Επιβάρυνση 13 δισ. ευρώ στις τράπεζες από τις προβλέψεις

Με το ποσό των 13 δισ. ευρώ επιβαρύνθηκαν τα αποτελέσματα των τραπεζικών ομίλων στην περυσινή χρήση από τις προβλέψεις που σχημάτισαν βάσει των ευρημάτων των φθινοπωρινών stress tests της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Επιβάρυνση 13 δισ. ευρώ στις τράπεζες από τις προβλέψεις
Με το ποσό των 13 δισ. ευρώ επιβαρύνθηκαν τα αποτελέσματα των τραπεζικών ομίλων στην περυσινή χρήση από τις προβλέψεις που σχημάτισαν βάσει των ευρημάτων των φθινοπωρινών stress tests της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Οπως προκύπτει από τις οικονομικές καταστάσεις που είχαν δημοσιευθεί ως και την περασμένη εβδομάδα, οι διοικήσεις τους επέλεξαν να επιβαρύνουν τα αποτελέσματα του 2015 όσο το δυνατόν περισσότερο τόσο με απομείωση της αξίας των δανείων τους όσο και με άλλης φύσεως έκτακτες ζημιές με στόχο την επιστροφή εφέτος σε οριακή έστω κερδοφορία.
Οι τρεις από τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες, Alpha, Eurobank και Πειραιώς, και η Εθνική, που θα προβεί στις σχετικές ανακοινώσεις την ερχόμενη Τρίτη, ανταποκρίθηκαν με τον τρόπο αυτόν στην υποχρέωσή τους για κάλυψη έναντι του πιστωτικού κινδύνου, όπως αυτός εκτιμήθηκε στην τελευταία αξιολόγηση των στοιχείων του ενεργητικού τους (AQR).
Ταυτόχρονα μετέφεραν στο 2015 ζημιές οι οποίες θα προκύψουν από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων που θα πραγματοποιηθούν εφέτος. Για παράδειγμα, η πώληση της θυγατρικής στα Σκόπια από την Alpha Bank, της Finansbank από την Εθνική ή ακόμη και άλλες υποαξίες που σχετίζονται με την πορεία επενδυτικών χαρτοφυλακίων (ακίνητα, κινητές αξίες) ή με προγράμματα εθελουσίας εξόδου που θα «τρέξουν» το 2016.
Σε γενικές γραμμές η περυσινή χρήση χαρακτηρίστηκε από τα εξής:
–Βελτίωση των οργανικών αποτελεσμάτων, κυρίως λόγω μείωσης του κόστους και δευτερευόντως από την αύξηση των εσόδων.
–Σχηματισμό προβλέψεων της τάξεως των 13 δισ. ευρώ για πλήρη συμμόρφωση με τα αποτελέσματα του AQR.
–Υψηλές καθαρές ζημιές λόγω των προβλέψεων, παρά το γεγονός ότι τα δάνεια σε καθυστέρηση σημείωσαν αύξηση μόλις 2 μονάδων βάσης.
Οι στόχοι για εφέτος


Αναλυτές που παρακολουθούν τον κλάδο εκτιμούν ότι είναι εφικτός ο στόχος που έχει τεθεί για καθαρά κέρδη 400-800 εκατ. ευρώ συνολικά για τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες το 2016. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω της μείωσης των προβλέψεων, οι οποίες μπορεί να πέσουν ακόμη και κάτω από το 2% επί του δανειακού χαρτοφυλακίου, χωρίς να αποκλείεται να προσεγγίσουν τα 4 δισ. ευρώ. Δηλαδή, μόνο από αυτή την πηγή μπορεί να προκύψει μια αύξηση των μετά προβλέψεων αποτελεσμάτων περίπου της τάξεως των 9 δισ. ευρώ!
Επιπλέον, αναμένεται να συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό σε σχέση με πέρυσι η αύξηση των καθαρών εσόδων. Ως προς τη ρευστότητα οι τραπεζίτες ελπίζουν ότι μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα υπάρξει εμφανής βελτίωση, τόσο λόγω της απευθείας χρηματοδότησης από τον φθηνότερο μηχανισμό της ΕΚΤ όσο και από την επιστροφή καταθέσεων στο σύστημα. Με τον τρόπο αυτόν θα επιταχυνθεί τόσο η πορεία επανασύνδεσης με τις αγορές όσο και η χαλάρωση των μέτρων περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων.
Νέες κινήσεις αναδιάρθρωσης δικτύου και μείωσης προσωπικού θα γίνουν τόσο στις θυγατρικές της ΝΑ Ευρώπης όσο και στην Ελλάδα, κυρίως μέσω εθελουσίας εξόδου. Τέλος, αναμένεται να ολοκληρωθεί η πώληση θυγατρικών τόσο για περιπτώσεις όπου έχει ήδη υπογραφεί σχετική συμφωνία όσο και για άλλες που βρίσκονται υπό διάθεση. Στην πρώτη περίπτωση περιλαμβάνονται η Finansbank, το Private Equity Λονδίνου και ο Αστέρας της Βουλιαγμένης για την ΕΤΕ και η ασφαλιστική της Eurobank.
Για το 2016 έχουν δρομολογηθεί οι ακόλουθες ρευστοποιήσεις: Ομιλος ΕΤΕ: Εθνική Ασφαλιστική, Alpha Bank: Hilton και θυγατρική Σκοπίων, Eurobank: θυγατρική στην Ουκρανία (πολύ μικρό μέγεθος), Τράπεζα Πειραιώς: Θυγατρική Κύπρου (ήδη έχει μπει στην κατηγορία «Διακράτηση προς πώληση» στον ισολογισμό του 2015).
Η πορεία στο ΧΑ


