Για δεύτερη φορά μέσα σε διάστημα δύο χρόνων οι Ισραηλινοί καλούνται να λύσουν τις διαφορές τους στις κάλπες, παρότι λίγοι ψηφοφόροι δείχνουν να επιθυμούν κάτι τέτοιο. Την περασμένη εβδομάδα ο ισραηλινός πρωθυπουργός
Βενιαμίν Νετανιάχου προκήρυξε πρόωρες εκλογές αξιώνοντας από το εκλογικό σώμα μια «ξεκάθαρη εντολή» –με απλά λόγια, τους ζητάει να τον απαλλάξουν από την ανάγκη συμμαχίας με τα κεντρώα κόμματα βοηθώντας τον στην πραγματικότητα να σχηματίσει την πιο δεξιά κυβέρνηση στην ιστορία του Ισραήλ.
Και παρότι η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια σειρά καυτών ζητημάτων –Παλαιστινιακό, Ιράν, ένα ρατσιστικό νομοσχέδιο για τον «εβραϊκό χαρακτήρα του Ισραήλ», επιδεινούμενες σχέσεις με την Ουάσιγκτον και μια παραπαίουσα οικονομία -, αναλυτές υποστηρίζουν ότι αυτές οι εκλογές έχουν να κάνουν περισσότερο με πολιτικούς – μικροκομματικούς υπολογισμούς παρά με την ανάγκη άσκησης πολιτικής.
Μία ημέρα αφότου ο «Μπίμπι» απέπεμψε δύο κεντρώους υπουργούς –τον υπουργό Οικονομικών Γιαΐρ Λαπίντ και την υπουργό Δικαιοσύνης Τζίπι Λίβνι -, τα κόμματα του Κοινοβουλίου συμφώνησαν να διεξαχθούν οι εκλογές τη 17η Μαρτίου 2015. Στις δημοσκοπήσεις το δεξιό κόμμα Λικούντ του Νετανιάχου προηγείται αλλά δεν εξασφαλίζει την αυτοδυναμία στην Κνεσέτ των 120 εδρών. Ο Νετανιάχου επιδιώκει μια τέταρτη πρωθυπουργική θητεία, χωρίς να κουβαλάει στην πλάτη του μετριοπαθείς αντιπάλους και εξ ανάγκης κυβερνητικούς εταίρους.
«Ο κυβερνητικός συνασπισμός ήταν πολύ δύσκολο να διατηρηθεί καθώς περιελάμβανε κεντρώα κόμματα που διαφωνούσαν με το νομοσχέδιο που θα δίνει προτεραιότητα στην εβραϊκό και όχι στον δημοκρατικό χαρακτήρα του Ισραήλ. Και επίσης ήθελαν να δουν τις κοινωνικές παροχές να αυξάνονται, όπως να εξαιρεθούν από τον ΦΠΑ όσοι αγοράζουν κατοικία για πρώτη φορά. Ο Νετανιάχου από την πλευρά του θέλει να περιορίσει τις κοινωνικές δαπάνες» είπε στο «Βήμα» ο Ντέρεκ Πενσλάρ, καθηγητής Σύγχρονων Ισραηλινών Σπουδών στο Κολέγιο St. Anne’s του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης στην Αγγλία.
Οπως δείχνουν σήμερα τα πράγματα, ο Νετανιάχου θα επικρατήσει σχηματίζοντας κυβέρνηση πιθανώς με τα υπερορθόδοξα κόμματα και κυρίως με τους ακροδεξιούς εταίρους του, όπως το Ιζραέλ Μπεϊτενού του σκληροπυρηνικού υπουργού Εξωτερικών Αβιγκντορ Λίμπερμαν και η Εβραϊκή Εστία του υπουργού Οικονομίας Ναφτάλι Μπένετ. Και αν από τις εκλογές της 17ης Μαρτίου προκύψει ένας τέτοιος κυβερνητικός συνασπισμός, θα πρόκειται για τη δεξιότερη των δεξιών κυβέρνηση στα 66 χρόνια της ύπαρξης του Ισραήλ.
Η ακόμη πιο συντηρητική στροφή του ισραηλινού εκλογικού σώματος οφείλεται σε μια σειρά ζητημάτων:
«Το Ισραήλ έχει υψηλό κόστος ζωής και τα μεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας και ανεργίας μεταξύ των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο είναι η κατάσταση στην ασφάλεια, με την ισραηλινή κυβέρνηση να αρνείται να προχωρήσει στις διαπραγματεύσεις για το παλαιστινιακό κράτος. Υπάρχουν ενδείξεις για μια τρίτη Ιντιφάντα στη Δυτική Οχθη και στην Ανατολική Ιερουσαλήμ. Ο πόλεμος στη Γάζα το περασμένο καλοκαίρι έκανε τους Ισραηλινούς να αισθάνονται λιγότερο ασφαλείς καθώς είναι πεπεισμένοι ότι η Χαμάς θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ» είπε ο καθηγητής Πενσλάρ.
Τουλάχιστον μία δημοσκόπηση έδειξε ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων κρίνει τη διεξαγωγή νέων εκλογών ως «μη απαραίτητη», ενώ η ισραηλινή εφημερίδα «Haaretz» τις χαρακτήρισε τις πλέον «περίεργες και περιττές εκλογές» που θα διεξαχθούν «μόνο και μόνο εξαιτίας του αμοιβαίου μίσους που οι κυβερνητικοί και κομματικοί ηγέτες τρέφουν ο ένας για τον άλλον».
