Προτιμά τον Λέοναρντ Κοέν από τον Τζον Ράμπο. Θεωρεί τις γιορτές απλώς μια αφορμή για να βρεθούμε με φίλους. Εχει παραμείνει πιστός επί 22 χρόνια στη γυναίκα του και δουλεύει μαζί της. Τρέμει την καλλιτεχνική αποτυχία, ενώ αδιαφορεί για την οικονομική. Και όλα αυτά επειδή… ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης αναζητεί πάντα την ουσία.

Υπάρχει γκρουπ στο Facebook «Βλαδίμηρος Κυριακίδης – η φωνή του Kabamaru»; Δεν έχω υπάρξει η φωνή του Kabamaru, δεν έχω καμία σχέση, με έχουν ρωτήσει πολλοί. Είναι σύμπτωση. Οι παιδικοί ήρωές μου ήταν ο Μίκυ Μάους, ο Μπλεκ και ο Τιραμόλα – αυτοί οι τρεις. Οταν άρχισα να μεγαλώνω, άλλαξαν. Δεν πήγα προς τον Ράμπο, αλλά προς τον Λέοναρντ Κοέν.

Δεν είχα καθόλου τρακ όταν πρωτοβγήκα στο θέατρο το 1979. Ενιωθα σαν στο σπίτι μου και αυτό ήταν που με συγκλόνισε βαθύτατα. Ανακάλυψα ότι μπορώ να μιλήσω και με άλλη γλώσσα, ούτε τεχνοκρατικά ούτε χρηματιστηριακά, αλλά με το συναίσθημα. Οι εποχές ήταν και εξακολουθούν να είναι χρηματιστηριακού τύπου. Ξάφνου ανακάλυψα ότι υπάρχει και άλλος δρόμος.

Αν έπρεπε να ξεχωρίσω την πιο καθοριστική στιγμή της πορείας μου, σαφώς θα έλεγα πως ήταν η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με τον Μίνωα Βολανάκη. Ηταν πολύ μεγάλος δάσκαλος, είχε βαθιά γνώση και έδινε πολλά ερεθίσματα.

To 1994, όταν έπαιξα στην τηλεοπτική σειρά «Βαρβαρότητες», έγινα αρκετά γνωστός. Δεν ήμουν και πολύ μικρός τότε, ήμουν 32 ετών. Στράφηκαν τα φώτα επάνω μου, έγινα αναγνωρίσιμος αλλά ήταν και μια παγίδα – προσπαθούσα μέσα μου να θυμάμαι τους λόγους για τους οποίους ξεκίνησα.

Πάντοτε έκανα αυτό που φαινόταν να μου βγαίνει αυθόρμητα. Ο,τι δεν βγαίνει δεν το κάνω. Κάποια στιγμή θέλησα να συσπειρώσω ανθρώπους, να γίνω πιο οργανωτικός. Ανακάλυψα ότι μέσα μου συνυπάρχουν πολλά και διαφορετικά πράγματα και αποφάσισα να ασχοληθώ με την παραγωγή. Ηταν κάτι που προέκυψε αυτόματα, σαν να ήμουν έτοιμος, δεν έκανα δεύτερη σκέψη. Αν δεν πάρεις και το ρίσκο σου, δεν θα μάθεις.

Πρέπει οπωσδήποτε να βιώσεις μια αποτυχία για να έρθεις στα σύγκαλά σου. Η επιτυχία είναι κακός σύμβουλος, με λαμπιόνια, με σημαιοστολισμούς, με πανηγυρισμούς. Καταλήγει να είναι η φωνή που σε αποπροσανατολίζει – ακούς συνέχεια κάποιον να σου μιλάει, δεν περνάς στην ουσία. Τις μεγαλύτερες χαρές τις «κέρδισα» όταν βρέθηκα κοντά στην αποτυχία.

