Επειτα από σκληρή αντιπαράθεση ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση ψηφίστηκε τελικά την περασμένη Τρίτη το βράδυ το νομοσχέδιο για την επαναλειτουργία της ΕΡΤ από την Ολομέλεια της Βουλής. Ο υπουργός Επικρατείας κ. Νίκος Παππάς κάλεσε τα κόμματα να ψηφίσουν το νομοσχέδιο και τόνισε ότι «ξεκινάει μια καινούργια μέρα για το τηλεοπτικό τοπίο στην Ελλάδα. Η χώρα θα ξαναγίνει ευνομούμενη ως προς τα τηλεοπτικά της. Κι αυτό είναι το πρώτο και σημαντικό μεγάλο βήμα προς την αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που δυστυχώς ακολουθούσαμε τα τελευταία χρόνια». Ο κ. Παππάς χαρακτήρισε αβάσιμα, μη εφικτά ή ασύμβατα με την πραγματικότητα σημεία κριτικής των κομμάτων της αντιπολίτευσης που αφορούσαν διάφορα θέματα όπως η κατάργηση του Εποπτικού Συμβουλίου, η μη επαναπρόσληψη των συμβασιούχων, η ανεξαρτησία της ΕΡΤ κ.τ.λ.
Με την ψήφιση του νομοσχεδίου αρχίζει ουσιαστικά η αντίστροφη μέτρηση για την πλήρη επαναλειτουργία της ΕΡΤ και στόχος της κυβέρνησης είναι αυτό να έχει επιτευχθεί ως τις 11 Ιουνίου, δύο χρόνια ακριβώς μετά το «μαύρο» στο ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής. Μετά τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως θα ακολουθήσει η προκήρυξη για το νέο διοικητικό συμβούλιο. Η σύνθεσή του, που θα επιλεγεί από τον υπουργό Επικρατείας, θα ορίσει τους νέους γενικούς διευθυντές και θα καθορίσει επακριβώς τη διαδικασία επαναπρόσληψης των απολυμένων της ΕΡΤ, καθώς επίσης την επιλογή του προγράμματος για τη ΝΕΤ, την ΕΤ1 και την ΕΤ3, αλλά και τα πρόσωπα που θα εμφανίζονται στην τηλεόραση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το επιτελείο του αρμόδιου υπουργού Επικρατείας κ. Ν. Παππά μελετά ήδη τις εισηγήσεις για τα μέλη του νέου ΔΣ και κυρίως για τις θέσεις του προέδρου και του διευθύνοντος συμβούλου. Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζονται πρόσωπα από το παρελθόν που διαθέτουν τη σχετική εμπειρία αλλά και νέα στελέχη.
Οι πιο βασικές αλλαγές
Στις σημαντικότερες αλλαγές που έγιναν στο νομοσχέδιο μετά τη δημόσια διαβούλευση από τον κ. Παππά περιλαμβάνεται η δυνατότητα της ΕΡΤ να ιδρύει θυγατρικές και άλλα νομικά πρόσωπα στην επικράτεια. Η προσθήκη αυτή σχετίζεται άμεσα με την επαναλειτουργία της ΕΡΤ3 με ανεξάρτητη τριμελή Διοικούσα Επιτροπή και έδρα τη Θεσσαλονίκη. Να σημειωθεί ακόμη ότι καταργήθηκε το πλαφόν του 25% του συνολικού προγράμματος για εξωτερικές παραγωγές, γεγονός που αιτιολογήθηκε από τα κυβερνητικά στελέχη με την εκτίμηση ότι υπήρχε κίνδυνος για την ποιότητα των προγραμμάτων της ΕΡΤ. Αποσαφηνίστηκε επίσης η υποχρέωση απόδοσης του 1,5% των εσόδων για την παραγωγή κινηματογραφικών έργων αλλά και την έκδοση βιβλίων. Επιπλέον άνοιξε ένα μικρό παράθυρο για την επίλυση του προβλήματος της επαναπρόσληψης των συμβασιούχων της πρώην ΕΡΤ, οι οποίοι είχαν αδίκως εξαιρεθεί, με την προσθήκη διάταξης που αναφέρει ότι η ΕΡΤ προσλαμβάνει το προσωπικό της με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθώς και ορισμένου χρόνου, λαμβάνοντας υπόψη αντίστοιχη εμπειρία σε δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα.
