Ο Νίκος Χατζόπουλος είναι ο Αρχαιοφύλακας που ανοίγει την παράσταση του Γιάννη Χουβαρδά «Οιδίπους: Η ιστορία μιας μεταμόρφωσης, από το σκοτάδι στο φως». Στη σύνθεση των δύο τραγωδιών του Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ», που έκανε πρεμιέρα στην Επίδαυρο και περιοδεύει, ο ρόλος αυτός είναι πρωτότυπος και συνδετικός. Ηθοποιός, μεταφραστής, σκηνοθέτης, δάσκαλος, ο Χατζόπουλος, με σπουδές αρχιτεκτονικής, πιστεύει στη συγκυρία, γιατί κάπως έτσι μπήκε στο θέατρο.
«Οιδίπους»: Ενα νέο έργο;
«Ναι, είναι ένα καινούργιο έργο που περιλαμβάνει τις δύο τραγωδίες. Αν το δω ως εμπνευσμένο από τα δύο του Σοφοκλή, είναι μια απόλυτα θεμιτή απόπειρα. Ο κόσμος ξέρει ότι ο Σοφοκλής έχει γράψει τον “Τύραννο” και τον “Επί Κολωνώ”. Αυτό που θα δει δεν είναι έργο του Σοφοκλή, είναι μια σύνθεση αυτών των δύο έργων. Κι αυτό που παίζουμε εμείς είναι η σχέση των δύο έργων – ένα τρίτο. Δεν είμαι από αυτούς που θεωρούν την Επίδαυρο τόπο με ιερά και απαραβίαστα. Κι άλλοτε έχουν παρουσιασtεί έργα εμπνευσμένα από το αρχαίο δράμα.
Στην παράσταση υπάρχει ένα μπρος-πίσω διαρκώς. Ξεκινάει σαν το τώρα να είναι ο “Οιδίποδας επί Κολωνώ”, και υπάρχει συνεχώς μια εισβολή του “Οιδίποδα Τυράννου” ως ανάμνηση, μνήμη, φαντασία ή ανάγκη βίωσης κάποιων πραγμάτων για κάποιον σκοπό. Ο σκοπός του Οιδίποδα είναι η βίωση όσων έζησε λίγο πριν πεθάνει, ώστε να λυτρωθεί και να βαδίσει στον θάνατο. Πρόκειται για ένα έργο περί θανάτου. Η πορεία στον θάνατο και συγχρόνως η πορεία της ζωής που οδήγησε στον θάνατο – το ένα δεν είναι ποτέ χωρίς το άλλο».
Διαφέρουν πάντως μεταξύ τους οι δύο τραγωδίες…
«Ναι. Κατά κάποιον τρόπο στη μια το σασπένς παίζει σημαντικό ρόλο. Η διαδοχική αποκάλυψη πραγμάτων στοχεύει σε ένα οδυνηρό κέντρο. Το άλλο είναι ποιητικό. Σαν να ξεκαθαρίζεις λογαριασμούς με το παρελθόν σου σε μια ατμόσφαιρα ποιητική. Σαν να είσαι στα πρόθυρα του Παραδείσου, έτοιμος να μπεις μέσα και να ξεκαθαρίζεις με το παρελθόν σου. Δεν είναι τυχαίο ότι παίζεται συχνότερα ο “Τύραννος”. Υπάρχει μηχανισμός που κρατάει δέσμιο τον θεατή – το λέμε και θρίλερ ή αστυνομικό.
Η τραγικότητα του Οιδίποδα έγκειται στο ότι από την άγνοια οδεύει προς τη γνώση, παρόλο που ξέρει ότι θα τον πληγώσει και θα τον σκοτώσει. Αυτό είναι και το φοβερό εύρημα του Σοφοκλή: στο τέλος βγάζει τα μάτια του για να δει μέσα».
