«Μπρόντι, παρουσιάσου!» φώναζε ένας σινεφίλ λοχίας στον Τάσο Λέκκα όταν ο τελευταίος υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία. Και η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν μπορεί να προσπεράσει την ομοιότητά του με τον αμερικανό ηθοποιό Εϊντριαν Μπρόντι που βραβεύτηκε με Οσκαρ για την πρωταγωνιστική του ερμηνεία στην ταινία Ο πιανίστας (2002) του Ρομάν Πολάνσκι. Ετσι όμως έχουν τα πράγματα, από κοινό μυστικό μεταξύ φίλων η συγκεκριμένη ομοιότητα έφτασε να σχολιάζεται σήμερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Το ακούω αυτό όλη μου τη ζωή, σχεδόν κάθε μέρα. Ειδικά τώρα που δουλεύω και στην τηλεόραση, το διαπιστώνουν ακόμη περισσότεροι. Κάποιος, έχοντας βάλει δίπλα-δίπλα τις φωτογραφίες μας, έγραψε σε μια ανάρτηση “ρε παιδιά, ποιος είναι αυτός που μοιάζει με τον Τάσο;”. Εν τω μεταξύ, εντελώς συμπτωματικά, το μικρό όνομα του ρόλου μου στη σειρά “Αυτή η νύχτα μένει” είναι Τάσος επίσης. Το αντιμετωπίζω πάντως με χιούμορ. Τι άλλο να κάνω; Πλέον, ίσως και να μου αρέσει λίγο παραπάνω…» είπε στο «Βήμα» ο ηθοποιός που κλείνει τα 27 του χρόνια τον προσεχή Δεκέμβριο. Και είναι εξαιρετικά ταλαντούχος. Δεν έχετε παρά να προσέξετε, την ώρα που ο ίδιος βρίσκεται στη σκηνή, τι ακριβώς συμβαίνει πάνω από το κεφάλι του: σιγά-σιγά σχηματίζεται ένα άστρο. Βοηθός του Μάγου Συναντήσαμε τις προάλλες τον Τάσο Λέκκα σε ένα καφέ, στα σύνορα Θησείου και Πετραλώνων. Την περίοδο αυτή παίζει στην παράσταση «Η νύχτα των μυστικών» στο Θέατρο Μπέλλος, ένα έργο του Ακη Δήμου που σκηνοθετεί ωραία και ευρηματικά η Αικατερίνη Παπαγεωργίου. Σε τούτη την ιστορία, ο σκληρός ρεαλισμός εισβάλλει σε μια ονειρώδη ατμόσφαιρα. Ενα ζεύγος εισχωρεί απροσδόκητα στον κόσμο ενός περιοδεύοντος τσίρκου και ανατρέπει τις ισορροπίες του. Ο άντρας κακοποιεί τη γυναίκα. Τα ξεκαθαρίσματα είναι πολλά, σε πολλαπλά επίπεδα, και τους επηρεάζουν όλους. «Εγώ υποδύομαι τον βοηθό του Μάγου, τον Νικόλα, ο οποίος είναι η ψυχή του τσίρκου θα λέγαμε, ένας φροντιστής γενικών καθηκόντων. Ξέρει τα πάντα και κάνει τα πάντα εκεί μέσα, από το να συμμετέχει κάπως στα νούμερα μέχρι να σκουπίζει. Ο Μάγος είχε βρει τον Νικόλα παιδάκι σε μια αποθήκη, τον περιμάζεψε και τον μεγάλωσε. Αυτό το δύσκολο υπόβαθρο μετουσιώθηκε μέσα από τη δραματουργία σε έναν χαρακτήρα με κορμί ταλαιπωρημένο και κυρτωμένο, σε έναν άνθρωπο που επιπλέον έχει τικ, μυϊκές συσπάσεις στο πρόσωπό του, αλλά και προβλήματα στην ομιλία του. Ουσιαστικά, ο Νικόλας είναι ο μόνος που θέλει να γίνει η παράσταση εκείνη τη μέρα. Για αυτό και τσαντίζεται με το ζευγάρι, διότι η απρόβλεπτη έλευσή του πυροδοτεί και ανακινεί στους υπόλοιπους ένα σωρό θέματα». Οι κινήσεις του σώματος Ο Νικόλας, εκτός αυτών, αποτελεί έναν παράγοντα υπενθύμισης και εξισορρόπησης μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, ζωής και τέχνης. Ο Τάσος Λέκκας τον ενσαρκώνει στο έργο με πηγαία, γλυκόπικρη όρεξη. «Ολα είναι σώμα στο θέατρο, όλα αρχίζουν από εκεί. Οποτε πρέπει να αναμετρηθώ με έναν ρόλο, τον προσεγγίζω, πώς να το πω, από τα έξω προς