Ξετυλίγοντας το κουβάρι των κυβερνητικών μεθοδεύσεων στο ζήτημα της αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών, γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι έχουν να κάνουν λιγότερο με τα τεχνικά χαρακτηριστικά ή τη βιωσιμότητα των καναλιών και περισσότερο με έναν μικροκομματικό αντιπερισπασμό στα προβλήματα που ταλανίζουν την κυβέρνηση. Μέσα σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον, η εύκολη ρητορική του πολέμου «εναντίον της διαπλοκής» χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση σαν μια ιδιότυπη βαλβίδα αποσυμπίεσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας.
Ως αιτιολογία για τη βιασύνη του υπουργού Επικρατείας Ν. Παππά να ψηφιστεί μια τροπολογία, σύμφωνα με την οποία θα δημοπρατηθούν μόνο τέσσερις τηλεοπτικές άδειες για κανάλια εθνικής εμβέλειας γενικού περιεχομένου, παρουσιάστηκε μια μελέτη της Σχολής της Φλωρεντίας με θέμα τη «Ρύθμιση των επικοινωνιών και των ΜΜΕ». Σύμφωνα με τη μελέτη, τα δεδομένα του νέου χάρτη συχνοτήτων θα επιτρέπουν τη μετάδοση μόνο τεσσάρων ιδιωτικών καναλιών υψηλής ευκρίνειας. Τα συμπεράσματα αυτά χαρακτηρίζονται από επιστήμονες διεθνούς βεληνεκούς, όπως ο διευθυντής του εργαστηρίου media του ΜΙΤ Μιχάλης Μπλέτσας, ως «μη ανταποκρινόμενα στη σημερινή πραγματικότητα».
Βιάστηκαν να νομοθετήσουν
Απορίας άξιον είναι ότι οι ελληνικές αρμόδιες Αρχές δεν έχουν ακόμη πάρει στα χέρια τους την οριστική εμπειρογνωμοσύνη. Σε Εγκριτικό Σημείωμα (αρ. 39) της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας με ημερομηνία 11 Φεβρουαρίου 2016, αφού παρατίθενται οι λόγοι για τους οποίους ο συγκεκριμένος φορέας είναι ο «κατ’ αποκλειστικότητα κατάλληλος» για την παροχή της σχετικής τεχνογνωσίας, σημειώνεται: «Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την προπαρασκευαστική εμπειρογνωμοσύνη που ήδη κατατέθηκε, παρέχουν όλα τα εχέγγυα τόσο για την έρευνα που διεξήχθη όσο και για την ακρίβεια και επιστημονική τεκμηρίωση των αποτελεσμάτων. Κατόπιν όλων των παραπάνω, η ΓΓΕΕ εισηγείται την ανάθεση της εκπόνησης της οριστικής εμπειρογνωμοσύνης στον ανωτέρω επιστημονικό φορέα, στον οποίο θα καταβάλει ως αμοιβή το ποσό των 20.000 ευρώ άμα τη παραδόσει της, η οποία αναμένεται περί τα τέλη Φεβρουαρίου 2016».
Θα περίμενε κανείς από την κυβέρνηση, πριν προχωρήσει σε νομοθετικές παρεμβάσεις, να περιμένει τουλάχιστον την οριστική μελέτη, ακόμη και αν αυτή δεν περιέχει ουσιαστικές διαφορές από την προπαρασκευαστική, μόνο και μόνο για να είναι οποιαδήποτε παρέμβαση νόμιμη.
Να σημειωθεί ότι η προπαρασκευαστική μελέτη παραδόθηκε στον κ. Παππά στις 3 Φεβρουαρίου και παρουσιάστηκε στη Βουλή στις 9 Φεβρουαρίου, δύο ημέρες πριν από την ψήφιση στη Βουλή της τροπολογίας, ενώ αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Σχολής την επομένη της ψήφισης. Εκτοτε αντιμετωπίζεται από την ελληνική κυβέρνηση ως «θέσφατο», τουλάχιστον στα σημεία που τη συμφέρουν. Ειρωνεία αποτελεί το γεγονός ότι οι αρμόδιοι στράφηκαν για την εκπόνηση της μελέτης σε έναν ιταλικό φορέα, τη στιγμή που, όπως αναφέρει ο κ. Μπλέτσας, «αν υπάρχει μια χώρα που είναι πιο μπάχαλο από την Ελλάδα στα ραδιοτηλεοπτικά, αυτή είναι η Ιταλία».
Διάτρητη μελέτη και τεχνικές ατέλειες
Η μελέτη είναι, σύμφωνα με τον κ. Μπλέτσα, κυριολεκτικά διάτρητη τόσο όσον αφορά τα βασικά της συμπεράσματα όσο και την επεξεργασία των στοιχείων. Επίσης, περιέχει αμφιλεγόμενες οδηγίες, όπως, για παράδειγμα, των περιορισμό των πολυπλεκτών εθνικής κάλυψης, γεγονός που είναι ενάντια στα συμφέροντα της Ελλάδας.
