Στην Αγγλία των καιρών μας, η Ρέινορ και ο Μοθ έχουν χάσει τα πάντα. Πάνω από όλα το σπίτι τους. Κοντά στα 60, δεν είναι πια μικροί και έχουν δύο παιδιά που ζουν τη δική τους ζωή. Στην απόγνωση, την ίδια την ώρα της έξωσης, το ζευγάρι αποφασίζει κάτι το αδιανόητο. Να περπατήσει το «Μονοπάτι του αλατιού», μια δύσβατη διαδρομή 630 μιλίων στη νοτιοδυτική ακτή της Αγγλίας. Μόνο με τα απολύτως απαραίτητα, οι δύο αυτοί άνθρωποι θα αποδείξουν την δύναμη και την αποφασιστικότητά τους.
Ο Μοθ και η Ρέινορ είναι ήρωες κινηματογραφικής ταινίας και τους υποδύονται δύο σταρ, η Γκίλιαν Αντερσον («The X Files», «The Crown») και ο Τζέισον Αϊζακς («The White Lotus», «Ο θάνατος του Στάλιν»). Δεν είναι όμως μόνο ήρωες του σινεμά. Η ταινία «Το μονοπάτι του αλατιού» είναι βασισμένη στο best seller μυθιστόρημα της Ρέινορ Γουίν, που έζησε η ίδια μαζί με τον ασθενικό άνδρα της τα όσα η ταινία της Μαριάν Ελιοτ περιγράφει σε αυτό το θαυμάσιο ντεμπούτο στην κινηματογραφική σκηνοθεσία. Για την εμπειρία της στον δρόμο, για τη θέλησή της για ζωή και για την ταινία που ακολούθησε αυτή την περιπέτεια, η Γουίν μίλησε αποκλειστικά στο «Βήμα» μέσω Skype.
Εχοντας δώσει αμέτρητες συνεντεύξεις μετά την έκδοση του βιβλίου και την κυκλοφορία της ταινίας, ποια ερώτηση νιώθετε ότι σας έχουν κάνει περισσότερο;
«Πώς νιώσατε να σας υποδύεται η Γκίλιαν Αντερσον; (σ.σ.: γέλια)».
Και ποια ερώτηση σας έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση; Ποια σας προκάλεσε συγκίνηση;
«Τι θα θέλατε ο κόσμος να κρατήσει από αυτή την ιστορία;»
Τι απαντάτε σε αυτή την ερώτηση;
«Υπάρχουν αρκετές απαντήσεις. Βασικά, θα ήθελα βγαίνοντας από αυτή την ταινία ο κόσμος να μην κοιτάζει τους άστεγους έτσι όπως πιθανόν να τους κοιτούσε ως τότε. Να τους βλέπει ως ανθρώπινες υπάρξεις, υπάρξεις που η καθεμία κουβαλά τη δική της ιστορία ζωής. Και κυρίως θα ήθελα ο κόσμος να θυμάται ότι πάντα υπάρχει ελπίδα. Οσο σκούρα και άσχημα αν είναι τα πράγματα, πάντα υπάρχει η ελπίδα. Πρέπει να ζούμε με την ελπίδα γιατί μόνο η ελπίδα μάς πηγαίνει μπροστά».
Η συγγραφή του βιβλίου ξεκίνησε ως ημερολόγιο, όπου κρατούσατε σημειώσεις κάτω από δύσκολες συνθήκες. Προφανώς δεν ήταν καθόλου διασκεδαστικό όταν τις κρατούσατε. Ηταν όμως μια διασκεδαστική εμπειρία αργότερα, όταν ξεκινήσατε να γράφετε το βιβλίο;
«Στην ταινία βλέπουμε εμένα να κρατώ τις σημειώσεις, όμως στην πραγματικότητα τις σημειώσεις τις κρατούσε ο Μοθ. Το έκανε συνέχεια και αργότερα αυτές οι σημειώσεις υπήρξαν η βάση για το βιβλίο μας. Οταν τις κρατούσε, ούτε κατά διάνοια δεν σκεφτήκαμε ποτέ ότι θα ακολουθούσε βιβλίο. Αργότερα, όταν αποφάσισα να γράψω εγώ το βιβλίο, το έκανα αποκλειστικά για τον Μοθ, ώστε να θυμάται τη δυναμική που εκείνο το οδοιπορικό είχε, το πόσο σημαντικό ήταν και για τους δύο μας. Το περίεργο, και για εμένα επίσης σημαντικό, είναι ότι κατά τη διάρκεια εκείνων των τόσο δύσκολων στιγμών μας δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει χιούμορ ανάμεσά μας. Ισως γι’ αυτό να τα καταφέραμε. Γελούσαμε με τη ζωή… Γι’ αυτό υπάρχει χιούμορ τόσο στο βιβλίο όσο και στην ταινία. Δεν θα ήμουν ειλικρινής αν δεν υπήρχε».