Ποικίλες αντιδράσεις
Το νομοσχέδιο στήριξαν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, το καταψήφισαν η ΝΔ, το Ποτάμι και το ΠαΣοΚ, ενώ «παρών» ψήφισε το ΚΚΕ. Σύσσωμη η αντιπολίτευση άσκησε σκληρή κριτική κατά του νομοσχεδίου εστιάζοντας κυρίως στο ότι ο πλήρης έλεγχος του φορέα περνά στον εκάστοτε υπουργό Επικρατείας, αλλάκαι στο ότι ο φορέας δεν είναι οικονομικά βιώσιμος, δεδομένων των συνθηκών που επικρατούν στην ελληνική οικονομία. Η ΝΔ κατηγόρησε από την πλευρά της την κυβέρνηση ότι «όλο το νομοσχέδιο είναι στον αέρα» εξαιτίας κυρίως του ότι δεν είναι γνωστό πόσοι θα προσληφθούν, τονίζοντας ότι η δαπάνη δεν είναι ελεγχόμενη. Το Ποτάμι έκανε λόγο για «κομματικό κράτος» τονίζοντας ότι το νομοσχέδιο προστίθεται σε ένα σύνολο άλλων νομοσχεδίων με στόχο την οικοδόμηση ενός κομματικού κράτους μέσα από μπαράζ προσλήψεων. Το ΚΚΕ, το οποίο έχει καταθέσει δική του τροπολογία για την αναβίωση της ΕΡΤ, «ανέχθηκε» το νομοσχέδιο εξαιτίας της αποκατάστασης όλων των εργαζομένων και για τον λόγο αυτόν ψήφισε «παρών», ενώ την ίδια στάση, για άλλους λόγους, κράτησε και η Χρυσή Αυγή. Το ΠαΣοΚ, από την πλευρά του, στάθηκε στο θέμα της βιωσιμότητας του φορέα τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται σε οικονομικό αδιέξοδο.
Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι δεν ήταν μόνο τα κόμματα της αντιπολίτευσης τα οποία εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους για το νέο νομοσχέδιο. Οι πιο έντονες κριτικές που διατυπώθηκαν αφορούσαν το γεγονός ότι μπορεί μεν το νομοσχέδιο να κλείνει την «πληγή του μαύρου» που επέβαλε στη δημόσια ραδιοτηλεόραση η προηγούμενη συγκυβέρνηση, ταυτόχρονα όμως γυρίζει την εταιρεία ΕΡΤ πίσω κατά δεκαετίες όσον αφορά τον κρατικό έλεγχο, τις δομές και τους στόχους της.
Πιο συγκεκριμένα στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου ορίζεται ρητά ότι «η ΕΡΤ ΑΕ είναι ανεξάρτητη από το κράτος, όλους τους φορείς δημόσιας ή ιδιωτικής εξουσίας και τα πολιτικά κόμματα». Σε αυτό προστίθεται, ως επιπλέον ασφαλιστική δικλίδα, η «συμφωνία αρχών» ανάμεσα στον υπουργό Επικρατείας και στην ΕΡΤ «για την εδραίωση της ανεξαρτησίας της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης», που προβλέπει μεταξύ άλλων τον πλουραλισμό και την πολυφωνία στην ενημέρωση.
Με το άρθρο 7 όμως ορίζεται ότι τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εκλέγονται ύστερα από πρόταση του υπουργού Επικρατείας από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Στην πράξη λοιπόν θα πρόκειται για «ανθρώπους του υπουργού», γεγονός που καταρρίπτει οποιαδήποτε προσπάθεια για ανεξαρτησία. Επίσης με το άρθρο 6 ορίζεται ότι η προεδρία της γενικής συνέλευσης της εταιρείας ανατίθεται στον έναν και μοναδικό μέτοχό της, το κράτος, που εκπροσωπείται από τον υπουργό Επικρατείας, γεγονός που έρχεται σε πλήρη αντίθεση τόσο με το δίκαιο περί μετοχικών εταιρειών όσο και με τη διακηρυγμένη από την κυβέρνηση αρχή της μη ανάμειξης στη λειτουργία της ΕΡΤ.
EBU: Στηρίζουμε τη δημόσια ραδιοτηλεόραση στην Ελλάδα
Από την πλευρά της, η γενική διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Ραδιοτηλεοπτικής Ενωσης (EBU) κυρία Ινγκριντ Ντελτένρ δήλωσε στο «Βήμα της Κυριακής»: «Η EBU ως η μεγαλύτερη ένωση δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών μέσων στον κόσμο θα συνεχίσει να στηρίζει την ανάπτυξη της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην Ελλάδα. Προσφέρουμε τη βοήθειά μας και τις γνώσεις μας σε όσους εργάζονται στη ΝΕΡΙΤ, που τώρα μετατρέπεται σε ΕΡΤ. Η συγκριτική αξιολόγηση των αξιών είναι μέρος του ρόλου της EBU και σίγουρα θα συνεχίσουμε το έργο μας, ιδίως σε νευραλγικούς τομείς όπως η διασφάλιση της ανεξαρτησίας από την κυβέρνηση, ο πλουραλισμός και η βιώσιμη χρηματοδότηση. Αυτοί είναι κρίσιμοι παράγοντες για έναν δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα προκειμένου να εκπληρώσει τον ρόλο του απέναντι στην κοινωνία και πρέπει να είναι εγγυημένοι».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