Σχετικά με το βασικό συμπέρασμα για τέσσερα κανάλια υψηλής ευκρίνειας, ρωτήσαμε τον κ. Μπλέτσα πόσα κανάλια εθνικής εμβέλειας θα μπορούσαν να εκπέμψουν με την τρέχουσα τεχνολογία και μας απάντησε ότι «αν υποθέσουμε εκπομπή σε υψηλή ευκρίνεια (HD), η πρώτη απάντηση είναι 16 (4 πολυπλέκτες με 4 ροές των 6 Mbps ανά πολυπλέκτη). Αν υποθέσουμε ότι δεν αλλάζει τίποτα στην τεχνολογία του δικτύου και χαθεί ένας πολυπλέκτης κάποια στιγμή από το 2017 μέχρι το 2020, λόγω απόδοσης της μπάντας των 700 MHz στις τηλεπικοινωνίες, ο αριθμός αυτός πέφτει στο 12. Μέχρι το 2020 όμως το δίκτυο εκπομπής θα μπορεί να αναβαθμιστεί σε τεχνολογία DVB-T2 που θα πολλαπλασιάσει (2Χ-3Χ) τη χωρητικότητά του, οπότε πάλι μιλάμε για τουλάχιστον 24 κανάλια. Επομένως, σίγουρο είναι ότι μπορούν να εκπέμψουν πολύ περισσότερα κανάλια από αυτά που θα είναι βιώσιμα με βάση το μέγεθος της Ελλάδας. Δεν υπάρχει ουσιαστικός τεχνικός περιορισμός στον αριθμό των καναλιών».
Οσον αφορά τις τεχνικές ατέλειες της μελέτης, ο κ. Μπλέτσας σημειώνει ότι «οι παραδοχές που κάνει για τα δικαιώματα χρήσης του φάσματος, τον αριθμό των πολυπλεκτών που μπορούν να λειτουργήσουν, καθώς και τη χωρητικότητά τους, όπως επίσης και για τις προδιαγραφές των ροών προγράμματος, είναι εκτός σημερινής πραγματικότητας».
Ειδικά για τον περιορισμό των πολυπλεκτών, ο κ. Μπλέτσας αναφέρει ότι είναι ενάντια στα συμφέροντα της χώρας στις διαπραγματεύσεις κατοχύρωσης δικαιώματος χρήσης συχνοτήτων, στις οποίες πάντα έχει μεγάλη βαρύτητα το «use it or lose it». Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «όλες οι χώρες χρησιμοποιούν το ίδιο φάσμα για τις τηλεοπτικές εκπομπές. Αυτό σημαίνει ότι στις συνοριακές περιοχές θα πρέπει να υπάρχει συνεννόηση μεταξύ των γειτονικών κρατών, έτσι ώστε να αποφεύγονται οι παρεμβολές από χρήση των ίδιων συχνοτήτων. Η συνθήκη GE-06 κάνει μια πρώτη κατανομή των συχνοτήτων. Στη συνέχεια τα κράτη καταθέτουν όποιες αλλαγές θεωρούν αναγκαίες. Είναι προφανές πως όταν μια χώρα δεν χρησιμοποιεί κάποια συχνότητα, αυτή γίνεται πιο εύκαιρη για χρήση από τους γείτονές της».
Ο κ. Μπλέτσας επισημαίνει ότι η τροπολογία που κατατέθηκε στη Βουλή είναι προβληματική, καθώς δεν περιέχει διάταξη για την άμεση μετάβαση σε εκπομπή HD για τους αδειούχους.«Η τροπολογία, όπως κατατέθηκε, είναι εντελώς ασαφής ως προς το χρονοδιάγραμμα και την υποχρέωση εκπομπής σε υψηλή ευκρίνεια, η οποία νομίζω ότι απλώς χρησιμοποιείται για να βγει το μαγικό νούμερο “4”» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Οσον αφορά την παράκαμψη του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, ο κ. Μπλέτσας αναφέρει ότι είναι «πρωτοφανής για τα ευρωπαϊκά δεδομένα και, απ’ ό,τι φαίνεται, ιδιαίτερα ευάλωτη νομικά. Νομίζω όμως ότι είναι συνεπής με την απέχθεια που δείχνει η κυβέρνηση για τις ανεξάρτητες Αρχές».
Η απόφαση του ΣτΕ
Στο σημείο αυτό, καλό είναι να υπενθυμίσουμε ότι σε σχετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (1901/2014), η οποία αναφέρεται στην αντικατάσταση της ΕΡΤ από τη ΝΕΡΙΤ, σημειώνεται: «
Ειδικά ως προς τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, ο συνταγματικός νομοθέτης (…) όρισε ότι η λειτουργία τους υπάγεται στον άμεσο έλεγχο του κράτους. Ο έλεγχος αυτός περιλαμβάνει τόσο τη χορήγηση αδείας λειτουργίας όσο και τη μέριμνα ώστε κατά τη λειτουργία τους να εξυπηρετούνται συγκεκριμένοι σκοποί δημοσίου ενδιαφέροντος. (…) Η χορήγηση των αδειών, ο έλεγχος της εξυπηρέτησης των ανωτέρω σκοπών δημοσίου συμφέροντος και η επιβολή κυρώσεων ανατίθεται σε ανεξάρτητη Αρχή, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης». Η απόφαση καταρρίπτει το βασικό επιχείρημα του κ. Παππά ότι η αδειοδότηση είναι αρμοδιότητα του κράτους.
Τέσσερα και με το σταγονόμετρο
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, η κυβέρνηση επιμένει να δημοπρατήσει τέσσερις άδειες με βάση τον ισχύοντα χάρτη συχνοτήτων, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο για περισσότερες με βάση τον νέο χάρτη, ο οποίος αυτή τη στιγμή σχεδιάζεται από τις υπηρεσίες του υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών. Η δημοπράτηση θα γίνει σταδιακά. Δηλαδή στις αρχές Μαρτίου θα γίνει η προκήρυξη για τη δημοπράτηση της πρώτης άδειας και στη συνέχεια για τις υπόλοιπες, μία-μία. Πρόκειται για μια πρωτοφανή διαδικασία. Η κυβέρνηση σκοπεύει να παρεκκλίνει από τη «μελέτη της Φλωρεντίας» μόνον όσον αφορά την τιμή εκκίνησης της δημοπρασίας και να την ορίσει από το υψηλότερο σημείο του εύρους 500.000-3.000.000.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