Γιατί τα γήπεδα είναι άδεια; Γιατί όσοι (λίγοι) πηγαίνουν βαριούνται; Γιατί οι πρόσφατοι αγώνες μεταξύ της Ρεάλ Μαδρίτης και της Λάτσιο για το Τσάμπιονς Λιγκ μάς γέμισαν θέαμα αλλά και μελαγχολία; Γιατί, τέλος πάντων, στο εξωτερικό το ποδόσφαιρο, το άθλημα των μαζών, είναι ωραίο, γεμίζει τα στάδια και μαγνητίζει την κοινή γνώμη, ενώ στην Ελλάδα έχει καταντήσει να αφορά μια μειονότητα οπαδών και αναγνωστών αθλητικών εφημερίδων; Αποτελεί κοινό τόπο ότι το ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου απέχει έτη φωτός από αυτά της Δυτικής Ευρώπης, όχι μόνο από τα προηγμένα, από το ιταλικό Καμπιονάτο, την αγγλική Πρέμιερ Λιγκ ή την ισπανική Πριμέρα Ντιβισιόν, αλλά και από αυτά της Ολλανδίας και της Σκωτίας. Οι λόγοι θα μπορούσαν να είναι ιστορικοί: στην Αγγλία παίζουν μπάλα από την εποχή που η πατρίδα μας έφθανε ως τα Τέμπη· το πρώτο παιχνίδι της η Εθνική Ελλάδος έφθασε να το δώσει το 1929 με τη δεύτερη ομάδα της Ιταλίας· η χώρα μας απέκτησε γήπεδο με χλοοτάπητα, στη Λεωφόρο, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, τα χρόνια που στη Γαλλία διεξάγονταν αγώνες βράδυ, με προβολείς προβολείς που συχνά εφέτος δεν λειτούργησαν στα ελληνικά γήπεδα! Κανένας δεν αντιλέγει ότι αυτή η καθυστέρηση και η μικρή αγορά των 10 εκατ. κατοίκων ευθύνονται εν πολλοίς για το κατάντημα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η άλλη πλευρά του νομίσματος, λιγότερο μοιρολατρική και περισσότερο δημιουργική, θα ήταν να εξεταστεί τι συμβαίνει στα ξένα πρωταθλήματα. Πώς οι άλλοι τα έχουν καταφέρει;
Τη δεκαετία του ’80 το αγγλικό ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα έφθασε στη χειρότερη στιγμή του. Μετά την τραγωδία του Χέιζελ το 1985 οι αγγλικές ομάδες αποκλείστηκαν από τις διεθνείς διοργανώσεις. Τέσσερα χρόνια αργότερα συνέβη και η τραγωδία του Χίλσμπορο, με 96 νεκρούς στην κερκίδα ορθίων του γηπέδου τού Σέφιλντ, στον ημιτελικό του αγγλικού Κυπέλλου ανάμεσα στη Λίβερπουλ και στη Νότιγχαμ Φόρεστ. Το αγγλικό ποδόσφαιρο είχε φθάσει στο ναδίρ. Η έκθεση του λόρδου Τέιλορ για την τραγωδία του Σέφιλντ θεωρήθηκε ανάλογη με τις «Δέκα Εντολές» του Μωυσή. Για πρώτη φορά στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο ακουγόταν το απολύτως ορθό σκεπτικό ότι η συμπεριφορά των θεατών είναι ανάλογη με την ποιότητα των γηπέδων στα οποία βρίσκονται. Επρεπε να βελτιωθούν τα στάδια, να ακριβύνουν οι υπηρεσίες, για να εκδιωχθούν οι χούλιγκαν και να πάψουν να φέρονται σαν τέτοιοι οι υπόλοιποι. Το 1992 υπήρξε η πρώτη συμφωνία τηλεοπτικών δικαιωμάτων με το BSkyB του κ. Ρούπερτ Μέρντοκ. Τα χρήματα ήταν πολλά για το προϊόν, αλλά υπήρχε η απαίτηση από το δίκτυο με ένα μέρος του ποσού να χρηματοδοτηθεί η ριζική ανακαίνιση των γηπέδων. Τα αγγλικά στάδια άλλαξαν πρόσωπο. Μαζί τους άλλαξαν και οι οπαδοί. Και με αυτούς άλλαξαν και οι ομάδες. Σε διάστημα λιγότερο από δέκα χρόνια η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μπήκε στο χρηματιστήριο και έφθασε κάποια στιγμή η αξία της να αποτιμάται σε 1 δισ. στερλίνες!
