευθύνων είναι άνδρες – έχω άριστη συνεργασία. Το ίδιο και με τους δημιουργούς. Αναφορικά με τους δημιουργούς, θέλω το Εθνικό να εμπιστεύεται τις γυναίκες. Από αυτό θεωρώ ότι πάσχουμε στον χώρο μας, ασυναίσθητα, ασυνείδητα: Το να μην εμπιστεύεσαι το ίδιο εύκολα για δύσκολα πράγματα μια γυναίκα δημιουργό. Αυτό το στεγανό δεν υπάρχει για εμάς».

Ποιος είναι ο στόχος σας; Τι στίγμα θέλετε να αφήσετε;

«Είναι νωρίς, νομίζω. Μέσα μου γνωρίζω το στίγμα που θέλω να αφήσω αλλά τη συγκεκριμένη στιγμή βρίσκομαι στο να το δημιουργήσω. Κι αυτό δεν εξαρτάται μόνο από μένα, αλλά και από τους ανθρώπους, τις συναντήσεις. Ξέρω τι θα ήθελα να μου έρχεται ως πρόταση από σκηνοθέτες. Και ελπίζω η πρώτη χρονιά να λειτουργήσει ως παράδειγμα ώστε οι άνθρωποι να μετακινούνται από τις ευκολίες τους, να τολμούν δημιουργικά, δυναμικά. Να βγουν λίγο έξω από τη ζώνη ασφαλείας τους».

Εχετε κάποιον φόβο;

«Προσπαθώ να μην μπαίνω στη σφαίρα του φόβου. Κάποιες στιγμές στην καθημερινότητά μου, επειδή είναι ένας δύσκολος οργανισμός αλλά και γιατί έχουμε πολλές ωραίες ιδέες, μπορεί να με πιάσει ένας μικρός πανικός, μήπως κάτι μου ξεφύγει. Μην κάτι δεν φροντίσω όσο θα ήθελα ή όσο θα έπρεπε. Αυτός είναι ο φόβος μου. Βρισκόμαστε σε μια κίνηση κι αυτό, νομίζω, είναι που έχει σημασία: Η πρόθεση και η σύνδεση των πραγμάτων, στην οποία επιμείναμε και προσπαθήσαμε, και όχι τόσο μεμονωμένα οι προτάσεις μας».

Η γεμάτη αίθουσα είναι το μέτρο της επιτυχίας;

«Εξαρτάται ποιος θέτει το ερώτημα. Δεν μπορεί γενικά και αντικειμενικά να είναι κριτήριο οι επιτυχίες. Αλλά εξαρτάται από ποια σκοπιά το βλέπεις. Αν μιλάμε για εισπρακτική επιτυχία, φυσικά και είναι. Αν μιλάμε για επιτυχία επικοινωνιακής δύναμης ή ισχύος του θέατρου, ναι. Υπάρχουν όμως και άλλου είδους επιτυχίες, όπου οι εισπράξεις δεν είναι το μόνο κριτήριο. Ισα-ίσα το Εθνικό είναι ένας φορέας που οφείλει να φροντίζει και το κομμάτι της νέας πρότασης, της έρευνας, της ιδιαίτερης ματιάς στην τέχνη, στη σκέψη, στην εκπαίδευση, χωρίς να ενδιαφέρεται αν είναι επικερδές».

Τι πιστεύετε ότι καθόρισε την επιλογή σας στη θέση;

«Παρουσίασα με αρκετή ειλικρίνεια και καθαρότητα το όραμά μου για το Εθνικό στον ευρωπαϊκό, διεθνή, καλλιτεχνικό χάρτη. Οπότε το κομμάτι της εξωστρέφειας και ό,τι πρότεινα σε σχέση με αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο. Και παράλληλα ο ψύχραιμος σχεδιασμός που παρουσίασα για το πώς μπορεί το Εθνικό να είναι το πρώτο θέατρο της χώρας, με τη δυναμική, την πρωτοπορία και την ποιότητα στο θέαμά του».

Μια τριετία φτάνει;

«Είναι πάρα πολύ λίγο. Εχουν περάσει ήδη δέκα μήνες και είμαστε ακόμα στην αρχή».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version