Δυσοίωνα είναι τα στοιχεία για την πορεία μιας εξαιρετικά σοβαρής, αλλά «σιωπηλής» νόσου στην Ελλάδα: της ηπατίτιδας C. Χιλιάδες ασθενείς δεν έχουν πρόσβαση στις νέες θεραπείες που συμβάλλουν στην εκρίζωση της νόσου, τη στιγμή μάλιστα που υπάρχει έξαρση της νόσου στον δυτικό κόσμο. Τα αίτια σχετίζονται τόσο με τη μετανάστευση όσο και με τη χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών (χρήση κοινών συρίγγων). Σύμφωνα με τους ειδικούς επιστήμονες, τα τελευταία δέκα χρόνια παρουσιάζεται σταδιακή αύξηση των νοσούντων από ηπατίτιδα C στην Ελλάδα όπως και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, με αποτέλεσμα το πρόβλημα να έχει αναχθεί σε μείζον θέμα.
Η πάθηση χαρακτηρίζεται και «σιωπηλή» διότι συνήθως δεν παρουσιάζει συμπτώματα ώσπου να γίνει χρονία. Μάλιστα, υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η νόσος «ζει» χωρίς ούτε ένα σύμπτωμα ακόμη και 20 χρόνια.
Ασθενείς στην Ελλάδα
Στοιχεία που δίνει στη δημοσιότητα ο πρόεδρος του Συλλόγου Ασθενών Ηπατος Ελλάδας «Προμηθέας» κ. Γιώργος Καλαμίτσης δείχνουν ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 134.000 ασθενείς με ενεργή χρόνια ηπατίτιδα C. Δυστυχώς, τα ποσοστά υποδιάγνωσης παραμένουν πολύ υψηλά, καθώς από το σύνολο των ασθενών μόλις το 19,2% έχει διαγνωσθεί και μόλις το 9,4% έχει λάβει κάποια στιγμή θεραπεία.
Στη χώρα μας δίνεται θεραπεία σε περίπου 2.000 ασθενείς τον χρόνο, ενώ έχουμε 3.500 νέες μολύνσεις. Ο επιπολασμός αυξάνεται. Το ίδιο και οι θάνατοι που συσχετίζονται με τις μακροχρόνιες συνέπειες της ηπατίτιδας C όπως η κίρρωση και ο καρκίνος του ήπατος. Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι χάνουν τη ζωή τους κάθε χρόνο 850 άτομα από καρκίνο στο ήπαρ και 800 από αίτια που συσχετίζονται με την ηπατίτιδα C.
«Μέσα στα επόμενα 10-15 χρόνια, στην περίπτωση που συνεχίσουμε να εφαρμόζουμε την ίδια πολιτική αντιμετώπισης της νόσου, αναμένεται οι θάνατοι από καρκίνο στο ήπαρ να ξεπεράσουν τους 1.200 τον χρόνο. Την ίδια αύξηση αναμένεται να έχουμε και με τους θανάτους που συσχετίζονται με την ηπατίτιδα C» προβλέπει ο κ. Καλαμίτσης.
Οπως αναφέρει, ελπίδα για τους ασθενείς αποτελεί η εξασφάλιση πρόσβασης στις νέες θεραπείες που έχουν τη δυνατότητα εκρίζωσης της νόσου σε διάστημα 8-12 εβδομάδων και με ποσοστά επιτυχίας 98%-100%. «Δυστυχώς η έλλειψη πολιτικής βούλησης» τονίζει «έχει ως αποτέλεσμα οι ασθενείς να αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητα εμπόδια στην πρόσβαση σε αυτές τις θεραπείες, με συνέπεια ελάχιστοι ασθενείς και μόνο εκείνοι που βρίσκονται στο τελικό στάδιο της νόσου να θεραπεύονται με αυτές». Ο κ. Καλαμίτσης επιρρίπτει ευθύνες για αυτή την κατάσταση στην προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Υγείας, η οποία «αντιμετώπισε τις καινούργιες θεραπείες για την ηπατίτιδα C περισσότερο ως απειλή παρά ως ελπίδα σωτηρίας για τους ασθενείς. Ο τότε υπουργός» συνεχίζει «πήρε την απόφαση να αποκλείσει τον έλληνα ασθενή που ζει με ηπατίτιδα C, βασισμένος σε άρθρα του τύπου περί κόστους των θεραπειών στις ΗΠΑ παρά σε πραγματικά ευρωπαϊκά και ελληνικά στοιχεία σχετικά με τη σχέση κόστους – αποτελεσματικότητας των καινούργιων θεραπειών».
