Φρίντριχ Μερτς: Η κόντρα με την Κομισιόν, η απαισιοδοξία για τους δασμούς και τα εσωτερικά μέτωπα

Σε σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται πως βρίσκεται ο Γερμανός καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς μετά την ανακοίνωση του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου, την ώρα που έχει να αντιμετωπίσει μια σειρά από εσωτερικά μέτωπα.

Φρίντριχ Μερτς: Η κόντρα με την Κομισιόν, η απαισιοδοξία για τους δασμούς και τα εσωτερικά μέτωπα

Ένα ακόμα μέτωπο φαίνεται πως ανοίγει ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, καθώς μετά τις εσωτερικές αναταράξεις που βίωσε η κυβέρνηση του το τελευταίο διάστημα ο ίδιος επέλεξε να επικρίνει ανοιχτά το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το οποίο παρουσίασε πριν από μερικές μέρες η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

«Η αύξηση του χρέους είχε χρησιμοποιηθεί σε έκτακτες περιπτώσεις, αλλά πλέον έχει γίνει ο νέος κανόνας», δήλωσε πριν μερικές μέρες σε δημοσιογράφους  στο Λονδίνο ο Μερτς, μιλώντας δίπλα στον πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, Κιρ Στάρμερ. «Η ΕΕ θα πρέπει τώρα να τα βγάλει πέρα με τους πόρους που έχει στη διάθεσή της. Αυτό σημαίνει ότι θα δοθεί σκληρή μάχη για τον προϋπολογισμό τα επόμενα δύο χρόνια» πρόσθεσε.

Τα σχόλια του αυτά αντικατοπτρίζουν την επίσημη απόρριψη του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλασιίου των 2 τρισ. ευρώ από το Βερολίνο, καθώς η γερμανική κυβέρνηση ενοχλήθηκε ιδιαίτερα από την πρόταση για επιπλέον φορολόγηση των επιχειρήσεων.

«Δεν πιστεύω ότι υπάρχει νομική βάση που να επιτρέπει στην ΕΕ κάτι τέτοιο», είπε, προσθέτοντας ότι μια τέτοια ενέργεια θα απαιτούσε ομοφωνία. «Μπορώ να αποκλείσω το ενδεχόμενο η Γερμανία να επιδιώξει μια τέτοια προσέγγιση. Ο στόχος μας δεν είναι να αυξήσουμε το βάρος στις επιχειρήσεις για να δημιουργηθεί περιθώριο δράσης στην ΕΕ — αυτό είναι απαράδεκτο» τόνισε.

Η διαφωνία μεταξύ Βερολίνου και Βρυξελλών είναι λοιπόν ξεκάθαρη, παρότι Μερτς και Φον ντερ Λάιεν προέρχονται από το ίδιο κόμμα, τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση της Γερμανίας (CDU).

Η τοποθέτηση Μερτς για τους δασμούς των ΗΠΑ

Παράλληλα, ο Γερμανός καγκελάριος τοποθετήθηκε και στο ζήτημα των δασμών των ΗΠΑ προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, περιγράφοντας ως «μη ρεαλιστικό» το ενδεχόμενο οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΗΠΑ να καταλήξουν σε συμφωνία για μηδενικούς δασμούς και από τις δύο πλευρές. «Όσο χαμηλότεροι είναι τελικά οι δασμοί, τόσο το καλύτερο και για τις δύο πλευρές», τόνισε ο καγκελάριος.

Ο καγκελάριος Μερτς τόνισε ακόμη ότι το Βερολίνο στηρίζει την προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εξεύρεση «λογικής» λύσης και επανέλαβε ότι «όσο χαμηλότεροι είναι τελικά οι δασμοί και στις δύο πλευρές, τόσο το καλύτερο και για τις δύο πλευρές». ‘Αφησε πάντως ανοιχτό το ενδεχόμενο επίτευξης επιμέρους κλαδικών συμφωνιών. «Βρισκόμαστε πιθανότατα στην τελική φάση των διαπραγματεύσεων, οι οποίες θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί έως τα μέσα της μεθεπόμενης εβδομάδας», πρόσθεσε.

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στο εσωτερικό του

Από την άλλη πλευρά, όπως προαναφέρθηκε, ο καγκελάριος Μερτς αντιμετωπίζει και μια σειρά προβλημάτων στο εσωτερικό του, με αναλυτές να κάνουν λόγο πως παρότι αφιέρωσε το πρώτο διάστημα της θητείας του στην ενίσχυση της διεθνούς θέσης της Γερμανίας, στο εσωτερικό υπέπεσε σε διαδοχικά λάθη, προκαλώντας αμφιβολίες για την ικανότητά του να εφαρμόσει τις οικονομικές του μεταρρυθμίσεις.

