Τα κορν φλέικς, αυτό που θα μπορούσαμε μια χαρά να αποκαλούμε στα ελληνικά «νιφάδες καλαμποκιού», είναι παλιά εφεύρεση. Και μάλιστα εφεύρεση ανθρώπων που συνδέθηκαν με τη Δυτική Eκκλησία στενά. Ιδεολογικά αλλά και… επαγγελματικά. Πατρίδα τους βέβαια είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες και γεννήθηκαν μαζί με τη Bιομηχανική Eπανάσταση, στα τέλη του 19ου αιώνα. Διότι κάποιοι άνθρωποι εκεί άρχισαν να αισθάνονται ότι η πολλή παρέα με τις μηχανές αφαιρούσε αρκετά πράγματα από την αθωότητα του παλιού και ρομαντικά παρουσιασμένου αποίκου του Νέου Κόσμου. Δημιουργήθηκαν λοιπόν κινήματα του τύπου «επιστροφή στη Φύση» αλλά με έντονο σε αυτά το θρησκευτικό στοιχείο. Λαμπρός αστέρας, που αναδείχθηκε από αυτά τα κινήματα, υπήρξε ο Sylvester Graham, πρεσβυτεριανός ιερέας αγγλικής καταγωγής. Είχε εγκατασταθεί στη Βοστώνη και κήρυττε με βασικό άξονα την πεποίθηση ότι «ο Αδάμ και η Εύα στον Παράδεισο δεν μπορούσαν να τρώνε κάτι άλλο εκτός από φρούτα, ξηρούς καρπούς, λίγο γάλα και μέλι». Κήρυκας διαπρύσιος της χορτοφαγικής δίαιτας, δημιούργησε ολόκληρο κίνημα με σκοπό να τρώνε οι άνθρωποι ανάμεσα στα άλλα και ψωμί «ολικής αλέσεως». Δηλαδή το σιτάρι να αλέθεται ολόκληρο και να ζυμώνεται μαζί και το πίτουρο, κάτι που του προσπόρισε εκ μέρους όσων δεν τον «χώνευαν» το παρωνύμιο «Δρ Πριονίδης», αλλά και από την άλλη πλευρά στις δυτικές κοινωνίες μια παραλλαγή στο αλεύρι ολικής να είναι γνωστή ως σήμερα και ως «αλεύρι του Graham». Ο ίδιος πάντως δεν έζησε περισσότερο από 57 χρόνια. Μια όμως από τις παραφυάδες της κίνησής του υπήρξε η Εκκλησία των Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας. Πιστοί της ίδρυσαν στο Μίσιγκαν ένα Κέντρο Υγιεινής Διαμονής. Η γυναίκα που το ίδρυσε είχε έναν προστατευόμενο νεαρό και τον βοήθησε να σπουδάσει Ιατρική προκειμένου να επιστρέψει στο Κέντρο και να συνεχίσει στη γραμμή των εναλλακτικών και κυρίως καθαρτικών θεραπειών. Το όνομά του: John Harvey Kellogg. Μια ημέρα του 1894 μαζί με τον αδελφό του είχαν βράσει σιτάρι που θα το περνούσαν από μύλο άλεσης φτιάχνοντας ό,τι εδώ στην Ελλάδα ονομάζουμε πλιγούρι. Αλλά κάτι έγινε και το σιτάρι ξεχάστηκε βρασμένο χωρίς όμως να αλεστεί για μερικές ημέρες και ξεράθηκε, όμως ως προς τα οικονομικά υπήρχε στενότητα. Δεν θέλησαν λοιπόν να το πετάξουν και έτσι ξεραμένο περάστηκε από μηχάνημα για να γεννηθούν στην άλλη πλευρά οι πρώτες νιφάδες δημητριακών. Τις προσέφεραν στους τροφίμους του Κέντρου και εκείνοι τις βρήκαν πολύ γευστικές. Ο αδελφός του Harvey, o William Kellogg, κατέθεσε τα απαραίτητα χαρτιά και απέκτησε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας γι’ αυτό. Πειραματίστηκε και με άλλους καρπούς και το καλαμπόκι αποδείχθηκε το πιο επιτυχημένο. Το 1906 έβαλε στην κυκλοφορία ένα προϊόν που ήταν κορν φλέικς, δηλαδή νιφάδες, αλλά στο μείγμα υπήρχε και ζάχαρη. Αυτό εξόργισε τον απόστολο της υγιεινής διατροφής αδελφό του, αλλά η επιτυχία σαν παλιρροϊκό κύμα σκέπασε κάθε μορφή αντίστασης. Οι Αμερικανοί και στη συνέχεια πολλοί Ευρωπαίοι είχαν βρει το πρωινό τους.

Για να φτιαχτούν τα κορν φλέικς πρέπει πρώτα να συμπιεστεί ο σπόρος για να φύγει το εξωτερικό περίβλημα. Ανακατεύονται με νερό, αρωματικές και γλυκαντικές ουσίες και έρχονται σε ορισμένη θερμοκρασία. Ενα μέρος του νερού φεύγει και ένα μέρος μένει σε αυτόν τον πολτό που γίνεται επίπεδος και οδηγείται με τη βοήθεια κυλιόμενης ταινίας σε έναν φούρνο με θερμό αέρα να κυκλοφορεί άφθονος για να ψηθεί λίγο περισσότερο, να στεγνώσει και να αποκτήσει επίσης το γνωστό και λαχταριστό χαρακτηριστικό χρώμα του. Οταν πρόκειται να φτιαχτούν εκείνα τα άλλα που μοιάζουν με ποπκόρν, από ρύζι ή σιτάρι, τα βουτούν (κυρίως του σιταριού) πρώτα σε αλατόνερο για να σκληρύνει ο φλοιός και μετά να τον βγάλουν, γιατί αλλιώς δεν θα μπορεί να… εκραγεί. Τέλος, λίγο προτού συσκευαστούν περνούν από ειδικά μηχανήματα που ψεκάζουν με βιταμίνες (διότι στη διάρκεια της παραγωγής έχει καταστραφεί ένα μέρος από τις βιταμίνες Β), αρώματα και σε μερικές περιπτώσεις και ζεστό υπέρκορο σιρόπι που όταν κρυώσει δίνει εκείνη τη δήθεν «παγωμένη» εμφάνιση των frosties.