Τα νέα πρόσωπα της Ευρώπης

Eνα πρόσωπο σε ένα κάδρο ύψους δύο μέτρων σε κοιτάζει κατάματα με την ουδέτερη σοβαρότητα που απαιτείται σε μια φωτογραφία διαβατηρίου.

Τα νέα πρόσωπα της Ευρώπης
Eνα πρόσωπο σε ένα κάδρο ύψους δύο μέτρων σε κοιτάζει κατάματα με την ουδέτερη σοβαρότητα που απαιτείται σε μια φωτογραφία διαβατηρίου. Τι σκέφτεται, τι νιώθει, πώς ζει ο άνθρωπος με το αταλάντευτο βλέμμα; Ο γερμανός φωτογράφος Τόμας Ρουφ τηρεί σιγή ιχθύος για τα μοντέλα του και καλεί το κοινό να ανακαλύψει τη «νέα αντικειμενικότητα» των κοινότατων αλλά μυστηριωδών υποκειμένων του. Αδύνατον να διαφύγεις την ευθύβολη ματιά τους όταν μπαίνεις στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης για να δεις την έκθεση «Faces. To πορτρέτο στην ευρωπαϊκή φωτογραφία μετά το 1990». Η δουλειά του Ρουφ, ηγετικού μέλους της περίφημης σχολής του Ντίσελντορφ των Αντρέας Γκούρσκι και Τόμας Στρουθ, δεν έχει τυχαία περίοπτη θέση. Μια ανάσα πριν από την έλευση της χρονιάς που χρησιμοποιείται ως ορόσημο για τις αλλαγές στην προσέγγιση του τόσο δημοφιλούς μέσου, εκείνος είχε ήδη κάνει τη ρήξη με το παρελθόν, είχε καθιερώσει μια tabula rasa στην προσωπογραφία προτού πέσει το τείχος που έφερε τα πάνω κάτω στη Γερμανία και στην Ευρώπη. Ηταν σαν να είχε διαβλέψει το μέλλον και τη γοητευτική συχνά σύγχυση γύρω από την ταυτότητα, έτσι όπως αποτυπώνεται στην έκθεση «Faces» σε 200 περίπου έργα 32 φωτογράφων από 20 συνολικά χώρες –με την ελληνική συμμετοχή των Στράτου Καλαφάτη, Νίκου Μάρκου και Κωνσταντίνου Ιγνατιάδη.
Τα σκληρά πρόσωπα της παγκοσμιοποίησης
Tο νέο πρόσωπο της φωτογραφίας έχει πολλές όψεις, όσες και οι νέες πραγματικότητες που αναδύθηκαν από την παγκοσμιοποίηση, τη μετανάστευση, τη σαρωτική διάδοση του Internet, τον κατακερματισμό της ταυτότητας. Βρίσκεται στα σκληρά πρόσωπα των απόκληρων της ουκρανικής πόλης Χάρκοβο του Μπόρις Μικάιλοφ και στα ηδυπαθή μοντέλα-λολίτες της Μόσχας που κυνηγούν το καπιταλιστικό όνειρο στην παραζαλισμένη Ρωσία, του Σεργκέι Μπράτκοβ. Είναι τα σκεπασμένα με κράνη πρόσωπα των εφήβων μιας μικρής γαλλικής πόλης που σκοτώνουν τις ατέλειωτες ώρες τους αναπτύσσοντας ταχύτητες με τις μηχανές τους στα πορτρέτα του Ντενί Νταρζάκ.

Διαθλάται στα πολλά πρόσωπα της φωτογράφου Ντίτα Πέπε η οποία φωτογραφίζεται στη θέση άλλων γυναικών με την οικογένειά τους αναδεικνύοντας έτσι την πολλαπλότητα των ρόλων που υιοθετούμε σε μια ζωή αλλά και την ικανότητα όσων μας περιβάλλουν να διαμορφώνουν ακόμη και να αλλοιώνουν την τόσο ευμετάβλητη ταυτότητά μας. Αντανακλά το παρελθόν και την παραδοσιακή προσωπογραφία της ζωγραφικής στις φωτογραφίες της Κλερ Στραντ όπου χαμίνια του σύγχρονου Λονδίνου ποζάρουν μπροστά στην απομίμηση ενός φωτογραφικού στούντιο του 19ου αιώνα ως γνήσιοι απόγονοι των βικτωριανών προγόνων τους. Κάθε επισκέπτης θα συγκινηθεί ή θα ταυτιστεί και με ένα διαφορετικό «πρόσωπο» της έκθεσης.

