Ανανεωμένος Σεφέρης

Εχουν συμπληρωθεί πενήντα χρόνια από την απονομή του βραβείου Νομπέλ στον Γιώργο Σεφέρη. Και 43 από τότε που ο ποιητής δεν βρίσκεται ανάμεσά μας.

Ανανεωμένος Σεφέρης
Γιώργος Σεφέρης
Ποιήματα. Νέα έκδοση
Επιμέλεια Δημήτρης Δασκαλόπουλος.
Εκδόσεις Ικαρος, 2014,
σελ. 505, τιμή 22 ευρώ

Εχουν συμπληρωθεί πενήντα χρόνια από την απονομή του βραβείου Νομπέλ στον Γιώργο Σεφέρη. Και 43 από τότε που ο ποιητής δεν βρίσκεται ανάμεσά μας. Αυτό το τελευταίο όμως καταντά τελικά σχήμα λόγου για έναν δημιουργό που σημάδεψε ανεξίτηλα τα Γράμματά μας, την αισθητική και το γούστο μας. Ο Ελιοτ έλεγε πως «κριτικός είναι εκείνος που διορθώνει το γούστο». Ο Σεφέρης άλλαξε εν πολλοίς το δικό μας γούστο, όχι τόσο με τα εξαίρετα δοκίμιά του όσο με το ποιητικό του έργο.

Η νέα έκδοση των Ποιημάτων του επομένως είναι σημαντικό εκδοτικό γεγονός –και για πολλούς λόγους: πρώτα-πρώτα επειδή ενσωματώνονται στη χρηστική έκδοση τα ποιήματα του Τετραδίου γυμνασμάτων Β΄ που επιμελήθηκε παλαιότερα ο αείμνηστος Γ. Π. Σαββίδης και πρωτοκυκλοφόρησε το 1975. Αλλωστε μέρος από αυτά, όπως μαρτυρεί ο Σαββίδης, σκόπευε να τα εκδώσει ο ίδιος ο Σεφέρης. Δεύτερον επειδή τώρα ο μέσος αναγνώστης έχει σε έναν τόμο το σύνολο του ποιητικού έργου του Σεφέρη. Και τρίτον –για εμένα το σημαντικότερο –επειδή με αφορμή την έκδοση αυτή μπορεί κανείς να συλλάβει πληρέστερα την αξία του σεφερικού παραδείγματος.
Το φιλολογικό έργο του Σαββίδη το σεβάστηκε απολύτως ο νέος –και πλέον κατάλληλος –επιμελητής του ποιητικού έργου του Σεφέρη, Δημήτρης Δασκαλόπουλος. Οι παρεμβάσεις του ωστόσο, όπου υπήρξαν, ήταν ουσιαστικές: στις σημειώσεις, στην κατάταξη των ποιημάτων του Τετραδίου γυμνασμάτων (η σειρά τους τώρα είναι χρονολογική) και στην αφαίρεση δύο μεταφρασμάτων, που θα ενσωματωθούν στην επόμενη έκδοση των σεφερικών μεταφράσεων (Αντιγραφές). Αλλωστε, η επιλογή αυτή είχε ήδη προταθεί από τον Σαββίδη στην πρώτη έκδοση του Τετραδίου γυμνασμάτων. Με άλλα λόγια, χωρίς να έχουν γίνει φιλολογικές αβαρίες, η νέα έκδοση είναι πληρέστερη και χρηστικότερη.
Δεν έχει νόημα να λέμε ότι έναν εμβληματικό τουλάχιστον ποιητή τον «ξαναδιαβάζουμε». Κάθε ανάγνωση αυτού του είδους είναι νέα ανάγνωση. Και κάθε «επιστροφή» στα υποτιθέμενα γνωστά οδηγεί συχνά σε μια νέα ανακάλυψη, αν η ένταση της αίσθησης και της αναγνωστικής απόλαυσης παραμένει ίδια.
Το σεφερικό έργο συμπαγές, μελετημένο ως την τελευταία λεπτομέρεια και παραδειγματικό όχι ως προς τις προθέσεις αλλά ως προς τη λειτουργία του παραμένει ανοιχτό.

Και αυτό δεν έχει να κάνει με ερμηνευτικά δεδικασμένα, αναγνωστικές προτάσεις και τα (ούτως ή άλλως χρήσιμα) συναφή, παρά με τη λειτουργικότητα, την αμεσότητα και την υψηλή συγκινησιακή φόρτιση που η σεφερική ποίηση διατηρεί στο ακέραιο.
Ο ποιητής που έγραφε το 1931 στη Στροφή

«Σα μια στάλα μελάνι σε μαντήλι η πλήξη απλώνει», για να φτάσει 35 χρόνια αργότερα να ξεκινά το πρώτο από τα Τρία κρυφά ποιήματα με τους στίχους «Φύλλα από σκουριασμένο τενεκέ για το φτωχό μυαλό που είδε το τέλος» είναι ίδιος, αλλά το βάθος της μετατόπισης στο δεύτερο παράδειγμα είναι τεράστιο, όσον αφορά τη χρήση όχι μόνο της εικόνας αλλά και –κυρίως –της συναισθησίας. Και αυτή την τελευταία ουδείς τη χρησιμοποίησε με τη δική του σοφία και μαστοριά.
Μοντερνισμός και παράδοση

