Το κρυφό κόστος της κάρτας

Το κρυφό κόστος της κάρτας Πώς υπολογίζεται η Ετήσια Πραγματική Επιβάρυνση και πόσο στοιχίζει στις συναλλαγές μας ΟΣΟΙ από εσάς χρησιμοποιείτε πιστωτική κάρτα, όχι μόνο για τις καθημερινές συναλλαγές σας αλλά και πιο σπάνια, ασφαλώς γνωρίζετε λίγο - πολύ τι σημαίνει ΕΠΕ ή Ετήσια Πραγματική Επιβάρυνση. Αν πάλι όχι, τότε θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η ετήσια πραγματική επιβάρυνση ­ τουλάχιστον όπως

ΤΟ ΒΗΜΑ

ΟΣΟΙ από εσάς χρησιμοποιείτε πιστωτική κάρτα, όχι μόνο για τις καθημερινές συναλλαγές σας αλλά και πιο σπάνια, ασφαλώς γνωρίζετε λίγο – πολύ τι σημαίνει ΕΠΕ ή Ετήσια Πραγματική Επιβάρυνση. Αν πάλι όχι, τότε θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η ετήσια πραγματική επιβάρυνση ­ τουλάχιστον όπως έχει καθιερωθεί να ισχύει και η οποία εκφράζεται με ένα ποσοστό ­ δείχνει ποιο είναι είναι το πραγματικό κόστος χρήσης της πιστωτικής κάρτας, πέρα από το ονομαστικό ετήσιο επιτόκιο.


Στα μεν δάνεια, σύμφωνα με την άποψη πολλών διευθυντικών στελεχών τραπεζών, η έννοια της ΕΠΕ είναι απολύτως κατανοητή και έχει νόημα. Δείχνει στον καταναλωτή τι ακριβώς παραπάνω πληρώνει πέραν του ποσού που δανείζεται και τον αναλογούντα τόκο. Δηλαδή, λόγου χάρη, αν ένας δανειοδοτούμενος λάβει από κάποια τράπεζα προσωπικό δάνειο 1 εκατ. δρχ., διάρλειας δύο ετών, με ετήσιο ονομαστικό επιτόκιο 23% (συνυπολογιζομένης της εισφοράς 1,2% του Ν. 128), η συνολική του επιβάρυνση πέραν της αποπληρωμής του κεφαλαίου θα είναι περίπου 270.000 (τόκοι μαζί με τον ΕΦΤΕ επί των τόκων). Ακόμη, ο δανειολήπτης του συγκεκριμένου παραδείγματος θα πρέπει να καταβάλει και 20.000 δρχ. ως έξοδα τήρησης φακέλου.


Αν αθροίσουμε όλα τα παραπάνω ποσά και κάνουμε ποσοστιαία αναγωγή θα δούμε ότι η πραγματική ετήσια επιβάρυνση του δανειοδοτουμένου στο συγκεκριμένο παράδειγμα είναι περίπου 26%, δηλαδή κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από το ονομαστικό επιτόκιο. Ετσι ο υποψήφιος δανειολήπτης αν θέλει να δει τι πραγματικά θα πληρώσει σε ετήσια βάση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την ΕΠΕ. Ακόμη, γνωρίζοντας την ΕΠΕ των δανείων διάφορων τραπεζών μπορεί να κάνει τη σύγκριση από μόνος του και να καταλήξει σε κάποια λύση που θα του κοστίσει λιγότερο.