Η Πρέμιερ Λιγκ αποτελεί πλέον μια καλολαδωμένη μηχανή παραγωγής χρήματος, αστέρων και επιτυχιών. Ακόμη και τον περασμένο Ιανουάριο, με το πρωτοφανές ψύχος που έπληξε τη Βρετανία, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είχε κατά μέσον όρο 67.544 εισιτήρια στο Ολντ Τράφορντ, ενώ ακολούθησαν η Νιούκαστλ, η οποία παρά τη μέτρια πορεία της έκοψε 51.420 εισιτήρια στο Σεντ Τζέιμς Παρκ, και η Σάντερλαντ με 46.309 εισιτήρια στο Στάντιουμ οβ Λάιτ. Ο συνολικός μέσος όρος των 20 ομάδων έφθασε τα 32.691 εισιτήρια.
Στην Αγγλία έχει επιτευχθεί ο συνδυασμός της παράδοσης με τη νέα ποδοσφαιρική οικονομία. Τα ματς του Κυπέλλου συνεχίζουν να είναι νοκ άουτ με επαναληπτικό σε περίπτωση ισοπαλίας, το οποίο εγγυάται εκπλήξεις. Το πρωτάθλημα διεξάγεται ακόμη και ανήμερα τα Χριστούγεννα αποκτώντας αίγλη αντίστοιχη μιας θεατρικής παράστασης ή ενός κοντσέρτου κλασικής μουσικής.
Το μόνο μελανό σημείο είναι η πορεία της Εθνικής Αγγλίας, η οποία έχει πληγεί από την αθρόα εισαγωγή των κοινοτικών ποδοσφαιριστών στην Πρέμιερ Λιγκ της επαγγελίας. Αλλά και αυτή αναζήτησε τον «Μεσσία» στο πρόσωπο ενός ξένου, του σουηδού τεχνικού Σβεν Γκόραν Ερικσον.
* Το γαλλικό θαύμα
Στον αντίποδα, δημιουργώντας μάλιστα ένα ποδοσφαιρικό παράδοξο, υπάρχει η Εθνική Γαλλίας, η μοναδική ομάδα στην ιστορία του ποδοσφαίρου που έχει κατακτήσει διαδοχικά το Παγκόσμιο Κύπελλο και το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Το εκπληκτικό με τους Τρικολόρ είναι ότι αποτελούν μια εθνική λεγεωναρίων, μια ομάδα της οποίας οι ποδοσφαιριστές δεν αγωνίζονται στο γαλλικό πρωτάθλημα, το οποίο όμως με τη σειρά του έχει κάνει εντυπωσιακά άλματα την τελευταία τετραετία. Η γαλλική λίγκα έχει την ατυχία να μη φιλοξενεί τους παίκτες που οι Γάλλοι λατρεύουν. Ο Φαμπιάν Μπαρτέζ έφυγε το καλοκαίρι από τη Μονακό για την Αγγλία και τη Γιουνάιτεντ. Ο ήρωας του τελικού τού Euro 2000 με το χρυσό γκολ εναντίον της Ιταλίας Νταβίντ Τρεζεγκέ μετακόμισε και αυτός από το πριγκιπάτο στο Τουρίνο και τη Γιουβέντους. Αυτοί ήταν οι τελευταίοι εναπομείναντες. Ο Ζινεντίν Ζιντάν, ο Λιλιάν Τουράμ και ο αγαπημένος «President» των Γάλλων Λοράν Μπλαν παίζουν εδώ και χρόνια στο Καμπιονάτο, οι Πατρίκ Βιεϊρά, Τιερί Ανρί, Σιλβέν Βιλτόρ και Μαρσέλ Ντεσαϊγί είναι αστέρες της Πρέμιερ Λιγκ, ο Εμανουέλ Πετί και ο Ντιντιέ Ντεσάν παίζουν στην Ισπανία και ο Μπισέντ Λιζαραζού μένει στο Μόναχο, αφού αγωνίζεται για την Μπάγερν. Και όμως το καλοκαίρι του 1999 υπεγράφη η μεγαλύτερη συλλογική συμφωνία για τα τηλεοπτικά δικαιώματα μια σύμβαση τόσο μεγάλη που χρειάστηκαν δύο κανάλια για να τη χρηματοδοτήσουν ενώ τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο μέσος όρος εισιτηρίων στη Γαλλία αυξάνεται συνεχώς!