Το σεφερικό έργο είναι η επιτομή του ελληνικού μοντερνισμού, λέει ο κοινός τόπος, όμως επειδή αντλεί από τα βαθύτερα κοιτάσματα της παράδοσης δεν είναι μόνο αυτό. Κάποτε στη χώρα μας θα πρέπει να πάψουμε όχι να κρίνουμε (που είναι θεμιτό και ενίοτε επιβεβλημένο) αλλά να βάλλουμε (κατά κανόνα με εξωκαλλιτεχνικά κριτήρια) εναντίον των ποιητών πρώτης γραμμής (του Σεφέρη συμπεριλαμβανομένου), όπως δυστυχώς συμβαίνει τα τελευταία χρόνια. Οι σημαντικοί και οι σπουδαίοι δεν γεννιούνται κάθε μέρα.
Συχνά επίσης επαναλαμβάνουμε το αυτονόητο, ότι ο χρόνος είναι ο τελικός κριτής για τα πάντα, που για τον ποιητή δεν έχει σημασία, απλούστατα επειδή, σύμφωνα με την απολλώνια αντίληψη, χρόνος είναι το κενό διάστημα. «Ο ποιητής ένα κενό» γράφει ο Σεφέρης στον Βασιλιά της Ασίνης (από τα ωραιότερα ποιήματά του), που μπορεί μεν νοηματικά να παραπέμπει αλλού, ταυτοχρόνως ωστόσο αυτό ακριβώς, έστω και παραβολικά, μας θυμίζει.
Η νέα έκδοση των ποιημάτων του Σεφέρη σε παρακινεί να τον ξαναδιαβάσεις συνολικά. Οχι για να ανακαλύψεις νέες πλευρές του, όσο για να διαπιστώσεις –πέραν της αναγνωστικής απόλαυσης –ότι το έργο του παραμένει ενιαίο, καθαρό και απολύτως συνεπές από την αρχή ως το τέλος.
Λυρικός και δραματικός

Στα ποιήματα του Τετραδίου γυμνασμάτων που ενσωματώνονται στη νέα έκδοση υπάρχουν και τα παιγνιώδη και τα σατιρικά, ποιήματα γραμμένα, καθώς λέει ο Ρόμπερτ Γκρέιβς, «με το αριστερό χέρι». Αλλά αυτό το συνηθίζουν αρκετοί ποιητές πρώτης γραμμής. Για τους γνωρίζοντες λεπτομερώς το έργο του Σεφέρη δεν είναι κάτι καινούργιο. Τώρα ο μέσος αναγνώστης διαβάζοντας και τούτα τα ποιήματα μπορεί να εκτιμήσει καλύτερα όλα τα άλλα, τουτέστιν όσα γράφτηκαν «με το δεξί χέρι».
Οσα γοητεύουν τον μέσο αναγνώστη αποτελούν μάθημα για κάθε νέο ποιητή. Ο Σεφέρης υπήρξε μάστορας της προσωδίας, μιας προσωδίας απολύτως προσωπικής. Εδωσε ρυθμικό χαρακτήρα στην προφορική ομιλία και απέφυγε να χρησιμοποιήσει βία στη γλώσσα, πέραν ενός ορίου φυσικά. Αλλιώς θα εξαφανιζόταν η αίσθηση του οικείου, δηλαδή η βιωματικότητα.
Οι εμβληματικοί στίχοι του προβάλλουν μέσα από τις μυθικές αφηγήσεις που κυριαρχούν σε όλη του την ποίηση. Αν ισχύει το ότι ο ποιητής έχει «μυθική» συνείδηση, ο Σεφέρης είναι το καλύτερο παράδειγμα. Μυθοποιεί την ιστορία γιατί είναι λυρικός και δραματικός ποιητής ταυτοχρόνως. Αναμφισβήτητα επηρεάστηκε από το ελιοτικό παράδειγμα. Ωστόσο επί της ουσίας η σχέση του με την Ορέστεια είναι, ανεξαρτήτως της επίδρασης, πολύ βαθύτερη από την αντίστοιχη με τον Ελιοτ. Και έχει βιωματική σχέση με το διάβασμα, δηλαδή με τους άλλους ποιητές. Ετσι μπορεί να οικειοποιείται –όχι να υφαρπάζει –ό,τι του ταιριάζει και να το μεταμορφώνει.
Τα ευρήματά του είναι πολλές φορές μοναδικά. Μόνο ένας ποιητής αντίστοιχης αξίας θα μπορούσε τον αρχικό στίχο «Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη» του πασίγνωστου σολωμικού επιγράμματος να τον χρησιμοποιήσει ως καταληκτικό του δικού του ποιήματος Ο Στρατής Θαλασσινός ανάμεσα στους αγάπανθους. Και μόνο ένας εξίσου ιδιοφυής θα μετέτρεπε μια ας πούμε κοσμική συζήτηση σε αληθινή ποίηση, όπως συμβαίνει στο εξαίρετο Στα περίχωρα της Κερύνειας, όπου την ατμόσφαιρα τη δημιουργεί όχι μόνο το επίπεδο της συζήτησης αλλά και οι ομοιοκαταληξίες, οι οποίες εκτός συμφραζομένων θα έμοιαζαν εξωφρενικές. (Το τζιν με το μην, το πάντα με την μπάντα, το Κεντ με το δεν, η Κρήτη με την Τρίτη και πάει λέγοντας.) Πρόκειται για ομοιοκαταληξίες που μεταμορφώνουν –και υπονομεύουν –τη συζήτηση, απείρως δραστικότερες από κάποιες παρόμοιες του Αραγκόν ή του Πάουντ στο Hugh Selwyn Mauberley, όπου ο αθεόφοβος βάζει να ομοιοκαταληκτεί το αγγλικό tin (τενεκεδόκουτο) με την αιτιατική ενικού του αρχαιοελληνικού τις (με απόστροφο, παρακαλώ, τουτέστιν τιν’).

