Η απεργία πείνας των 300 μεταναστών υπήρξε εξαιρετικά σοβαρή ανθρωπιστική κρίση για τη χώρα, σύμφωνα με πηγές που συμμετείχαν ενεργά στην υπόθεση της Υπατίας. Κρίση που έριξε νερό στον μύλο που θέλει την έξοδο της χώρας από τη Συνθήκη του Σένγκεν, λόγω «της αδυναμίας της να τηρήσει την κοινή μεταναστευτική πολιτική της Ευρώπης». Στη διαπίστωση αυτή, καταλήγουν συνομιλητές μας, τονίζοντας παράλληλα ότι το βράδυ της άρσης του ασύλου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, είχε προαναγγελθεί – μέσω mail – κόλαση σε 10 πόλεις της Ελλάδας, με επεισόδια και καταστροφές, που θα ωχριούσαν μπροστά στα Δεκεμβριανά του 2008. Μιλούν για τη νύχτα της παραχώρησης του Μεγάρου, Πατησίων και Ηπείρου, τους κινδύνους αλλά και τους φόβους που διακατείχαν όλους όσοι ενεπλάκησαν στην κρίσιμη αυτή ιστορία.

Μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο, το περιοδικό Economist έκανε λόγο για τη «διπλή τραγωδία της Ελλάδας», λένε χαρακτηριστικά. Τον κίνδυνο εξόδου τόσο από τη ζώνη του ευρώ, όσο και από τη Συνθήκη του Σένγκεν, καθώς «η χώρα αδυνατεί να αντιμετωπίσει το διαρκώς ογκούμενο μεταναστευτικό κύμα». «Στην παρούσα φάση βρίσκονται σε εξέλιξη δυο μείζονες διεθνικές υποθέσεις: το ευρώ και η Συνθήκη του Σένγκεν», διευκρινίζουν. «Τυχόν έξοδος μας από την εν λόγω Συνθήκη θα ήταν πολλαπλάσιας σημασίας από τις υποβαθμίσεις της Moody’ s που τόσο μας ταράζουν. Με την Υπατία, δοκιμάστηκαν οι δομές, οι θεσμοί. Σε μία κρίση, την οικονομική, προστέθηκε ακόμη μια, η περί το μεταναστευτικό, οπότε, πόσους κραδασμούς μπορεί να αντέξει το σύστημα; Την επομένη της 28ης Ιανουαρίου, της νύχτας που εξελίχθηκε το θρίλερ της μεταστέγασης των μεταναστών, ο Πρωθυπουργός θα μιλούσε στη μία μετά το μεσημέρι στο Νταβός, στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Είχε «σκάσει» στους υπολογιστές μας mail που απειλούσε ότι τυχόν εφαρμογή της άρσης του ασύλου, εισβολής της Αστυνομίας στη Νομική, θα σήμαινε κόλαση για ολόκληρη τη χώρα: με επεισόδια και καταστροφές σε 10 πόλεις, που θα έκαναν τα Δεκεμβριανά του 2008 να ωχριούν. Τις ημέρες εκείνες, είχε ήδη ξεσπάσει η κρίση στην Αίγυπτο. Ηταν ορατός ο κίνδυνος ο Γιώργος Παπανδρέου να εμφανιστεί ως άλλος Χόσνι Μουμπάρακ στα μάτια των ξένων ηγετών. Αντεχε η χώρα κι άλλη υποβάθμιση; Υπάρχουν σοβαροί άνθρωποι που φοβούνται όχι απλώς να μην κλείσει ο κύκλος της Μεταπολίτευσης, αλλά ο κύκλος του… 1821, και απομείνει η Ελλάδα γλωσσικό ιδίωμα. Και σας διαβεβαιώνω, ότι δεν είναι ούτε ακραίοι, ούτε εθνικιστές».

Η επιλογή της Υπατίας αποδόθηκε στη στενή φιλική σχέση του πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Θ. Πελεγρίνη με τον ιδιοκτήτη του Μεγάρου, αλλά και της Κάπα Research, κ. Κ. Ρουτζούνη. Οι γνωρίζοντες την αμφισβητούν, μιλούν για «απλή κοινωνική γνωριμία» και περιγράφουν το πώς επικράτησε η συγκεκριμένη λύση. «Υπήρξαν πολλοί που φοβήθηκαν διαπόμπευση της γενιάς του Πολυτεχνείου, εκπρόσωποι της οποίας απαρτίζουν το μισό υπουργικό συμβούλιο. Ο Ρουτζούνης ανήκει και αυτός στην ίδια γενιά, γνωρίζει το σύστημα σαν κάλπικη δεκάρα, έχει συνεργαστεί με όλους μέσω της εταιρείας δημοσκοπήσεων που διατηρεί από το 1990. Του χρωστούν και τους χρωστάει.

»Πολλοί επικαλούνται το αριστερό παρελθόν του (σσ: ήταν γραμματέας της Σπουδάζουσας της ΚΝΕ, στα φοιτητικά του χρόνια), άλλοι ισχυρίζονται ότι το έκανε λόγω της – δήθεν – αιγυπτιακής καταγωγής του. Κουραφέξαλα, το τελευταίο είναι ψευδές, το πρώτο δεν έχει σημασία πια για αυτόν, βρίσκεται σε άλλη τροχιά. Δεν λειτούργησε με κριτήρια του παρελθόντος, αλλά του μέλλοντος. Εχουν περάσει άλλωστε δυο – τρία χρόνια, από την εποχή που έστελνε ενημερωτικά σημειώματα σε αρμοδίους πάσης φύσεως, προειδοποιώντας ότι το μεταναστευτικό θα λάβει επικίνδυνες διαστάσεις. Τη νύχτα που ήρθη το άσυλο, επικράτησε πανικός, δεν υπήρξε υπουργός που να μην σήκωσε το τηλέφωνο. Ξεπρόβαλλε ο κίνδυνος να μετατραπεί η χώρα σε μπανανιά. Ηταν αντεθνικός αυτός ο τρόπος κατάργησης του θεσμού, μόνον η Ακροδεξιά θα μπορούσε να είναι ικανοποιημένη από μία τέτοια εξέλιξη».