Ντέιβιντ Μάιερς: «Εχει κλονιστεί η προνομιακή σχέση με τις ΗΠΑ» «Στο Ισραήλ υπάρχουν δυνάμεις που διαλύουν τον κοινωνικό ιστό. Οι σχέσεις μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, των θρησκευόμενων και των κοσμικών, των Αράβων και των Εβραίων είναι τεταμένες» λέει στο «Βήμα» ο Ντέιβιντ Μάιερς, καθηγητής Εβραϊκής Ιστορίας, πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες (UCLA) και συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Between Jew and Arab: The Lost Voice of Simon Rawidowicz» (2008).
Γιατί ο Νετανιάχου αποφάσισε τώρα να προκηρύξει πρόωρες εκλογές;
«Πιστεύω ότι η απόφασή του έχει τρεις εξηγήσεις. Πρώτον, η άμεση κρίση που προκλήθηκε από την απόφασή του να αποπέμψει δύο βασικούς υπουργούς της κυβέρνησης οι οποίοι διαφωνούσαν μαζί του για το νομοσχέδιο για την εβραϊκότητα του ισραηλινού κράτους. Ο δεύτερος λόγος ήταν η αστάθεια του κυβερνητικού συνασπισμού. Περιελάμβανε ιδεολογικά αντίθετα κόμματα, όπως οι κεντρώοι Λίβνι και Λαπίντ που υποστηρίζουν τις διαπραγματεύσεις με τους Παλαιστινίους και σκληροπυρηνικούς όπως ο υπουργός Εξωτερικών Αβιγκντορ Λίμπερμαν και ο υπουργός Οικονομίας Ναφτάλι Μπένετ. Ο τρίτος λόγος είναι η αίσθηση στασιμότητας στο Ισραήλ. Ο πόλεμος στη Γάζα, αν και έτυχε ευρείας υποστήριξης, απομόνωσε περαιτέρω το Ισραήλ στη διεθνή αρένα. Οι διαπραγματεύσεις με τους Παλαιστινίους βρίσκονται σε αδιέξοδο. ΗΠΑ και ΕΕ κινούνται προς ένα διπλωματικό μονοπάτι με το Ιράν. Η άνοδος των αντι-δημοκρατικών δυνάμεων της ισραηλινής Δεξιάς ταράζει ακόμη περισσότερο τα νερά. Ο Νετανιάχου βλέπει τη δημοτικότητά του να πέφτει και ελπίζει ότι με τις εκλογές θα ενισχύσει τη θέση του».
Ποια είναι τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Ισραήλ σήμερα;
«Στο εσωτερικό υπάρχουν δυνάμεις που διαλύουν τον κοινωνικό ιστό. Οι σχέσεις μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, των θρησκευόμενων και των κοσμικών, των Αράβων και των Εβραίων είναι τεταμένες. Στο εξωτερικό το Ισραήλ είναι αντιμέτωπο με την αποδοκιμασία της διεθνούς κοινότητας και την απομόνωση καθώς συνεχίζει την κατοχή στη Δυτική Οχθη και δεν διαφαίνονται ενδείξεις περιορισμού της έντασης. Αυτό είναι στενά συνδεδεμένο με το γεγονός ότι οι σχέσεις του Ισραήλ με τον βασικότερο σύμμαχό του, τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν επιδεινωθεί σοβαρά εξαιτίας της έντασης μεταξύ του Νετανιάχου και του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. Αν και σήμερα οι Ισραηλινοί δείχνουν να ταυτίζονται με το ιδεολογικό στρατόπεδο του Νετανιάχου –κάτι που φαίνεται από τη δεξιά στροφή των τελευταίων ετών -, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η ισραηλινή κοινή γνώμη είναι ρευστή και ευμετάβλητη. Η υποστήριξη προς τον Νετανιάχου έπεσε από 80% τον Ιούλιο σε λιγότερο από 40% τον Αύγουστο».
Γόρδιος δεσμός Πας μη Εβραίος «βάρβαρος»;
Ενα ρατσιστικό νομοσχέδιο για τον «εβραϊκό χαρακτήρα του Ισραήλ» έχει προκαλέσει αντιδράσεις από το Κέντρο έως την, αδύναμη εδώ και χρόνια, ισραηλινή Αριστερά. Προτείνει την προνομιακή μεταχείριση των Εβραίων έναντι των άλλων πολιτών στη νομική και καθημερινή ζωή.
Παραπαίουσα οικονομία
Το Ισραήλ έχει υψηλό κόστος ζωής και το μεγαλύτερο ποσοστό φτώχειας μεταξύ των κρατών-μελών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Αυτό εξισορροπείται κάπως από τα κοινωνικά επιδόματα αλλά πρόκειται για περιορισμένη βοήθεια, ειδικά λόγω του πολύ υψηλού κόστους στέγασης.
Διαρκής ένταση στο Παλαιστινιακό
Οι κεντρώοι τέως σύμμαχοι του Νετανιάχου υιοθετούν ρητορική προσέγγισης των Παλαιστινίων (με ελάχιστες παραχωρήσεις) αλλά ο ίδιος υιοθετεί γραμμή αδιαλλαξίας, συνεργασίας με ακραίους εθνικιστές στα όρια του ρατσισμού όπως ο υπουργός Εξωτερικών Αβιγκντορ Λίμπερμαν και αιματοκυλίσματος αμάχων, όπως η εφετινή επιδρομή κατά της Λωρίδας της Γάζας, που άφησε πίσω της 2.192 νεκρούς Παλαιστινίους σε 50 ημέρες.
Φοβού τους μουλάδες
Φόβος και ανησυχία συνέχουν την πολιτική, στρατιωτική και οικονομική ελίτ της χώρας, αλλά και τον εξαιρετικά συντηρητικό μέσο Ισραηλινό, από την ιστορική προσέγγιση ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και στην Τεχεράνη για τον έλεγχο του (ρωσικής τεχνολογίας) ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