Στην περίπτωση όμως των πιστωτικών καρτών η έννοια της ΕΠΕ, αν και στην πράξη υπολογίζεται όπως και η ΕΠΕ των δανείων, είναι αφηρημένη. Σύμφωνα με τον υπολογισμό που έχουν υποχρέωση να κάνουν, με βάση την απόφαση του υπουργείου Ανάπτυξης, οι τράπεζες κάνουν μια παραδοχή. Οτι δηλαδή κάθε νέος πελάτης της κάρτας μόλις την αγοράσει τη χρεώνει με 1 εκατ. δρχ. και στη συνέχεια δεν την χρησιμοποιεί ώσπου να εξοφλήσει το συγκεκριμένο υπόλοιπο. Για τον υπολογισμό της ΕΠΕ, πέραν του ονομαστικού επιτοκίου λαμβάνονται υπόψη το ύψος της ετήσιας συνδρομής της κάρτας, η περίοδος χάριτος εντός της οποίας δεν έχει ξεκινήσει να τοκίζεται για την επόμενη μηνιαία χρήση το υπόλοιπο και οι νέες χρεώσεις, ο ΕΦΤΕ επί των τόκων κλπ.


Αν βέβαια οι παράμετροι που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της ΕΠΕ των πιστωτικών καρτών είναι και μαθηματικά και λογιστικά σωστοί, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις τραπεζικών παραγόντων αυτό που δεν έχει ληφθεί υπόψη είναι ότι η παραπάνω παραδοχή δεν είναι ο κανόνας, αλλά μια σπάνια εξαίρεση. Με άλλα λόγια η ΕΠΕ των πιστωτικών καρτών, έτσι όπως υπολογίζεται σήμερα, δεν δείχνει στον κάτοχο της κάρτας την επιπλέον ετήσια επιβάρυνσή του πέραν του ονομαστικού επιτοκίου, αλλά το τι θα πληρώσει πραγματικά αν αγοράσει σήμερα την κάρτα, τη χρεώσει με 1 εκατομμύριο δρχ., στη συνέχεια την κλειδώσει σε κάποιο συρτάρι και δεν την ξαναχρησιμοποιήσει ώσπου να την εξοφλήσει πλήρως, καταβάλλοντας κάθε μήνα το ποσόν της ελάχιστης καταβολής που αντιστοιχεί στο 7% ως 12% του εκάστοτε τρέχοντος υπολοίπου.


Ετσι, για ένα χρήστη πιστωτικής κάρτας την οποία χρησιμοποιεί για να πληρώνει π.χ. σε εβδομαδιαία ή μηνιαία βάση τους λογαριασμούς του σουπερμάρκετ ή για αυτόν που συνηθίζει να εξοφλεί πλήρως το υπόλοιπό του κάθε έναν ή δύο μήνες ή και ακόμη γι’ αυτόν που χρησιμοποιεί την κάρτα εκτός των άλλων για να δανείζεται και μετρητά σε μια ώρα ανάγκης, ο παραπάνω υπολογισμός του ΕΠΕ δεν «έχει να πει τίποτε». Και αυτό, γιατί η ετήσια πραγματική επιβάρυνση της πιστωτικής κάρτας δεν έχει να κάνει μόνο με τα επιπλέον κόστη, πέραν του ονομαστικού επιτοκίου, αλλά και με τις συνήθειες του κάθε καταναλωτή. Αν ληφθεί δε υπόψη ότι στη χώρα μας σήμερα υπάρχουν πάνω από 700.000 χρήστες καρτών, το παραπάνω παράδειγμα υπολογισμού της ΕΠΕ της κάρτας, αν αφορά κάποιους, αυτοί θα είναι ελάχιστοι.


Το αποτέλεσμα της εφαρμογής υπολογισμού της ΕΠΕ με τον συγκεκριμένο τρόπο δεν βοηθά τον καταναλωτή. Μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις τον μπερδεύει χειρότερα. Υπάρχουν λόγου χάρη ορισμένες πιστωτικές κάρτες στις οποίες η ΕΠΕ ως ποσοστό είναι χαμηλότερη και από το ονομαστικό ετήσιο επιτόκιο. Αυτό βέβαια συμβαίνει όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά γιατί στις κάρτες αυτές η περίοδος χάριτος, ώσπου δηλαδή να αρχίσει να τοκίζεται το υπόλοιπο, και οι νέες χρεώσεις μπορεί να είναι κατά τι μεγαλύτερη και να φθάνει τις 50 ημέρες. Ακόμη, μπορεί να συμπεριλαμβάνονται και κάποια προγράμματα άτοκων δόσεων.