Γιατί, όπως λέει ο επικεφαλής επιμελητής της έκθεσης, Φριτς Γκίρστμπεργκ από το Nederlands Fotomuseum: «Καθώς κοιτάμε ένα πορτρέτο, βλέπουμε πρώτα απ’ όλα το βλέμμα. Ερευνάμε αρχικά τα μάτια, σχεδόν ενστικτωδώς. Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου έχουμε εκτιμήσει το βλέμμα, την έκφραση του προσώπου και τη στάση. Η εικόνα τότε γίνεται το φευγαλέο αφηρημένο υποκατάστατο μιας πραγματικής συνάντησης. Αυτό δίνει στο πορτρέτο μια ιδιαίτερη αύρα, που δεν απαντά στα φωτογραφικά τοπία, στις νεκρές φύσεις και στις σκηνές δρόμου. Καθιστά το φωτογραφικό πορτρέτο ξεχωριστό είδος, ακόμη και εντός της ίδιας της φωτογραφικής τέχνης. Το πορτρέτο επιδρά στην ανθρώπινη εμπειρία μας. Κάνει έκκληση στο αίσθημα ανθρωπιάς μας. Διατυπώνει μια ταυτότητα για το άλλο άτομο ή εγείρει ερωτήματα, πράγμα που οδηγεί σε έναν βαθμό ενσυναίσθησης καθώς βάζουμε τον εαυτό μας, ορθολογικά ή συναισθηματικά, στη θέση του απεικονιζομένου. Κατά δεύτερο λόγο, κάνοντάς μας να διερωτηθούμε για την ταυτότητά μας ως θεατών, το πορτρέτο λειτουργεί σαν καθρέφτης».

Από τις μεγαλύτερες συμπαραγωγές
Η έκθεση «Faces» προέκυψε μέσα από τη σύμπραξη τριών ευρωπαϊκών φορέων. Το BOZAR των Βρυξελλών και το Nederlands Fotomuseum του Ρότερνταμ, όπου έχει ήδη παρουσιαστεί με μεγάλη επιτυχία, και το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. Η ένταξη της έκθεσης στα εφετινά 50ά Δημήτρια δίνει άλλη μια σημαντική ώθηση στον ιδιαίτερα αναβαθμισμένο εφέτος θεσμό και συμπίπτει και με την «επίσημη πρώτη» του δεύτερου χώρου που θα χρησιμοποιεί το Μουσείο Φωτογραφίας στο Λιμάνι, το Κτίριο πρώην Αποθηκών Στρατού.

Ταυτόχρονα με τη συγκεκριμένη έκθεση το Μουσείο κινείται μέσα στους άξονες των στόχων του, τους οποίους ο διευθυντής του, Βαγγέλης Ιωακειμίδης, θέτει ως εξής: «Θέλουμε να βλέπει ο επισκέπτης κάτι σχετικό με το σύγχρονο αποτύπωμα της φωτογραφίας της αλλά και την ιστορία της αλλά να φιλοξενούμε παραγωγές άλλων φορέων. Η συγκεκριμένη έκθεση είναι από τις μεγαλύτερες συμπαραγωγές μας και ενισχύει ιδιαίτερα το προφίλ του μουσείου σε ένα διεθνές επίπεδο, ιδίως αν αναλογιστείτε ότι η σύμπραξη προέκυψε μετά από πρόσκληση του Bozar». Εστω και με τη μειωμένη επιχορήγηση των 250.000 ευρώ από το υπουργείο Πολιτισμού (έναντι των 400.000 σε παλαιότερες, καλύτερες εποχές, όπως το 2008) για ένα μουσείο που είναι μεν σύγχρονο και μονοθεματικό, αλλά και εξαιρετικά δημοφιλές, όπως προκύπτει από την επισκεψιμότητά του: 30.000-35.000 για τη χρονιά που μας πέρασε, εκ των οποίων οι 6.000 ήταν μαθητές από σχολεία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version