Μέχρι πρόσφατα ζούσαμε καιρούς ευδαιμονίας και είχαμε χάσει κάθε αίσθηση αμφισβήτησης: Αυτό μας προσέφερε το συγκεκριμένο σύστημα. Βγάζουμε λεφτά, παίρνουμε έπιπλα, αυτοκίνητα – δεν μας απασχολούν άλλα πράγματα. Τώρα μπορούμε να είμαστε περισσότερο χαρούμενοι επειδή έχουμε τη δυνατότητα να αντιδράσουμε. Τη δυνατότητα να ολοκληρωθούμε πολύ πιο γρήγορα και άμεσα.

Με τη «Φωλιά του κούκου», που ανέβασα το 2003, ήρθαν η καλλιτεχνική επιτυχία και η εισπρακτική αποτυχία. Η καλλιτεχνική επιτυχία ήταν σίγουρη, ήταν η πιο ολοκληρωμένη παράσταση που είχαμε κάνει. Υπήρξε όμως οικονομική αποτυχία και εκεί κατάλαβα την ουσία του πράγματος. Οι υπόλοιποι δεν είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν το όραμά μου, ούτε είναι υποχρεωμένοι να με πληρώνουν για να το απολαύσω. Η οικονομική αποτυχία δεν με ενδιαφέρει και πολύ. Χάνονται κάποια χρήματα – και τι έγινε; Είμαι ένα μεγάλο παιδί με ένα πολύ ακριβό χόμπι – δεν με απασχολεί και να χάσω. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι η καλλιτεχνική αποτυχία – να δουλέψω παραπάνω, να βρω τις ελλείψεις. Να μην είμαι υπερφίαλος και να μην πιστεύω ότι μπορώ να κάνω τα πάντα.

Μου αρέσει πάρα πολύ ο ρόλος του ηθοποιού, παραμένει παιδί. Ενώ εκείνος του σκηνοθέτη σοβαρεύει πολύ και αρχίζω να βαριέμαι.

Στην κινηματογραφική κωμωδία «Ετερον ήμισυ» υποδύομαι έναν μανάβη και φρόντισα αυτός ο μανάβης να είναι τόσο πραγματικός, ώστε να είναι σαν τον βλέπεις στη γειτονιά σου, όπως κοιτάς έξω από το παράθυρο και βλέπεις τι γίνεται στο μανάβικο ή στη λαϊκή απέναντι. Είναι ένας καλοκάγαθος άνθρωπος αλλά η γυναίκα του, μέσα από τη ζήλια της, τον εξωθεί στο τέλος να κάνει αυτό που δεν το περιμένει. Τον εξωθεί με πολλούς τρόπους – πρώτα από όλα τρώει πολύ ξύλο ο μανάβης, δεύτερον τον τρέχει σε συνεδρίες με ψυχιάτρους. Είναι σαν να του ζητεί να απιστήσει, σαν να του λέει «κάν’ το». Οταν τελικά το κάνει, ανακαλύπτουμε την ουσία της αγάπης τους. Θέλουμε δεν θέλουμε, οι κρίσεις υπάρχουν στα ζευγάρια, όπως υπάρχουν οι ψυχαναλυτές και οι ψυχίατροι, και η λύση είναι μάλλον η αγάπη και η εμπιστοσύνη. Είναι ένας χαρακτήρας τόσο υπαρκτός – θυμίζει έναν γείτονα, έναν φίλο.

Μια συμβίωση 22 χρόνων, όπως ο γάμος μου με την Εφη Μουρίκη, θέλει κόπο, μελέτη, οργάνωση, σκέψη, δουλειά και από τους δύο. Το σύνηθες σφάλμα είναι να θεωρούμε κάτι δεδομένο. Οταν θεωρείς κάτι δεδομένο, έχεις γράψει ήδη τον επικήδειο της σχέσης. Χρειάζεται σεβασμός, χρόνος και κόπος. Οταν κατορθώσεις να έχεις αυτά τα τρία, μπορείς να έχεις μακροχρόνια σχέση.

Το να δουλεύω με τη σύζυγό μου είναι το πιο δημιουργικό πράγμα που έχω ζήσει. Συμπληρώνει ο ένας τον άλλον, γεμίζει ο ένας τον άλλον. Η Εφη έχει μεθοδικότητα, σκέψη, εργατικότητα, αλλά κάποιες φορές δείχνει αναποφασιστικότητα. Εγώ είμαι πολύ περισσότερο παρορμητικός, μπορώ να επιταχύνω κάποια πράγματα, ελίσσομαι πιο εύκολα.