Ποιος είναι ο ρόλος σας;
«Ο ρόλος που παίζω δεν υπάρχει. Ο Γιάννης Χουβαρδάς τον ονόμασε Αρχαιοφύλακα. Είναι σύνθεση τριών ρόλων από τα δύο έργα. Εχει μέσα τον βοσκό, τον τελευταίο Αγγελιαφόρο που λέει πως πέθανε ο Οιδίποδας και έναν φύλακα. Ουσιαστικά είναι ένα πρόσωπο που ξεκινάει έξω από την υπόθεση. Σαν ένας υπάλληλος του ΚΑΣ που σιγά σιγά εμπλέκεται σε αυτή την ιστορία, παρασύρεται και αφήνεται να αποτελέσει μέρος της.
Γιατί έτσι κι αλλιώς αυτή η ιστορία είναι κάτι μεταξύ κυριολεξίας πραγματικών προσώπων και προσώπων που πρέπει να βρεθούν για να τελεστεί μια πράξη. Θέλει να επιβάλει μια τάξη στα δρώμενα και συμπαρασύρεται από τη δράση, την ιστορία, το δράμα, την πορεία αυτού του ανθρώπου που είναι ο Οιδίποδας.
Η παράσταση αυτή σηματοδοτεί τα 50 χρόνια του Γιάννη στο θέατρο. Ο Γιάννης μού ζήτησε να συμμετέχω, λέγοντας ότι θέλει να έχει και παλιούς συνεργάτες μέσα σε όλο αυτό. Χρωστάω πράγματα στον Γιάννη, δεν μπορούσα να αρνηθώ, παρόλο που για μένα πια η καλοκαιρινή δουλειά και περιοδεία είναι κόπος».
Μοιράζεστε τα ερωτήματα του έργου;
«Νομίζω ότι όλους τους ανθρώπους ή τους αφορά ή δεν τους αφορά. Προσωπικά, πάντα αφηνόμουν στη συγκυρία. Δεν είμαι από αυτούς που ζητούν στην πορεία της ζωής τους να δικαιολογήσουν κάθε βήμα, που έχουν έναν απώτερο στόχο. Ούτε να θεωρήσω υπεύθυνες κάποιες πράξεις για το πώς είμαι τώρα, πού πάω. Εχω αποδεχτεί το παρελθόν, με ό,τι καλό ή κακό. Ετσι κι αλλιώς δεν μπορώ να το αλλάξω. Πιστεύω στη συγκυρία αλλά και στο πότε μπορείς να λες ναι ή όχι.
Δεν είμαστε έρμαια των καταστάσεων. Κάνουμε τις επιλογές μας, αλλά έχει μεγάλη σημασία η συγκυρία υπό την έννοια με ποιες τροχιές ανθρώπων θα διασταυρωθείς τυχαία στη ζωή σου και πώς μπορείς να αφήσεις να σε παρασύρει μια τροχιά – πάντα με βάση κάποιες αρχές, επιθυμίες ή ένστικτά σου. Οπότε δεν πολυασχολούμαι με απολογισμούς. Καλοδέχομαι ή απορρίπτω επίσης κάποια πράγματα που μου τυχαίνουν – πάω με αυτά ή τα αποφεύγω».
Πιστεύετε στον εκπαιδευτικό χαρακτήρα του θεάτρου;
«Βέβαια. Ωστόσο αυτό έχει πάντα σχέση με τις προσδοκίες με τις οποίες προσέρχεται ένας θεατής: Πόσο ανοιχτός είναι να δει πώς σκέφτεται κάποιος άλλος, κάποιος που έχει ασχοληθεί με ένα έργο, στήνει ένα θέαμα, για να σου το προσφέρει. Και να μπορέσει να βρει κάτι που τον αφορά ή όχι. Ωστόσο οι θεατές που πηγαίνουν με προκατασκευασμένη θέση για το πώς παίζεται η αρχαία τραγωδία ή ο Τσέχοφ δεν με αφορούν καν. Και είμαι σίγουρος ότι δεν πρόκειται να έχει καμία επίπτωση το θέατρο στη ζωή τους».