τα μέσα. Διότι απλούστατα αυτό λειτουργεί σε μένα. Βρίσκω αρχικά τις κινήσεις του σώματός του, πώς στέκεται, πώς περπατάει, πώς υπάρχει ως σώμα ανθρώπινο σε μια δεδομένη συνθήκη. Υστερα οικειοποιούμαι ξανά το κείμενο, ακολουθώντας την αντίστροφη πορεία αυτή τη φορά, από τα μέσα προς τα έξω, προκειμένου να συναντηθώ με ό,τι στο μεταξύ έχω ήδη χτίσει. Οι περισσότεροι ρόλοι μου μέχρι στιγμής στο θέατρο έχουν μάλλον κάτι κοινό, είναι όλοι περιθωριακοί και παράξενοι και, κυρίως, απαιτούν από εμένα μια περίεργη σωματικότητα. Ας πούμε, ο πιο πρόσφατος Ιγκι (στο έργο «Eπαρχία» του Μιχάλη Βιρβιδάκη που σκηνοθέτησε πριν από μερικούς μήνες ο Γιώργος Σκεύας στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής) είναι ένας 22χρονος τραυλός πανκ χασικλής που θέλει να κλέψει μια τράπεζα… Λοιπόν, το επιχείρησα με φοβερή προσήλωση σε εκείνη την περίπτωση, να περάσω τον μπάφο στο σώμα, να εν-σωματώσω τη μαστούρα» ανέφερε μεταξύ αστείου και σοβαρού. Ενσυνείδητο σώμα Και συνέχισε: «Η υποκριτική έχει μια ιδιαιτερότητα. Ως ηθοποιός, είσαι εσύ ο ίδιος το εργαλείο σου, οφείλεις να είσαι ένα διαρκώς ενσυνείδητο σώμα που ό,τι ερμηνεύεις δεν το σκέφτεται ακριβώς αλλά καλείσαι να το βιώσεις πλήρως» τόνισε. Ο Τάσος Λέκκας αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Εχει προλάβει να βρεθεί πλάι στον Δημήτρη Καταλειφό (Ο θάνατος του εμποράκου, 2019) και να συνεργαστεί με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη (Το τρίτο στεφάνι, 2020-2021). Γεννήθηκε στην Περιβόλα της Πάτρας και μεγάλωσε στη φύση, «παίζοντας όλη μέρα στο χώμα, μες στα δέντρα, κάτι ανεκτίμητο που το φέρω ακόμη και τώρα που ζω στην Αθήνα». Σε ηλικία 3 ετών, μαζί με την αγαπημένη του μητέρα («την Τζόρτζια», όπως την αποκαλεί) πήγαν να παρακολουθήσουν την ταινία «Ο μεγάλος δικτάτωρ» του Τσάρλι Τσάπλιν. Ηταν μια εμπειρία που τον σημάδεψε (με την κάλλιστη έννοια). Η πρώτη ανάμνηση «Σαγηνεύτηκα και συγκλονίστηκα μαζί. Κατόπιν κατάλαβα ότι αυτή είναι και η πρώτη μου ανάμνηση. Δεν νομίζω ότι μπορώ να το περιγράψω αρκετά καλά. Θα μου πείτε, τι συνείδηση μπορεί να έχει ένας πιτσιρικάς; Δεν ξέρω. Ξέρω μόνο ότι έκτοτε αυτό, το ότι ήθελα να γίνω ηθοποιός, δεν το αμφισβήτησα ποτέ μέσα μου. Η θέλησή μου έγινε ο τρόπος της ζωής μου, η φύση μου. Δεν αναφέρομαι σε κάτι θεωρητικό ή πνευματικό. Η υποκριτική έχει και μια καθαρά πρακτική πλευρά. Υποθέτω ότι με τον ίδιο τρόπο θα απαντούσε και ένα αγόρι που ήθελε πολύ να γίνει ποδοσφαιριστής και τα κατάφερε. Αυτό κάνω, εν πάση περιπτώσει. Και ό,τι κάνω προσπαθώ να το κάνω ολόκληρο. Δεν διανοήθηκα ποτέ κάτι άλλο…» εξήγησε ο Τάσος Λέκκας που έχει καταπιαστεί συστηματικά με τον χορό και τα ομαδικά αθλήματα. Τον αποφορτίζουν η ζωγραφική και τα βιντεοπαιχνίδια. Στο δεξί του χέρι έχει έναν τατουάζ, τη φράση «προτιμώ να πεθάνω όρθιος, παρά να ζω γονατιστός» του μεξικανού επαναστάτη Εμιλιάνο Σαπάτα. «Το έχω από την εφηβεία μου. Οταν διάβασα αυτά τα λόγια κάτι μετακινήθηκε μέσα μου. Και με εκφράζουν ακόμα, ως αντίληψη ζωής: συνεχής εγρήγορση και ακαταπόνητη προσπάθεια».