Οι γιορτές είναι μια καλή ευκαιρία να βρεθεί κάποιος με φίλους και με συγγενείς. Από εκεί και έπειτα δεν έχουν να μου πουν πολλά. Είμαι της άποψης ότι ο κάθε άνθρωπος χαίρεται με αυτό που θέλει να χαρεί – όχι λόγω εποχής. Παρ’ όλα αυτά, η εποχή των εορτών με παραπέμπει σε μια θαλπωρή – με την οικογένεια, με τους φίλους. Θυμάμαι κάποια Χριστούγεννα που βρισκόμουν μαζί με την οικογένειά μου στον Καναδά και κάναμε αλλαγή του χρόνου στους καταρράκτες του Νιαγάρα. Είχαμε έναν φίλο εκεί και κάναμε Πρωτοχρονιά στους καταρράκτες – θα το θυμάμαι για πάντα.

Το πιο συχνό σχόλιο που ακούω όταν με συναντούν από κοντά είναι το ότι είμαι πολύ απλός. Δεν ξέρω γιατί βγάζω την εικόνα του «περίπλοκου». Μια πολύ συγκινητική στιγμή ήταν όταν ήρθε να με βρει στο θέατρο η Βίλμα Κύρου και μας ευχαρίστησε που της θυμίσαμε την παλιά ερμηνευτική γραμμή, που σήμερα έχει εκλείψει, με το «Κεκλεισμένων των θυρών».

Είναι η καλύτερη ψυχοθεραπεία το να παίζεις σε δύο τόσο έντονα διαφορετικές θεατρικές παραστάσεις, ταυτόχρονα. Παίζοντας το έργο του Σαρτρ έρχεται η κάθαρση, φεύγει πολύ σκουπίδι από μέσα μου. Με τον «Caveman» το διασκεδάζω απίστευτα! Ολοκληρώνομαι.

Οσο πιο βαθιά μπαίνεις σε κάτι, αναγνωρίζεις την άγνοιά σου και αναγκάζεσαι να εισχωρείς ακόμη περισσότερο. Δεν μπορείς να καθήσεις σε κανέναν καναπέ και να μυρίζεις τη ναφθαλίνη.

Πιστεύω ότι έχω χάσει πολύτιμο χρόνο όσο ασχολιόμουν περισσότερο με την καριέρα παρά με την ουσία. Προσπαθούσα πάντοτε να συγκεντρώνομαι στους στόχους μου, αλλά υπήρξαν και δύσκολες περίοδοι – όταν δουλεύεις επτά ημέρες την εβδομάδα επί τρία χρόνια, ξεχνάς και το όνομά σου. Εχασα χρόνο επίσης επειδή δεν μεγάλωσα σε οικογένεια με γονείς κάποιας τάξης, με κάποια μόρφωση. Αν είχα γιαγιά την Αννα Συνοδινού, θα είχα μάθει διαφορετικά πράγματα. Βέβαια, κάτι χάνεις και κάτι κερδίζεις σε κάθε περίπτωση και σίγουρα κέρδισα κάποια πράγματα.

Οταν θέλω να διασκεδάσω, πηγαίνω στο θέατρο. Πηγαίνω να δω τους συναδέλφους μου να παίζουν. Τελευταία είδα μια παράσταση βασισμένη σε βιβλία Αρλεκιν, το «Αισθηματικές νουβέλες, δρχ. 35», στο Κέντρο Λόγου και Τέχνης. Τη βρήκα πολύ νόστιμη.

Με ενδιαφέρει τα πράγματα να γίνονται σωστά. Στην αντίθετη περίπτωση, δεν με ενδιαφέρει καν αν γίνουν.

Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης πρωταγωνιστεί στην κωμωδία «Ετερον ήμισυ» που θα προβάλλεται στις αίθουσες από τις 3 Φεβρουαρίου.

Δημοσιεύτηκε στο BHMAMEN, τεύχος 58, σελ. 104-107, Ιανουάριος 2011.