Κάποιος ωστόσο μπορεί να μετακινηθεί;
«Φυσικά. Και ίσως η πολύ μικρή πιθανότητα ύπαρξης ενός τέτοιου προσώπου δικαιολογεί ακόμα και τη ματαιότητα των προσπαθειών μας. Εστω κι ένας από το κοινό να μετακινηθεί, για αυτόν παίζουμε».
Ο θεατής έχει ευθύνη;
«Βέβαια. Αλλά συχνά αυτό εφαρμόζεται σε αυτό που λέμε θεατρική ζωή, όχι στην Επίδαυρο. Η Επίδαυρος είναι ένα ιδιαίτερο φαινόμενο. Εκεί πολλές φορές οι θεατές πάνε με έτοιμα ιδεολογήματα, με μια διάθεση να δουν αυτό που θέλουν να δουν, μια αρχαιολαγνεία, μια πατριδολαγνεία. Δεν είναι τυχαίο δηλαδή που ξαφνικά, όταν ένας ξένος σκηνοθέτης δοκιμάσει κάτι και δεν του βγει, είμαστε πολύ πιο εχθρικοί μαζί του από ό,τι θα ήμασταν σε έναν Ελληνα.
Επίσης αρχίζει να γίνεται μια φασαρία περί μικροφώνου. Η χρήση μικροφώνων δεν είναι επειδή οι καινούργιοι ηθοποιοί δεν έχουν δύναμη. Ναι, είναι ένα πρόβλημα γιατί μου στερεί την αίσθηση του χώρου, επειδή όλοι οι ήχοι προέρχονται από την ίδια πηγή και χάνω την άμεση επαφή. Αλλά η χρήση μικροφώνων μπορεί να προσφέρει κι άλλες δυνατότητες προσέγγισης του ρόλου και στον σκηνοθέτη και στον ηθοποιό. Οπως ο ψίθυρος. Το μικρόφωνο μπορεί να διερευνήσει άλλους τρόπους επαφής, άλλους τόπους επικοινωνίας».
Τελικά, πού στοχεύει ο «Οιδίπους»;
«Το καινούργιο αυτό έργο προσπαθεί να περιγράψει την πορεία ενός ανθρώπου με λίγο πιο σύνθετο τρόπο απ’ ό,τι το κάνει από μόνο το καθένα ξεχωριστά. Αλλά δεν παρεκκλίνει.
Ο Οιδίποδας είναι το πρόσωπο που έχει μπλεχτεί από διάφορες δυνάμεις έξω από τον ίδιο – μοίρα, θεοί, σύμπτωση, τύχη – και παραδέρνει σε κάποιες καταστάσεις που δεν τις ελέγχει, σαν τυφλός. Ο πόνος του και το πώς εξελίσσεται ώστε στο τέλος της ζωής του να φέρει όλα αυτά τα πράγματα σαν πληγές, τραύματα, αλλά και εμπειρίες, είναι νομίζω μέσα στο πρόσωπο του Οιδίποδα».
INFO
«Οιδίπους: Η ιστορία μιας μεταμόρ-φωσης, από το σκοτάδι στο φως»Ελεύθερη απόδοση – διασκευή – σκηνοθεσία Γιάννης Χουβαρδάς.
Παίζουν: Νίκος Καραθάνος, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Στεφανία Γουλιώτη, Νίκος Χατζόπουλος, Ορέστης Χαλκιάς, Κωνσταντίνος Μπιμπής, Πηνελόπη Τσιλίκα, Γιάννης Κότσιφας, Εκτορας Λυγίζος, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Θεόβη Στύλλου, Αγγελος Τριανταφύλλου.Συμπαραγωγή Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου & Λυκόφως.
Παραστάσεις: Κηποθέατρο Παπάγου (1-2/9), Θέατρο Δάσους – Θεσσαλονίκη (4-5/9), Θέατρο Πέτρας – Πετρούπολη (8/9), Ηρώδειο (9, 13/9), Λυκαβηττός (15/9), Θέατρο Βράχων – Βύρωνας (17/9).