Οι εκπρόσωποι της γαλλικής λίγκας θεωρούν ότι αυτή η αύξηση παρά την αφαίμαξη των αστέρων από τα ξένα πρωταθλήματα σχετίζεται με τις επιτυχίες της Εθνικής Γαλλίας, η οποία αναθέρμανε το ενδιαφέρον του κόσμου για το ποδόσφαιρο. Ωστόσο από μόνη της η επιτυχία των Τρικολόρ δεν θα αρκούσε. Το γαλλικό ποδόσφαιρο μπορεί να υπερηφανεύεται ότι φιλοξενεί κάθε χρόνο στο πρωτάθλημά του και μια διαφορετική νικήτρια (το ’94 Παρί Σεν Ζερμέν, το ’95 Ναντ, το ’96 Οσέρ, το ’97 Μονακό, το 98′ Λανς, το ’99 Μπορντό και το 2000 Μονακό!), ότι χωράει μια σύγχρονη Σταχτοπούτα όπως η ερασιτεχνική Καλέ που έφθασε πέρυσι ως τον τελικό του Κυπέλλου και ότι μπορεί να αντιμετωπίζει με ακέραιη αυστηρότητα κρίσεις όπως αυτή που ταλανίζει τώρα όλη την Ευρώπη με τα πλαστά κοινοτικά διαβατήρια. Η αφαίρεση βαθμών από τη Σεντ Ετιέν και όσες τιμωρίες θα ακολουθήσουν αποδεικνύουν ότι η διοργανώτρια αρχή δεν χαρίζεται. Το ίδιο είχε συμβεί και το 1993 με τον υποβιβασμό της τότε πρωταθλήτριας Ευρώπης Μαρσέιγ…
* Ο ιταλοϊσπανικός άξονας
Υποβιβασμό μιας άλλης υπερδύναμης έχει στο «παλμαρέ» του και το ιταλικό πρωτάθλημα, αφού στα τέλη της δεκαετίας του ’70 η ομοσπονδία ποδοσφαίρου της Ιταλίας δεν είχε διστάσει να στείλει στη Β’ κατηγορία ολόκληρη Μίλαν! Η ακεραιότητα της διοργανώτριας αρχής δίνει τη δυνατότητα στο κοινό να πιστεύει ότι ο ανταγωνισμός είναι καθαρός, οπότε το θέαμα που βλέπει το οποίο ούτως ή άλλως είναι υψηλού επιπέδου έχει και ενδιαφέρον. Η εντύπωση που πάντα μετράει περισσότερο ότι (σχεδόν) όλοι είναι ίσοι ενισχύεται και από το γεγονός ότι μόνο δύο ομάδες, η Γιουβέντους και η Ιντερ, δεν έχουν υποβιβαστεί ποτέ από την Α’ κατηγορία και η Ιντερ κινδυνεύει εφέτος αν κριθεί ένοχη για το πλαστό κοινοτικό διαβατήριο του Αλβάρο Ρεκόμπα. Αντιθέτως στην Ελλάδα ακόμη και σε τρανταχτές περιπτώσεις ντόπινγκ ή δωροδοκιών τα σκάνδαλα έχουν καλυφθεί ή έχει αλλάξει ταχύτατα η σχετική νομοθεσία με εμφανή σκοπό να προστατευθούν οι (μεγάλοι) σύλλογοι… Στο Καμπιονάτο, επίσης, ο μέσος όρος εισιτηρίων βαίνει αυξανόμενος. Οι ομάδες, υγιείς οικονομικά, μπαίνουν στο χρηματιστήριο, απ’ όπου αντλούν κεφάλαια και μπορούν να αντιμετωπίσουν παραδοσιακές δυνάμεις. Δεν μπορεί να αποτελεί τυχαίο γεγονός το ότι στις τρεις τελευταίες σεζόν υπήρξαν ισάριθμες ομάδες αουτσάιντερ που διεκδίκησαν τον τίτλο και κάποιες φορές τα κατάφεραν. Η Φιορεντίνα ήταν πρωτοπόρος στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν 1998-99, η Λάτσιο κατέκτησε πέρυσι το πρωτάθλημα και η Ρόμα εφέτος είναι πρωτοπόρος και φαβορί για τον τίτλο. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο το ότι οι δύο τελευταίες, αν και προέρχονται από τον φτωχό ποδοσφαιρικά και συχνά αδικημένο ιταλικό Νότο, πρωταγωνιστούν και είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο. Ετσι, η Ρόμα μπορεί να δαπανήσει δισεκατομμύρια για να αγοράσει τον Γκαμπριέλ Μπατιστούτα.
Λιγότερο ανοιχτό αλλά με εξαιρετικό θέαμα είναι το πρωτάθλημα της Ισπανίας. Μπορεί να μονοπωλείται από την Μπαρτσελόνα και τη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά χωράει πάντα μια Ντεπορτίβο Λα Κορούνια την περυσινή πρωταθλήτρια και συνεχείς εκπλήξεις: η Μπαρτσελόνα συνέτριψε πριν από δύο εβδομάδες την Ατλέτικ Μπιλμπάο 7-0 και την επόμενη αγωνιστική έχασε 4-0 από τη Ρεάλ Σανταντέρ, η οποία βρίσκεται στον πάτο της βαθμολογίας! Αν αληθεύουν οι ισχυρισμοί του Βίκτωρα Μητρόπουλου ότι στην Ισπανία υπάρχουν χειρότερα προβλήματα με τη διαιτησία, πώς ένας διαιτητής «ανέχεται» και «επιτρέπει» τον διασυρμό μιας υπερδύναμης όπως η Μπαρτσελόνα ή την ίδια ημέρα την ήττα της «Βασίλισσας» Ρεάλ Μαδρίτης από την Ατλέτικ Μπιλμπάο;