Πολύ καλή επενδυτική ευκαιρία, λόγω της σχέσης ρίσκου – απόδοσης που έχει διαμορφωθεί μετά την πτώση των τελευταίων μηνών, χαρακτηρίζουν χρηματιστηριακοί αναλυτές τις μετοχές των τεσσάρων συστημικών ομίλων. Η διαμόρφωση της κεφαλαιοποίησής τους στο ΧΑ ως και στο 10% της λογιστικής τους αξίας, η προοπτική επιστροφής σε κερδοφορία το 2016, αλλά και η μικρή πιθανότητα για έναν τέταρτο γύρο αυξήσεων κεφαλαίου ως το 2018 έχουν αρχίσει να προσελκύουν σταδιακά επενδυτές, οι οποίοι ποντάρουν ακόμη και σε αποδόσεις της τάξεως του 100%-200% από τα τρέχοντα επίπεδα τιμών.

«Τα πράγματα στη χώρα πρέπει να πάνε πάρα πολύ στραβά την επόμενη διετία για να χρειαστούν ξανά οι τράπεζες κεφάλαια»
σημειώνει έμπειρο τραπεζικό στέλεχος. Σύμφωνα με τον ίδιο, μόνο σε δύο περιπτώσεις θα προκύψει τέτοια ανάγκη: στο καταστροφικό σενάριο ενός Grexit, το οποίο με τα σημερινά δεδομένα φαντάζει μακρινό, και στο ενδεχόμενο η οικονομία να κινηθεί ξανά πτωτικά, με ρυθμούς αντίστοιχους της περιόδου 2011-2012. Δηλαδή, θα πρέπει το ΑΕΠ να χάσει το 2016 και το 2017 σωρευτικά άλλο ένα 15% και τα «κόκκινα» δάνεια να αυξηθούν κατά το ίδιο ποσοστό.
Πρόκειται για προβλέψεις που δύσκολα θα επαληθευτούν, αναφέρει χαρακτηριστικά γενικός διευθυντής συστημικού ομίλου. «Με δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία άντεξε το 2015 σήμερα είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος για το μέλλον» προσθέτει η ίδια πηγή.
Μονομαχία ΕΚΤ – ΔΝΤ


Υπογραμμίζει δε ότι θα ήταν πλήγμα για την αξιοπιστία της ΕΚΤ να υποχρεώσει ξανά τις ελληνικές τράπεζες σε αυξήσεις κεφαλαίου μόλις λίγους μήνες μετά την τελευταία άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Το ίδιο θα συνέβαινε και στην περίπτωση που η Ευρωτράπεζα αποφάσιζε να μειώσει το όφελος από τον αναβαλλόμενο φόρο, το οποίο η ίδια είχε αναγνωρίσει στα stress tests του περασμένου Οκτωβρίου. Αν προχωρούσε σε μια τέτοια κίνηση, θα δημιουργούσε μεγάλη αβεβαιότητα σε όλον τον ευρωπαϊκό κλάδο.
Από την πλευρά του το ΔΝΤ πιέζει για μία ακόμη φορά τις εποπτικές αρχές για νέα κεφαλαιακή ενίσχυση, με στόχο να καθαρίσουν με τη μία οι ισολογισμοί. Αν «περνούσε» η στρατηγική του Ταμείου, αυτό θα σήμαινε ότι οι τράπεζες θα υποχρεώνονταν, μεταξύ άλλων, να πουλήσουν μέσα σε λίγους μήνες σε funds όλα τα επισφαλή χαρτοφυλάκια, με αποτέλεσμα να «γράψουν» ζημιές, οι οποίες θα έπρεπε να αναπληρωθούν με «φρέσκα» κεφάλαια.
Τραπεζικοί κύκλοι τονίζουν πως, όπως και στο παρελθόν, όταν π.χ. το 2014 η Ουάσιγκτον εκτιμούσε τις κεφαλαιακές ανάγκες σε 20 δισ. ευρώ και τελικά διαμορφώθηκαν σε 8 δισ. ευρώ, με επιβεβαίωση από δύο διαδοχικά stress tests (Τράπεζα της Ελλάδος και ΕΚΤ), έτσι και σήμερα, η «γραμμή» του ΔΝΤ πολύ δύσκολα θα υπερισχύσει της στρατηγικής σταδιακής προσαρμογής που εφαρμόζει ο επόπτης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version