Σε ηλικία 62 ετών έχασε χθες τη μάχη με τον καρκίνο η Φάρα Φόσετ, η αμερικανίδα ηθοποιός που έγινε πασίγνωστη στη δεκαετία του 1970 ως ένας από τους τρεις «Αγγέλους του Τσάρλι» και αποτέλεσε σύμβολο του σεξ χάρη στο καλογυμνασμένο κορμί και στο αστραφτερό χαμόγελό της. Οσο λαμπερή όμως κι αν ήταν η καριέρα της τότε, τόσο σκοτεινή ήταν η ζωή στα τελευταία της χρόνια, καθώς η αρρώστια την είχε καταβάλει, με την ίδια να «πρωταγωνιστεί» στο ιδιόρρυθμο τηλεοπτικό ριάλιτι «Chasing Farrah». Στο τελευταίο επεισόδιο μάλιστα ο σύντροφός της επί σειρά ετών, ηθοποιός Ράιαν Ο΄ Νιλ, της είχε κάνει πρόταση γάμου. Αδοξο τέλος ενός ρομάντζου που ανατριχιαστικά θυμίζει τον χαμό της κινηματογραφικής του αγαπημένης στην ταινία που τον καθιέρωσε, το «Love story».
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ως τα μέσα της αμέσως επόμενης, η Φάρα Φόσετ υπήρξε το απόλυτο ποπ είδωλο. Αφίσες της από την περιπετειώδη σειρά «Οι Αγγελοι του Τσάρλι», που την είχε μετατρέψει σε επίγεια θεά, στόλιζαν τα εφηβικά δωμάτια. Το στυλ κόμμωσης των πλούσιων, κατάξανθων μαλλιών της είχε γίνει παγκόσμια μόδα (γνωστή και ως Farrah Do), πρότυπο για εκατομμύρια γυναίκες, ενώ ουκ ολίγες φορές τόσο ο Λι Μέιτζορς (με τον οποίο ήταν παντρεμένη από το 1973 ως το 1982) όσο και ο δεύτερος σύντροφός της Ράιαν Ο΄ Νιλ πιάστηκαν στα χέρια με τους παπαράτσι προσπαθώντας να προφυλάξουν την ιδιωτική τους ζωή. Και μετά, σταδιακά, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Είναι δε μάλλον ειρωνικό ότι δεν έπαψε ποτέ να καταδιώκεται από διαβολικές κακοτυχίες μετά την περίοδο 1976 ως 1980, κατά τη διάρκεια της οποίας υποδύθηκε τη διασημότερη ηρωίδα της καριέρας της, τον «Αγγελο» Τζιλ Μονρό.
Από το Γυμνάσιο κιόλας φαινόταν ότι το παρουσιαστικό της Φόσετ θα τη βοηθούσε να κάνει καριέρα. Λίγο προτού φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο του Οστιν είχε κερδίσει τον τίτλο της «Μost Βeautiful». Πρώτα βήματα στη διαφήμιση: σαμπουάν Ηead and Shoulders και Wella Βalsam, οδοντόπαστα Ultra Βrite, πούρα Winchester.
Η πτώση της άρχισε όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει τους «Αγγέλους», «σπάζοντας» το συμβόλαιό της με τη δικαιολογία ότι δεν άντεχε την πίεση των γυρισμάτων και των βασανιστικών ωραρίων. Ο παραγωγός Ααρον Σπέλινγκ τη μήνυσε και κέρδισε. Για ένα διάστημα πάντως η τηλεοπτική δραστηριότητά της συνεχίστηκε σχετικά καλά, οδηγώντας τη μάλιστα σε τρεις υποψηφιότητες για ΕΜΜΥ. Ωστόσο, ο κινηματογράφος, ο απώτερος στόχος της, απεδείχθη μια αποκαρδιωτική εμπειρία- παρά τη σχετική αίσθηση που είχε προκαλέσει η ερμηνεία της στις «Ακρότητες» του Γουίλιαμ Μαστροσιμόνε στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Οι τελευταίες αξιοπρεπείς εμφανίσεις της στη μεγάλη οθόνη έγιναν το 1997 στον «Απόστολο» του Ρόμπερτ Ντιβάλ και το 2000 στο «Ο δρ Τ. και οι γυναίκες» του Ρόμπερτ Αλτμαν, όπου η Φόσετ υποδύθηκε μια ψυχικώς κλονισμένη γυναίκα. Βλέποντας ότι τα χρόνια περνούν, για να συντηρήσει τη φήμη της που έφθινε, αναγκάστηκε να καταφύγει σε κάτι που αρνούνταν πεισματικά να κάνει από την εποχή που δούλευε ως μοντέλο: γυμνές φωτογραφίσεις.
Οι σελίδες του περιοδικού «Ρlayboy» τον Δεκέμβριο του 1995 την επανέφεραν στο προσκήνιο, ενώ το τεύχος Ιουλίου του 1997 έγινε επίσης ανάρπαστο, χάρη σε ένα βίντεο που πήγαινε πακέτο με το περιοδικό. Η επιτυχία του «Farrah Fawcett: all of me» ώθησε τον Ντέιβιντ Λέτερμαν να την καλέσει στο «Τhe Late Show», ένα από τα δημοφιλέστερα τοκ σόου της αμερικανικής τηλεόρασης.
Η Φόσετ εμφανίστηκε σαν να είχε κατέβει από άλλον πλανήτη, με αποτέλεσμα η εικόνα της να αμαυρωθεί ακόμη περισσότερο. Το τελευταίο- πριν από την αρρώστιαστη λίστα των πληγμάτων της ήταν οι απανωτές συλλήψεις για κατοχή ναρκωτικών και η οδήγηση υπό την επήρεια ναρκωτικών του 24χρονου σήμερα γιου της Ρέντμοντ Ο΄ Νιλ.
