Πλατωνικοί διάλογοι στη σκηνή

Πλατωνικοί διάλογοι στη σκηνή * Οι πλατωνικοί διάλογοι συνδέονται με κρίσιμα ερωτήματα που αντιμετώπισε το ευρωπαϊκό θέατρο ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Μεταφέροντας τους πλατωνικούς διαλόγους στη σκηνή οι άνθρωποι του θεάτρου, σκηνοθέτες και ηθοποιοί, ενδιαφέρονται περισσότερο για την έκθεση ενός τρόπου σκέψης, για τη διαλογικότητα και τη διαλεκτική παρά για το ίδιο το περιεχόμενο του διαλόγου. Από τη συνομιλία

Πλατωνικοί διάλογοι στη σκηνή

Μεταφέροντας τους πλατωνικούς διαλόγους στη σκηνή οι άνθρωποι του θεάτρου, σκηνοθέτες και ηθοποιοί, ενδιαφέρονται περισσότερο για την έκθεση ενός τρόπου σκέψης, για τη διαλογικότητα και τη διαλεκτική παρά για το ίδιο το περιεχόμενο του διαλόγου. Από τη συνομιλία αυτή καθεαυτή, τις συνθήκες της ομιλίας, τη διαμοιβή των φράσεων καθώς τα πρόσωπα που συνδιαλέγονται ενώπιον κοινού ορμάται ο ρώσος σκηνοθέτης και δάσκαλος Ανατόλι Βασίλιεφ όταν θεατροποιεί τους Διαλόγους του Πλάτωνα. Η παρουσίαση και η ανταλλαγή επιχειρημάτων ως κατάσταση ήταν εξάλλου η αφετηρία των θεατρικών αναζητήσεων του γερμανού σκηνοθέτη Βολφ Ρεντλ όταν ανέβαζε τον «Φαίδωνα» και το «Συμπόσιο» στη Γερμανία. Σε μια συζήτηση που είχα μαζί του το 1995 με αφορμή την ερμηνεία του «Συμποσίου» από τους ηθοποιούς της βερολινέζικης Σάουμπυνε, ο Βολφ Ρεντλ είχε τονίσει ότι οι πλατωνικοί διάλογοι «προσφέρονται στο να ασκηθεί ο ηθοποιός στην τέχνη του να λέει ένα κείμενο και ο θεατής στην τέχνη του να το ακούει». Φιλοσοφώ επάνω στη σκηνή, συγκροτώ μιαν ομάδα υιοθετώντας ποικίλους συνδυασμούς για να διαπραγματευθώ ιδέες, μετατρέπω την κουβέντα ενός στενού κύκλου ανθρώπων σε δημόσια ομιλία αφού οι θεατές παρακολουθούν τους συλλογισμούς και τους ισχυρισμούς, τις αγορεύσεις και τις εκτροπές στη συζήτηση: τέτοια ήταν η θεατρική ανταλλαγή του «Συμποσίου», όπου από τη μια μεριά αναδεικνυόταν ο κάθε ομιλητής και ο μονόλογός του ως έκφραση προσωπικής γνώμης και ξεχωριστή επιχειρηματολογία, από την άλλη αποκαλύπτονταν τα όρια του πλατωνικού διαλόγου, ακόμη και η ψευδεπίγραφη ταυτότητά του.


Η μονολογική διάσταση ενός φιλοσοφικού λόγου κάτω από τη μάσκα του διαλόγου είναι ένα πρώτο ζήτημα στη σκηνική ερμηνεία των πλατωνικών διαλόγων, τους οποίους ορισμένοι μελετητές επιμένουν να θεωρούν φιλοσοφικά «δράματα» όπου δραματοποιείται μια ατομική διαδικασία σκέψης και ομιλία επικαλούμενη, για ρητορικούς κυρίως σκοπούς, τη συζητητική μέθοδο και έναν καθοδηγητή στην ομήγυρη επονομαζόμενο «Σωκράτη». Η αμφισβήτηση του διαλογικού γίνεται από μελετητές στραμμένους προς τη μυστική φιλοσοφία του Πλάτωνα, την άγραφη, προφορική διδασκαλία του ή στηριζόμενους στις τελευταίες σελίδες του «Φαίδρου» και την έβδομη πλατωνική επιστολή· πραγματοποιείται δε στο όνομα του φιλοσοφικού μονολόγου καθώς συνιστά μια εσωτερική εργασία αυτογνωσίας, έναν προς εαυτόν μονόλογο, μια συνδιάλεξη κατ’ ιδίαν προς γνώθι σαυτόν.