Συγκρατημένο πάθος

Ο Σεφέρης γνώριζε άριστα το μετρικό σύστημα. Απέφευγε τις χασμωδίες ακόμη και στον ελεύθερο στίχο, που αν τον ανέλυε κανείς ως προς τον ρυθμό θα έλεγε πως αποτελεί συνδυασμό αναπαιστικού και ιαμβικού μέτρου. Αλλωστε ο ίδιος θεωρούσε τον ελεύθερο στίχο δυσκολότερο από τον παραδοσιακό, επιβεβαιώνοντας με τον τρόπο του αυτό που έλεγε ο Ελιοτ: πως κανένας στίχος δεν είναι στην πραγματικότητα ελεύθερος.
Η γλωσσική και αισθητική του πειθαρχία είναι υποδειγματική. Οπως και το πώς εισπράττει και μετουσιώνει το παράδειγμα άλλων ποιητών, έστω κι αν απέχουν παρασάγγας από τη δική του ποίηση. Πόσος Καβάφης λ.χ. υπάρχει στον Δαίμονα της πορνείας, που δεν είναι και από τα καλύτερα ποιήματά του; Πόσος Λαφόργκ στη Στροφή; Πόσος Ελιοτ στην Κίχλη; Μπορεί λ.χ. κανείς να πει ότι από πλευράς ρυθμού ο Βασιλιάς της Ασίνης ξεκινά όπως περίπου το πρώτο από τα Cantos του Πάουντ –αλλά μόνο στους δύο πρώτους στίχους. Εξάλλου και το Canto αυτό δεν είναι παρά μια παράφραση της ραψωδίας λ της Οδύσσειας, και δη της λατινικής της μετάφρασης από κάποιον Andreas Divus. Κατά τη γνώμη μου το ποίημα του Σεφέρη είναι ανώτερο επίτευγμα.
Είμαι ακόμη βέβαιος πως το Μυθιστόρημα έχει επηρεάσει τον Ντέρεκ Γουόλκοτ στο συνθετικό του ποίημα Ομηρος. Η αποδημία και η επιστροφή (η ομηρική παράδοση) σε κανέναν άλλο σύγχρονο ποιητή μας δεν έχει αποδοθεί με τέτοια ενάργεια και συγκρατημένο μεν αλλά ολοφάνερο πάθος. Συγκρατημένο γιατί όλη η ποίηση του Σεφέρη δεν είναι «σκοτεινή», όπως κάποτε επιπόλαια είπαν μερικοί, αλλά τη χαρακτηρίζει σοβαρότητα, όχι όμως σοβαροφάνεια (το αποδεικνύουν άλλωστε τα παιγνιώδη ποιήματα, ή αν θέλετε και στιχουργήματα, που περιλαμβάνονται στον τόμο). Είναι η σοβαρότητα που αποκτά κανείς μπροστά στο πρόσωπο ενός παιδιού ή ενός νεκρού, καθώς λέει ο Αντρέ Μαλρό στα Αντιαπομνημονεύματά του. Γι’ αυτό και οι σιωπές στον Σεφέρη είναι τόσο γοητευτικές, σαν να πρόκειται για προεκτάσεις της ομιλίας στη χώρα του άφατου.
Οι επιμελητές είναι οι αφανείς ήρωες κάθε έκδοσης. Ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος τιμώντας τον ποιητή, όπως και το φιλολογικό έργο του Γ.Π. Σαββίδη που προηγήθηκε, έκανε σπουδαία δουλειά. Και ο Ικαρος προσφέρει τώρα το σύνολο του έργου ενός εκ των κορυφαίων ποιητών μας σε μια εξαιρετική έκδοση. Για τους παλιούς και τους νέους αναγνώστες του Σεφέρη, που δεν είναι διόλου λίγοι.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version