Για χρόνια, το σινιάλο με τα φώτα ανάμεσα στους οδηγούς, ήταν μια προειδοποίηση πως παρακάτω υπάρχει αστυνομικός έλεγχος. Στην ψηφιακή εποχή όμως, τα φώτα αντικαταστάθηκαν από ειδοποιήσεις εφαρμογών στα κινητά μας, όπου σε δευτερόλεπτα κάποιος μπορεί να ενημερώσει χιλιάδες χρήστες ταυτόχρονα.
Αυτό ακριβώς συνέβαινε, σύμφωνα με τη Διεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος, σε μια σειρά από διαδικτυακές κοινότητες που είχαν δημιουργηθεί για να ενημερώνουν μέσω μηνυμάτων τα μέλη που ήταν πάνω από 200.000 σε ποια σημεία γίνονταν τροχονομικοί έλεγχοι. Από αλκοτέστ και ραντάρ ταχύτητας στις εθνικές οδούς, μέχρι ελέγχους για κράνη ή άδειες κυκλοφορίας.
Η έρευνα ξεκίνησε τον περασμένο Ιούλιο, ύστερα από παραγγελία της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, οι καταγγελίες πολιτών άρχισαν να συσσωρεύονται. Κάθε φορά που η Τροχαία έστηνε έλεγχο σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Κρήτη, μέσα σε λίγα λεπτά το σημείο είχε γίνει γνωστό στους χρήστες διαδικτυακά.

Η Δίωξη Κυβερνοεγκλήματος εντόπισε τα ψηφιακά ίχνη των λογαριασμών που διαχειρίζονταν το δίκτυο. Πίσω, βρίσκονταν 2 πρόσωπα που είχαν τον ρόλο του διαχειριστή. Ο ένας μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, φέρεται να είχε υπό τον έλεγχό του και δύο ακόμη γκρουπ, ένα στην Κρήτη με περίπου 25.000 μέλη και ένα στη Θεσσαλονίκη με γύρω στα 3.000.
Οι συνεχείς δημοσιεύσεις, οι μαζικές ειδοποιήσεις και η άμεση ανταπόκριση των μελών δημιουργούσαν ένα σύστημα που παρεμπόδιζε στην πράξη το έργο της αστυνομίας. Κάθε φορά που στήνονταν μπλόκα, οι πληροφορίες διέρρεαν μέσα σε λίγα λεπτά, με αποτέλεσμα πολλοί οδηγοί να αλλάζουν διαδρομή ή να αποφεύγουν τους ελέγχους.
Η υπόθεση αναδεικνύει ένα σύγχρονο δίλημμα. Από τη μία, η ελευθερία επικοινωνίας και η δύναμη των ψηφιακών κοινοτήτων. Από την άλλη, η ανάγκη για προστασία της ζωής και της ασφάλειας στους δρόμους. Πολλοί χρήστες που συμμετείχαν στις ομάδες μπορεί να θεωρούσαν ότι απλώς ενημέρωναν τους οδηγούς για μπλόκα, χωρίς πρόθεση να παραβούν το νόμο. Όμως, στην πράξη, οι πληροφορίες αυτές μπορούσαν να βοηθήσουν όχι μόνο όσους ήθελαν να αποφύγουν ένα αλκοτέστ, αλλά και όσους είχαν κάτι πιο σοβαρό να κρύψουν.
Οι χάρτες που δείχνουν την παρουσία αστυνομικών
Η ειρωνεία είναι πως πέρα από τα «κλειστά» γκρουπ, υπάρχουν αρκετές εφαρμογές πλοήγησης, όπως οι χάρτες που χρησιμοποιούν εκατομμύρια χρήστες, όπου οι ίδιες οι εφαρμογές επιτρέπουν σε οποιονδήποτε να σημειώσει την «παρουσία αστυνομίας» σε έναν δρόμο.

Όταν αρκετοί οδηγοί επιβεβαιώσουν το ίδιο σημείο, η ειδοποίηση εμφανίζεται αυτόματα στους υπόλοιπους. Έτσι, ένα μπλόκο της τροχαίας, μπορεί να είναι «ορατό» στον ψηφιακό χάρτη, σε χιλιάδες χρήστες μέσα σε λίγα λεπτά.
«Πρέπει να ισορροπήσουν δικαιώματα και ευθύνες»
Η γραμμή ανάμεσα στην ενημέρωση και την παρακώλυση του έργου της αστυνομίας γίνεται όλο και πιο λεπτή. Όπως παραδέχονται και ανώτατοι αξιωματικοί της Τροχαίας στο ΒΗΜΑ «Δεν πρόκειται για απλή τεχνική πρόκληση, αλλά για ένα νέο πεδίο στο οποίο πρέπει να ισορροπήσουν δικαιώματα και ευθύνες. Είναι παράλογο να θέλουν να ενημερώσουν έναν μεθυσμένο οδηγό να αλλάξει διαδρομή, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει ένα σοβαρό τροχαίο».
Από την άλλη, πολλοί πολίτες θεωρούν πως τέτοιες ομάδες λειτούργησαν ως «μάτι» στον δρόμο, με οδηγούς να ενημερώνουν ο ένας τον άλλον για μπλόκα, ατυχήματα ή ακόμη και επικίνδυνα σημεία στους οδικούς άξονες.

Η έρευνα συνεχίζεται, ενώ η δικογραφία έχει ήδη πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Το βέβαιο είναι ότι η υπόθεση φέρνει στην επιφάνεια ένα φαινόμενο που εξελίσσεται στο διαδίκτυο και πίσω από τις οθόνες των κινητών, που άλλοτε λειτουργεί υπεύθυνα και άλλοτε αγγίζει τα όρια της παρανομίας.
Το ερώτημα δεν είναι αν θα συνεχίσουμε να μοιραζόμαστε πληροφορίες, αυτό είναι δεδομένο. Το ζήτημα είναι τι επιλέγουμε να υπηρετούμε με αυτές, την ασφάλεια όλων ή την ευκολία του καθενός;