Το παρασκήνιο της επιλογής
Το Μέγαρο της Υπατίας δεν ήταν εξαρχής στον κατάλογο των υποψηφίων κτιρίων. Ο Πελεγρίνης είχε απλώς ζητήσει προτάσεις κτιριακών λύσεων. Η Υπατία έπεσε στο τραπέζι απρόσμενα, αιφνιδιάζοντας και πολλούς από τους Αλληλέγγυους : δεν ήταν δυνατή η χρήση ενός τέτοιου πολιτιστικού μνημείου, νεομπαρόκ, γάλλο – αλεξανδρινού ρυθμού. Η πίεση ωστόσο ήταν έντονη : όλα τα ονόματα που είχαν εμπλακεί θα συνδέονταν για πάντα με την κατάργηση ενός ευαίσθητου για την Ελλάδα θεσμού : το άσυλο. Και με απρόβλεπτες συνέπειες. Το τηλεφώνημα που όρισε την τελική λύση, ήλθε από το Μέγαρο Μαξίμου.

«Στη χώρα που όλα είναι πιθανά» και «ο αστάθμητος παράγοντας, ο πλέον καθοριστικός», τίποτε δεν μπορεί να είναι προβλέψιμο. «Τα κτίρια που προτάθηκαν, τέσσερα συνολικά, απερρίφθησαν. Το βράδυ νόμιζαν ότι είναι άδεια, το πρωί ανακάλυπταν αργόμισθους στο εσωτερικό τους. Ενας παιδικός σταθμός του δήμου Αθηναίων είναι μία τέτοια, χαρακτηριστική περίπτωση. Ενα κτίριο στην Κάνιγγος, στο οποίο έγιναν και κινήσεις ώστε να μπορέσει να φιλοξενήσει τους απεργούς, με μίσθωμα 20.000 ευρώ, δεν επελέγη τελικά. Ούτε και άλλα δυο, στην πλατεία Βάθης και τη Συγγρού. Η μπίλια έκατσε στην Υπατία» λένε άνθρωποι που ενεπλάκησαν όσο ελάχιστοι στη διαχείριση της κρίσης.

Η λύση θεωρήθηκε «σωτήρια», καθώς αποσυνέδεε αν μη τι άλλο, το ζήτημα του ασύλου από το μεταναστευτικό. Σε χρόνο ρεκόρ, και για ένα τρίωρο, βρέθηκαν μεταξύ άλλων στο Μέγαρο, στη διασταύρωση Πατησίων και Ηπείρου, ο Εισαγγελέας, ο Διευθυντής της Ασφάλειας, οι πρυτανικές αρχές του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο κ. Ρουτζούνης, η δικηγόρος, κυρία Ιωάννα Κούρτοβικ, από το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, ο εκλογολόγος κ. Ηλίας Νικολακόπουλος.

«Ελάχιστοι έχουν κατανοήσει ότι το δημόσιο συμφέρον επηρεάζει το ιδιωτικό. Οτι ο δημόσιος χώρος είναι αυτός που δίνει την ποιότητα στη ζωή μας», εκτιμούν οι ίδιες πηγές. «Και για να το δούμε ρεαλιστικά, κυνικά: λίγοι συνειδητοποιούν ότι ο διασυρμός του πολιτικού συστήματος επηρεάζει τις τσέπες όλων μας. Οταν θα καιγόταν όλη η Αθήνα, ακόμη και αυτό το περίφημο Μέγαρο της Υπατίας μπορεί σήμερα να μην υπήρχε καν, να είχε καεί, ή να ήταν κατεστραμμένο από βανδαλισμούς».

Ο φόβος του θανάτου
Στις δυο εβδομάδες της αρχικής προθεσμίας, η υπόθεση έμοιαζε παγωμένη. Μάταιη και η ανταλλαγή επιστολών ανάμεσα στον ιδιοκτήτη του Μεγάρου, υπουργούς και υφυπουργούς. Ο χρόνος ξεχείλωσε, έφθασε τις 45 ημέρες, η καθυστέρηση στην επίδειξη ανακλαστικών από την κυβέρνηση ώθησε ορισμένους να μιλούν όχι μόνον για αθέτηση της συμφωνίας, αλλά και για «προδοσία».

Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που φοβούνταν τον θάνατο μετανάστη, ακόμη περισσότεροι έτρεμαν στην ιδέα κάποιου τεχνάσματος, όπως η μεταφορά πτώματος (!) στο κτίριο, που θα οδηγούσε σε εκτροπή της κατάστασης. Τίποτε από όλα αυτά δεν συνέβη. «Τέλος καλό, όλα καλά», δηλώνουν με ανακούφιση.

Οι όροι για τη μετεγκατάσταση τηρήθηκαν κατά γράμμα, ουδείς πέραν των απεργών και των Αλληλέγγυων έμπαινε στον χώρο, καμία φθορά δεν προκλήθηκε στο κτίριο. Τώρα πια, που όλα έχουν τελειώσει, μόνον το κατεστραμμένο πράσινο στον περίβολο του κτιρίου, μπορεί να προδώσει στους περαστικούς, το σκηνικό της ιστορίας της Υπατίας.