Αλέξανδρος Μυράτ

μουσική Αλέξανδρος Μυράτ Ανακαλύπτουμε διαρκώς το αβγό του Κολόμβου Ο γνωστός αρχιμουσικός μιλάει για τη δυσάρεστη εμπειρία του από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ της Πάτρας αλλά και για το εφετεινό πρόγραμμα συναυλιών της Καμεράτα «Δεν θέλω άλλο ένα φεστιβάλ, θέλω ένα φεστιβάλ άλλο». Την παραπάνω δήλωση έκανε στο «Βήμα της Κυριακής» ο αρχιμουσικός

Αλέξανδρος Μυράτ

Ανακαλύπτουμε διαρκώς το αβγό του Κολόμβου




«Δεν θέλω άλλο ένα φεστιβάλ, θέλω ένα φεστιβάλ άλλο». Την παραπάνω δήλωση έκανε στο «Βήμα της Κυριακής» ο αρχιμουσικός Αλέξανδρος Μυράτ τον περασμένο Μάρτιο, λίγες μόλις ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του καλλιτεχνικού διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ της Πάτρας. Τότε ακουγόταν αισιόδοξος ως προς την έκβαση της «αναμέτρησής» του με τους γνωστούς πολυδαίδαλους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς που χαρακτηρίζουν ανάλογες διοργανώσεις, τονίζοντας παράλληλα ότι βασικό κίνητρο ως προς την αποδοχή της σχετικής πρότασης ήταν η πρόθεσή του «να βοηθηθεί μια κατάσταση». Δύο μήνες ωστόσο μετά το πέρας των εκδηλώσεων της πρώτης αυτής χρονιάς ­ της οποίας, αν και ο μεταβατικός χαρακτήρας της επισημάνθηκε έντονα, η διοργάνωση θεωρήθηκε τουλάχιστον ευπρόσωπη ­ οι ήδη χαραγμένες κατευθύνσεις πιθανότατα αλλάζουν. Η προ ολίγων ημερών απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Δημοτικής Επιχείρησης Πολιτιστικής Ανάπτυξης Πατρέων, σύμφωνα με την οποία ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ οφείλει να έχει έδρα την πόλη, καθιστά απαγορευτική για τον Αλέξανδρο Μυράτ τη συνέχιση της άσκησης των εν λόγω καθηκόντων, αφού ­ όπως λέει ο ίδιος: «Η δουλειά μου είναι διευθυντής ορχήστρας και όχι “αξιότιμος κύριος διευθυντής” ενός φεστιβάλ». Οσο για το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, ο ίδιος δίνει την οπτική του: «Οταν αποδέχθηκα τη σχετική πρόταση, γνώριζα ότι ­ με δεδομένο το ελάχιστο διάστημα προετοιμασίας που είχα μπροστά μου ­ αυτό που θα μπορούσαμε να περιμένουμε ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, ένα ευχάριστο φεστιβάλ που θα μας έδειχνε τους δρόμους τους οποίους θα έπρεπε να ακολουθήσουμε τα επόμενα χρόνια. Νομίζω λοιπόν ότι ο στόχος αυτός επετεύχθη στον βαθμό που τηρήθηκε ο προϋπολογισμός, τα έσοδα σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν κάπως μεγαλύτερα από τα αναμενόμενα, ενώ κάποιες από τις εκδηλώσεις πήγαν ιδιαίτερα καλά. Για μένα ήταν ξεκάθαρο ωστόσο ότι ο μεταβατικός αυτός χαρακτήρας έπρεπε πια να ξεπεραστεί. Φεύγοντας λοιπόν από την Πάτρα, ζήτησα από τους ανθρώπους που εμπλέκονταν σε αυτή την ιστορία να αποφασίσουν πρώτα οι ίδιοι τι είδους διοργάνωση θέλουν και μετά να καλέσουν τον όποιον επαγγελματία να αναλάβει» λέει. «Η Πάτρα είναι πολύ δύσκολη πόλη. Εζησα έντονα αυτή την αγωνία της αναζήτησης ταυτότητας που συναντά κανείς σε τραυματισμένες κοινωνίες. Η εσωστρέφεια, ο φθόνος, η διπλοπροσωπία και τα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη είναι ιδιαίτερα αναγνωρίσιμα στοιχεία και δημιουργούν βαθύ προβληματισμό σε πολλούς αξιόλογους ανθρώπους που είχα την τύχη να συναντήσω εκεί. Παρ’ όλα αυτά, γύρω στις 15 Σεπτεμβρίου έστειλα μια επιστολή με προτάσεις για το πώς βλέπω την υπόθεση από εδώ και πέρα, ώσπου ξαφνικά πληροφορήθηκα από τρίτους την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, η οποία βεβαίως είναι απολύτως νόμιμη και σεβαστή». Ποιες ήταν λοιπόν ­ σύμφωνα με τον Αλέξανδρο Μυράτ ­ οι ανάγκες του φεστιβάλ; «Μα, ο επαγγελματισμός σε ολόκληρη την πυραμίδα της διοργάνωσης» απαντά ο ίδιος. «Σίγουρα η παρουσία ερασιτεχνών και εθελοντών είναι σημαντική για το φεστιβάλ, ωστόσο η ανάγκη δημιουργίας ενός πυρήνα επαγγελματιών υπό τον καλλιτεχνικό διευθυντή είναι αδήριτη. Από εκεί και πέρα απαραίτητη θεωρώ και την ύπαρξη διοικητικού διευθυντή, ο οποίος θα βάζει σε τάξη το οργανωτικό χάος που προκύπτει σε ανάλογες περιπτώσεις. Οπου αυτό το “ντούο” λειτούργησε σωστά ­ και έχω πολλά παραδείγματα να αναφέρω ­ το αποτέλεσμα υπήρξε εξαιρετικό. Στο εξωτερικό αυτά τα προβλήματα έχουν λυθεί από τα τέλη του ’60. Εδώ τα πάντα επαφίενται στον πατριωτισμό, κάθε φορά ανακαλύπτουμε την πυρίτιδα και το αβγό του Κολόμβου…». Οσο για την αίσθηση που του άφησε σε προσωπικό επίπεδο η εξέλιξη της υπόθεσης, ο ίδιος λέει σχετικά: «Δεν ξέρω αν διακρίνει κανείς την πικρία στα λόγια μου. Μπορεί και να υπάρχει. Πρόσφατα έλαβα μια επιστολή, όπου μου ζητούν συγγνώμη για τον τρόπο που έγιναν τα πράγματα και, από τη στιγμή όπου έγινε αυτό, δεν υπάρχει για μένα κανένα θέμα. Η ζωή συνεχίζεται…».