Το παράδειγμα άλλων χωρών
Ο κ. Καλαμίτσης ευελπιστεί να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος. Ενα από τα μεγαλύτερα –όπως λέει –ήταν ότι παρά τις επανειλημμένες προτάσεις του συλλόγου δεν συστάθηκε μια ομάδα εργασίας αντιμετώπισης της ασθένειας. «Υπό την αιγίδα του υπουργείου Υγείας θα έπρεπε ΕΟΠΥΥ, ΕΟΦ, Ελληνική Εταιρεία Μελέτης του Ηπατος, Σύλλογος Ασθενών Ηπατος Ελλάδος “Προμηθέας” και φαρμακοβιομηχανία να έχουν καθήσει στο ίδιο τραπέζι. Δυστυχώς, ο μέχρι πρότινος υπουργός και οι σύμβουλοί του προτίμησαν τη στρατηγική των μονομερών επαφών. Κατά συνέπεια, η στρατηγική που ακολούθησαν είχε σαν αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των ασθενών από τις καινούργιες θεραπείες, και μπορεί να χαρακτηριστεί επιεικώς απαράδεκτη και αποτυχημένη» σημειώνει.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συλλόγου Ασθενών Ηπατος Ελλάδας «Προμηθέας», μόλις πριν από δύο εβδομάδες η Πορτογαλία –μια χώρα με εξίσου σοβαρά οικονομικά προβλήματα –έφτασε σε συμφωνία κατόπιν διαπραγμάτευσης με τις φαρμακευτικές εταιρείες. Με τα καινούργια δεδομένα, στην Πορτογαλία υπολογίζεται ότι θα έχουν τη δυνατότητα να θεραπευθούν 10.000-12.000 ασθενείς τη διετία 2015-2016. Η Πορτογαλία ακολούθησε το παράδειγμα της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας και άλλων ευρωπαϊκών κρατών.
Και καταλήγει: «Από ό,τι φαίνεται, λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία και των άλλων ευρωπαϊκών κρατών, λύση για την ηπατίτιδα C υπάρχει. Απαραίτητο συστατικό για τη λύση του προβλήματος είναι να υπάρξει επιτέλους ξεκάθαρη πολιτική βούληση και σχέδιο από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της ηπατίτιδας C στην Ελλάδα. Είναι επιτακτική ανάγκη να πάψουμε ως κράτος να εθελοτυφλούμε. Πρέπει να σταματήσουμε να βάζουμε την ηπατίτιδα C κάτω από το χαλί και να την αντιμετωπίσουμε με τη δέουσα σοβαρότητα και υπευθυνότητα που αρμόζει απέναντι στον ασθενή και συνάνθρωπο».
Το προφίλ της νόσου
Ιός ιδιαίτερα μεταδοτικός και εξαιρετικά ανθεκτικός
Η ηπατίτιδα C είναι μία αιματογενής λοίμωξη (δηλαδή μεταδίδεται με το αίμα) που μολύνει κυρίως τα κύτταρα του ήπατος. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή και σημαντική βλάβη στο συκώτι. Μπορεί επίσης να επηρεάσει βασικές λειτουργίες του ήπατος. Αν και σε γενικές γραμμές η ηπατίτιδα,που σημαίνει «φλεγμονή του ήπατος»,θεωρείται ως μια ασθένεια του ήπατος, πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η HCV λοίμωξη επηρεάζει μια σειρά από συστήματα του οργανισμού και όχι μόνο το ήπαρ. Μερικά από αυτά μπορεί να είναι το πεπτικό σύστημα, το λεμφικό σύστημα, το ανοσοποιητικό σύστημα και ο εγκέφαλος.
Το προφίλ της νόσου
Ιός ιδιαίτερα μεταδοτικός και εξαιρετικά ανθεκτικός
Η ηπατίτιδα C είναι μία αιματογενής λοίμωξη (δηλαδή μεταδίδεται με το αίμα) που μολύνει κυρίως τα κύτταρα του ήπατος. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή και σημαντική βλάβη στο συκώτι. Μπορεί επίσης να επηρεάσει βασικές λειτουργίες του ήπατος. Αν και σε γενικές γραμμές η ηπατίτιδα,που σημαίνει «φλεγμονή του ήπατος»,θεωρείται ως μια ασθένεια του ήπατος, πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η HCV λοίμωξη επηρεάζει μια σειρά από συστήματα του οργανισμού και όχι μόνο το ήπαρ. Μερικά από αυτά μπορεί να είναι το πεπτικό σύστημα, το λεμφικό σύστημα, το ανοσοποιητικό σύστημα και ο εγκέφαλος.
Υπολογίζεται ότι έχουν προσβληθεί από τον ιό από 130 εκατομμύρια έως 170 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο.
Ο ιός μπορεί να μεταδοθεί με μολυσμένο αίμα. Είναι ιδιαίτερα μεταδοτικός και εξαιρετικά ανθεκτικός, ακόμη και εκτός του ανθρώπινου οργανισμού, όπου μπορεί να επιβιώσει μέσα σε μικροσκοπικά σταγονίδια αίματος. Ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν, μπορεί να παραμείνει μολυσματικός από 16 ώρες έως τέσσερις μέρες πάνω σε επιφάνειες και έως 63 ημέρες μέσα σε μια σύριγγα ή βελόνα. Μία και μοναδική επαφή με μια μολυσμένη σύριγγα αρκεί ώστε να μεταδοθεί ο ιός μέσα από αυτή την «οδό». Να σημειωθεί ότι περίπου οκτώ στους δέκα χρήστες ενδοφλεβίων ουσιών υπολογίζεται ότι νοσούν από ηπατίτιδα C στην Ελλάδα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