Οπως βλέπουμε στην ταινία, η σκέψη «απλώς, ας περπατήσουμε» προήλθε από εσάς την ημέρα της έξωσης. Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να σκεφτείτε με αυτόν τον τρόπο;
«Ακριβώς όπως το βλέπουμε στην ταινία, εκείνη την ημέρα μας πέταξαν κυριολεκτικά έξω από το σπίτι μας. Εκείνη την ημέρα, περνώντας για τελευταία φορά το κατώφλι του σπιτιού μας προς τα έξω, ξέραμε ότι ήμασταν πια άστεγοι. Και ξέραμε επίσης ότι δεν θα επιστρέφαμε ποτέ, μα ποτέ σε ό,τι είχαμε κτίσει κατά τη διάρκεια των 20 τελευταίων ετών. Γιατί όταν βγήκαμε από εκείνη την πόρτα για τελευταία φορά, δεν αφήσαμε πίσω μόνο τα υλικά αγαθά μας. Αφήσαμε πίσω όλη τη σοδειά των οικογενειακών μας αναμνήσεων. Εκείνη τη στιγμή όλη η ζωή μας είχε αφανιστεί. Και ξέραμε ότι τίποτα δεν μας περίμενε στον έξω κόσμο. Οπως βλέπουμε στην ταινία, εκείνη τη στιγμή είδα ένα βιβλίο στη θήκη μιας τσάντας, ένα βιβλίο για το νοτιοδυτικό μονοπάτι της Αγγλίας. Και σκέφτηκα ότι απλώς και μόνο η ιδέα του να ακολουθήσεις μια γραμμή σε έναν χάρτη ήταν λόγος αρκετός για να προχωρήσεις, ένας λόγος για να δεις την επόμενη μέρα. Εκείνο το δευτερόλεπτο, σε εκείνη τη φρικτή στιγμή της ζωής μου, αυτό σκέφτηκα. Το ίδιο το μονοπάτι που ακολουθήσαμε δεν ήταν παρά η αφορμή, η ιδέα του να ακολουθήσεις τον χάρτη είναι που έχει σημασία. Προς τα πού; Τι σημασία έχει; Οπουδήποτε».
Από την άλλη πλευρά, μέσα σε όλα τα σοβαρά προβλήματα που εσείς και ο σύζυγός σας αντιμετωπίσατε, δεν νιώθετε επίσης ότι κατά κάποιον τρόπο υπήρξατε τυχεροί; Το ρωτώ επειδή υπήρξε ένα πρόσφατο περιστατικό στην Ελλάδα, σύμφωνα με το οποίο ένας 81χρονος σε αναπηρικό καροτσάκι, χωρίς πόδια, και η 80χρονη σύζυγός του έχασαν το σπίτι τους. Στην κατάσταση του ανδρός, αυτό το ζευγάρι, ακόμα και αν το ήθελε, δεν θα μπορούσε να κάνει ένα ταξίδι παρόμοιο με το δικό σας.
«Φυσικά! Ημασταν απίστευτα τυχεροί! Ο Μοθ έκανε το ταξίδι σε μια περίοδο που σωματικά μπορούσε. Αν τα αποτελέσματα των εξετάσεών του δεν ήταν θετικά, όπως συνέβη αργότερα, δεν θα μπορούσαμε να μετακινηθούμε. Αρα, τη δεδομένη χρονική στιγμή, τότε που έγινε το κακό, η τύχη ήταν με το μέρος μας. Και ασφαλώς αντιλαμβάνομαι ότι πολλοί άνθρωποι δεν θα είχαν τη δυνατότητα να κάνουν αυτό που κάναμε εμείς. Και συμπάσχω μαζί τους. Απλώς εμείς τα καταφέραμε».
Εχοντας ζήσει αυτή την εμπειρία του περπατήματος και αφού συναντήσατε πολλούς ανθρώπους στην πορεία, τι είναι πιο δύσκολο για εσάς στις μέρες μας; Να βρεις γύρω σου άκαρδους ή συμπονετικούς ανθρώπους;
«Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση γιατί, νομίζω, συναντήσαμε και τα δύο. Και μπορώ να πω ότι περισσότερες από μία φορές την πραγματική γενναιοδωρία, την ειλικρινή συμπόνια, την ανάγκη του μοιράσματος, όλα αυτά τα δεχτήκαμε από εκείνους που είχαν τα λιγότερα. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα που παρατηρεί κανείς στην ταινία γιατί αποτελεί μια ακόμη απόδειξη για το πώς λειτουργεί η ανθρώπινη φύση: όσο περισσότερα έχουμε τόσο περισσότερο προστατευτικοί γινόμαστε απέναντι σε όσα έχουμε».
Η συμπόνια, όμως, είναι η πλειοψηφία ή η μειοψηφία;
«Νομίζω ότι όλοι μας έχουμε μέσα μας τη γενναιοδωρία, απλώς χρειάζεται να μας δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία για να την εκφράσουμε».
INFO Το «Μονοπάτι του αλατιού» κυκλοφορεί στις 3 Ιουλίου στους κινηματογράφους από την TFG. Τo ομότιτλο μυθιστόρημα της Ρέινορ Γουίν κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος.