Ετσι ο καταναλωτής δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο μέτρο σύγκρισης ούτε μεταξύ ονομαστικού επιτοκίου και ΕΠΕ κάθε κάρτας ούτε μεταξύ του ΕΠΕ δύο διαφορετικών πιστωτικών καρτών. Ορισμένοι δε τραπεζικοί υποστηρίζουν ότι στις πλείστες των περιπτώσεων ο καταναλωτής ουδέποτε συγκρίνει ονομαστικό επιτόκιο και ΕΠΕ.


Κατά καιρούς από την πλευρά των τραπεζών είχαν διατυπωθεί συγκεκριμένες προτάσεις που θα μπορούσαν να διευκολύνουν περισσότερο τον καταναλωτή. Μια από αυτές είναι σε κάθε μηνιαίο λογαριασμό, αλλά και στα ενημερωτικά έντυπα, να δημοσιεύονται αναλυτικά σε ειδικό πίνακα όλα τα στοιχεία κόστους που επιβαρύνουν την κάρτα, πέραν του ονομαστικού επιτοκίου, όπως συνδρομή, ΕΦΤΕ επί των τόκων, ακριβής διάρκεια περιόδου χάριτος, επιβάρυνση από ανάληψη μετρητών με χρέωση στην πιστωτική κάρτα κλπ. Αυτό όμως δεν έγινε αποδεκτό από το υπουργείο Ανάπτυξης.


Το σημαντικότερο όμως είναι, σύμφωνα με την άποψη τραπεζικών στελεχών, ότι η ΕΠΕ όπως λειτουργεί σήμερα στις πιστωτικές κάρτες αντί να ενημερώνει τους χρήστες πλαστικού χρήματος τούς επιβαρύνει περισσότερο, όσο και να φαίνεται παράδοξο, αφού επηρεάζει το λειτουργικό κόστος των καρτών. Κάθε φορά που αλλάζει κάποιο από τα στοιχεία του κόστους αλλάζει και η ΕΠΕ καθώς και όροι σύμβασης. Αυτό σημαίνει μεγαλύτερα έξοδα διαχείρισης εγγράφων, ένα δηλαδή επιπλέον κόστος, που μετακυλίεται στους κατόχους των πιστωτικών καρτών. Τι πρέπει να γνωρίζετε και τι πρέπει να κάνετε


Ανεξάρτητα από το πώς λειτουργεί ο υπολογισμός της ΕΠΕ και για το αν ενημερώνει σωστά ή όχι τον καταναλωτή, υπάρχουν μερικές συμβουλές που αν τις ακολουθήσετε δεν θα χρειάζεται καν να ασχολείστε με αυτήν.


* Κατ’ αρχάς αν συνηθίζετε να εξοφλείτε κάθε μήνα ολόκληρο το υπόλοιπο της κάρτας σας και δεν αρκείσθε στην εξόφληση της ελάχιστης καταβολής, τότε δεν σας ενδιαφέρει το επιτόκιο. Αναζητήστε, λοιπόν, την κάρτα με τη χαμηλότερη συνδρομή. Με αυτό τον τρόπο περιορίζετε στο ελάχιστο τις πρόσθετες επιβαρύνσεις, αφού ούτως ή άλλως δεν χρεώνεστε με τόκους.


* Αν αρκείσθε να εξοφλείτε κάθε μήνα την ελάχιστη καταβολή θα πρέπει να επιλέξετε την κάρτα με το χαμηλότερο επιτόκιο.


* Ενημερωθείτε για το πότε «περνάνε» στον λογαριασμό της κάρτα σας οι νέες χρεώσεις και προγραμματίστε ανάλογα τις αγορές σας έτσι ώστε να εκμεταλλεύεστε μια περίοδο που δεν σας χρεώνονται οι τόκοι και η οποία μπορεί να φθάσει και τις 15 ημέρες. Ετσι θα χρεώνεστε τον λιγότερο τόκο.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version