Το πιο πρόσφατο πλήγμα ήρθε με την αποτυχία εκλογής τριών νέων δικαστών στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας. Η ψηφοφορία στη Μπούντεσταγκ –που κανονικά θα ήταν τυπική διαδικασία, καθώς τα κόμματα της κυβέρνησης είχαν ήδη συμφωνήσει στα πρόσωπα– ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή, όταν κατέστη σαφές ότι οι Χριστιανοδημοκράτες του Μερτς δεν θα στήριζαν πλήρως έναν υποψήφιο που πρότειναν οι συγκυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες (SPD).

Μετά από αυτήν την εξέλιξη, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και ηγετικό στέλεχος του SPD, Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, κατηγόρησε το Χριστιανοδημοκρατικό μπλοκ για αθέτηση της συμφωνίας.

Αν και δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για τη λειτουργία του δικαστηρίου, η χαοτική αυτή αποτυχία ανέδειξε τα όρια της επιρροής του Μερτς στους ίδιους του τους βουλευτές, όπως ανέφερε σε ανάλυση του το Bloomberg. Παράλληλα, αποκάλυψε τις εντάσεις στους κόλπους της κυβερνητικής συμμαχίας, ξυπνώντας μνήμες από τις εσωτερικές διαμάχες που ταλαιπώρησαν την κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς.

Οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις

Με τη λαϊκή στήριξη εύθραυστη και τις ενδοκυβερνητικές σχέσεις σε ένταση, η κρίση υπογραμμίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο Μερτς στην προσπάθειά του να προχωρήσει στην επόμενη φάση των μεταρρυθμίσεων. Παρότι πέτυχε την ψήφιση πακέτου φοροελαφρύνσεων ύψους €46 δισ. (54 δισ. δολάρια), οι συγκρούσεις για την αναμόρφωση του κράτους πρόνοιας και η διαμάχη για την πιθανή επαναφορά της στρατιωτικής θητείας παραμένουν μπροστά.

Καθώς το θέμα των δικαστών ήταν ένα από τα τελευταία σημεία στην ατζέντα πριν από τη θερινή διακοπή του κοινοβουλίου, η υπόθεση παραπέμπεται πλέον για τον Σεπτέμβριο, με τον Μερτς να προσπαθεί να περιορίσει τη ζημιά.

«Δεν είναι ευχάριστο, αλλά δεν είναι κάτι που θα μας ρίξει κάτω», δήλωσε την περασμένη Κυριακή στην τηλεόραση ARD, χωρίς να προσδιορίσει χρονοδιάγραμμα ή λύση για τον διορισμό των δικαστών.

Ο Μερτς απέδωσε μέρος της ευθύνης στον Γενς Σπαν, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών, λέγοντας ότι «η ηγεσία της κοινοβουλευτικής ομάδας θα μπορούσε να είχε αντιληφθεί νωρίτερα τη δυσαρέσκεια» μεταξύ των βουλευτών του κόμματός του, εξαιτίας επίμαχων θέσεων για τις αμβλώσεις και αιτιάσεων για λογοκλοπή.

Αυτός όμως δεν ήταν το πρώτο σφάλμα της κυβέρνησης. Στις αρχές Ιουλίου, η κυβέρνηση Μερτς προκάλεσε κατακραυγή καθώς αθέτησε τη δέσμευσή της να μειώσει τον φόρο ηλεκτρικού ρεύματος για όλους τους πολίτες, περιορίζοντας τις ελαφρύνσεις μόνο στη βαριά βιομηχανία και τον αγροτικό τομέα.

Η πτώση της δημοτικότητας

Όλα αυτά, όπως ήταν αναμενόμενο, οδήγησαν στην υποχώρηση της δημοτικότητας του Μερτς στο 35%, επτά μονάδες κάτω από την προηγούμενη εβδομάδα, κυρίως λόγω της δυσαρέσκειας για τον φόρο στο ρεύμα, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Forsa. Το ποσοστό αυτό πλησιάζει τα χαμηλά επίπεδα του προκατόχου του, Όλαφ Σολτς, ενώ μόλις το 33% των Γερμανών θεωρεί ότι η κυβέρνηση Μερτς μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά τα βασικά εσωτερικά ζητήματα.

Μόλις λίγους μήνες μετά τις εκλογές και την ώρα που η γερμανική ακροδεξιά βλέπει τα ποσοστά της να ανεβαίνουν, οι παραπάνω μετρήσεις δημιουργούν ανησυχία στην κοινή γνώμη. Την ίδια ώρα η άλλη κινητήριος δύναμη της Ευρώπης, η Γαλλία βιώνει τις δικές της αναταράξεις, με την ανάγκη για επιστροφή σε εποχές ομαλότητες να φαίενεται πως είναι μεγαλύτερη από ποτέ.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version