Ενα «σαφώς πιο ευχάριστο» θέμα συζήτησης χαρακτηρίζει ο γνωστός αρχιμουσικός τις εφετεινές δραστηριότητες της Καμεράτα, η οποία μπήκε ήδη στην ένατη σεζόν λειτουργίας της. Στόχος της ορχήστρας στην καινούργια περίοδο είναι, σύμφωνα με τον Αλέξανδρο Μυράτ, η «εξάντληση του ρεπερτορίου των εγχόρδων και η πιστή “μεταφορά” του ήχου, του ύφους και του ήθους τεσσάρων αιώνων μουσικής». Οι εφετεινές εμφανίσεις οργανώνονται σε τρεις θεματικούς κύκλους που εξυπηρετούν τον διπλό σκοπό της εκπαίδευσης και της ψυχαγωγίας. Ο πρώτος από αυτούς είναι αφιερωμένος στη μουσική του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, ο δεύτερος στις «τάσεις του 20ού αιώνα», ενώ ο τρίτος στη μουσική για κιθάρα. «Προσωπικά ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν ότι στη χώρα μας έχουμε το υψηλότερο επίπεδο κιθάρας» λέει σχετικά ο Αλέξανδρος Μυράτ. «Γι’ αυτό θεωρώ σημαντικό να καθιερωθεί σε σταθερή βάση αυτός ο κύκλος και να δώσουμε την ευκαιρία σε αξιόλογους ερμηνευτές να συμπράξουν με την Καμεράτα. Εχω την εντύπωση ότι κάτι τέτοιο ενδιαφέρει και τον Νέβιλ Μάρινερ, που αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση της ορχήστρας από την επόμενη σεζόν και από τον οποίο όλοι περιμένουμε να βοηθήσει να ανοίξουν για την Καμεράτα κάποιες πόρτες του εξωτερικού, οι οποίες ως σήμερα παρέμεναν κλειστές. Προσωπικά πιστεύω ακράδαντα ότι αυτή η ορχήστρα μπορεί…».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version