Η διαλογική πλευρά του μονολόγου είναι πάντως ένα δεύτερο ζήτημα που απασχολεί το θέατρο. Σε ποιους πράγματι απευθύνεται ο ομιλών ενώ στοχάζεται, ξετυλίγει τον ειρμό της σκέψης του ή οργανώνει το σύστημα των ιδεών του; Απευθύνεται μήπως όχι μόνο στους συνομιλητές αλλά και στον εαυτό του διασπώντας την προσωπικότητά του σε δάσκαλο και μαθητή, απολαμβάνοντας τα επιχειρήματά του και προωθώντας μια πνευματική δραστηριότητα ικανή για παραγωγή και ολοκλήρωση της σκέψης, όπως θα έλεγε ο Κλάιστ;


Οι πλατωνικοί διάλογοι συνδέονται με μερικά ειδικότερα όσο και κρίσιμα ερωτήματα που αντιμετώπισε στην πράξη το σύγχρονο ευρωπαϊκό θέατρο τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Ο φιλοσοφικός διάλογος, όπως και άλλα είδη διαλόγου ή συζήτησης, ενέπνευσε σκηνοθέτες που θεατροποίησαν τη διαλογική επικοινωνία και παράλληλα τις εξομολογήσεις και τις εκμυστηρεύσεις, τις αυτοβιογραφικές μαρτυρίες και καταθέσεις. Ετσι τη δεκαετία του ’90, όταν η σκηνική εμπειρία των πλατωνικών διαλόγων είχε κορυφωθεί, παρουσιάστηκαν στο θέατρο και οι φανταστικές συζητήσεις του άγγλου ποιητή Walter Savage Landor (1775-1864), που μεταξύ 1824 και 1829 είχε εκδώσει σε έξι τόμους 150 Imaginary Conversations of Literary Men and Statesmen.


Κριτική στην επικοινωνιακή μορφή του διαλόγου γινόταν από τη σκοπιά της μη δυνατότητας να υπάρξει αυθεντικός διάλογος εφόσον η συνομιλία και η διαλογική σχέση συνεχώς υπονομεύονται από τις δομές εξουσίας και αντιπαλότητας. Η θέση αυτή είχε κατά καιρούς διάφορους υποστηρικτές: από τον 18ο αιώνα ως σήμερα δεν έλειψαν οι στοχαστές που ξεσκέπαζαν την ψευδαίσθηση του διαλόγου ή τις απατηλές όψεις του, που μιλούσαν για την ουτοπία συγκερασμού των αντιθέτων ή μιας διαλεκτικής συνδεδεμένης με τον Διαφωτισμό και την ιδεολογία της συναίνεσης. Κριτική όμως ασκήθηκε και στον μονόλογο, στον οποίο καταλογίστηκαν απουσία επικοινωνιακής προοπτικής, έλλειψη αμοιβαιότητας, ναρκισσισμός.


Οι πλατωνικοί διάλογοι επί σκηνής άνοιξαν τον δρόμο σε έναν θεατρικό ΔΙΑ-λογο, έναν λόγο τελικά διαφοροποιημένο, ετερογενή, πολυσήμαντο γύρω από όλα τα προβλήματα που αφορούν τον ρόλο και τις δυνατότητες μιας συνομιλίας. Στην επιρροή που ασκούν οι τρίτοι, οι ακροατές, με την παρουσία τους και μόνο, την ώρα της προφορικής αντιπαράθεσης. Στους όρους επίσης και τις αναγκαίες προϋποθέσεις προκειμένου ένας ψευτοδιάλογος να μετατραπεί σε αληθινό.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version