Σύμφωνα με το «μεσαίο» σενάριο του ΟΗΕ, ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φθάσει τα 10 δισεκατομμύρια γύρω στο 2050 και θα σταθεροποιηθεί στα 11,5 δισεκατομμύρια κατά τη διάρκεια του 22ου αιώνα. Το 95% της αύξησης λαμβάνει χώρα στις φτωχότερες περιοχές του πλανήτη. H αύξηση του πληθυσμού στις αναπτυσσόμενες χώρες «εξουδετερώνει» την, έστω και περιορισμένη, οικονομική ανάπτυξη. Οι άνεργοι στις χώρες του Τρίτου Κόσμου ξεπερνούν ήδη τα 500 εκατομμύρια, ενώ 30 εκατομμύρια άνθρωποι προστίθενται κάθε χρόνο στους καταλόγους των ανέργων.


Σήμερα στις περισσότερες περιοχές κρίσης και αστάθειας υπάρχει το εκρηκτικό μείγμα νεανικών, ταχέως αυξανόμενων κοινωνιών και αποτυχίας αντιμετώπισης των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων. Ιδεολογικές αντιπαλότητες, φυλετικές και θρησκευτικές έριδες και άλλοι παράγοντες συμβάλλουν στη δημιουργία και έκρηξη εμφυλίων και περιφερειακών συρράξεων. Ωστόσο οι κοινωνικές συνέπειες της δημογραφικής έκρηξης δημιουργούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο τέτοιες διαμάχες κλιμακώνονται. Εξάλλου παρατηρείται η εμφάνιση δημογραφικών και τεχνολογικών διαχωριστικών γραμμών σε διάφορα σημεία του πλανήτη ανάμεσα σε ταχύτατα ογκούμενους, νεαρούς σε ηλικία, φτωχούς σε πόρους, κεφάλαιο και μόρφωση πληθυσμούς από τη μία πλευρά και σε τεχνολογικά «επινοητικές» και δημογραφικά στάσιμες πλούσιες κοινωνίες από την άλλη.


H ελεγχόμενη μετανάστευση από τις αναπτυσσόμενες προς τις ανεπτυγμένες χώρες θα μειώσει σε κάποιον βαθμό το βάρος του υπερπληθυσμού και της ανεργίας στις πρώτες και θα αντισταθμίσει τα οικονομικά προβλήματα της υπογεννητικότητας στις δεύτερες. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η ανεξέλεγκτη και μαζική μετανάστευση προκαλεί φόβους για διάβρωση της παραδοσιακής εθνικής κυριαρχίας, ενώ εκφράζονται ανησυχίες ότι ξένοι άνθρωποι θα επωφεληθούν και θα μοιραστούν τους οικονομικούς πόρους, εκπαιδευτικό σύστημα και κοινωνικά προνόμια και αγαθά που ανήκουν δικαιωματικά στους «γηγενείς» κατοίκους και ότι θα διαρραγεί ο κοινωνικός ιστός. Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η αύξηση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Οι κοινωνικές ομάδες που πλήττονται από την οικονομική ύφεση αποτελούν ένα ιδιαίτερα ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη τέτοιων αισθημάτων, ενώ οι μετανάστες γενικότερα και οι μουσουλμάνοι μετανάστες ειδικότερα αποτελούν τους προτιμητέους στόχους. Τέλος, η μετανάστευση πλήττει και τις αναπτυσσόμενες χώρες αφού τις στερεί από τα πιο δυναμικά στοιχεία των κοινωνιών τους.



Θα είναι όμως απαραίτητη η λήψη μέτρων για τον δραστικό περιορισμό της μετανάστευσης ή θα πρέπει να στρέψουμε το ενδιαφέρον μας στη διαχείρισή της; Σύμφωνα με μελέτη του ΟΗΕ, η EE προκειμένου να διατηρήσει τη σημερινή αναλογία ενεργού και μη ενεργού πληθυσμού στο τέσσερα ή πέντε προς ένα θα πρέπει ως το 2025 να ανοίξει τις πύλες της σε 159 εκατομμύρια οικονομικούς μετανάστες. Αν τα συμπεράσματα της μελέτης είναι ακριβή, ποιες θα είναι οι πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες της – οικονομικά επιβεβλημένης – εισροής σημαντικού αριθμού μεταναστών; (Να σημειωθεί δε ότι η μελέτη εκτιμά τον ελληνικό πληθυσμό το 2015 σε 14,2 εκατομμύρια, εκ των οποίων περίπου τα 3,5 εκατομμύρια θα προέρχονται από χώρες-μη μέλη της σημερινής EE.)


H Ελλάδα έχει δεχθεί πολλούς μετανάστες από τα Βαλκάνια (κυρίως την Αλβανία) και άλλες περιοχές. Υπάρχει η γενική αντίληψη ότι αυτοί οι λαθρομετανάστες προκαλούν σημαντικά προβλήματα δημόσιας τάξης, ενώ απειλούν και την κοινωνική σταθερότητα και τον κοινωνικό ιστό και αυξάνουν την ανεργία για το ελληνικό εργατικό δυναμικό. Βεβαίως υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος αφού πρόσφατες μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι από οικονομικής πλευράς οι μετανάστες συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, ενώ τα στατιστικά στοιχεία δεν φαίνεται να επιβεβαιώνουν την άποψη αυτή περί (σκληρής) εγκληματικότητας.


Οι βασικές αρχές της πολιτικής της EE σε θέματα μετανάστευσης και ασύλου, που στηρίζεται στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Tampere (Οκτώβριος 1999), περιλαμβάνουν την ενδυνάμωση της κοινοτικής αλληλεγγύης και την ενίσχυση κοινών πολιτικών στα θέματα μετανάστευσης και ασύλου. Δίδεται έμφαση στη διαχείριση της μετανάστευσης, στη βελτίωση του ελέγχου των εξωτερικών συνόρων της Ενωσης, στην υιοθέτηση κοινής πολιτικής ασύλου στη βάση της αλληλεγγύης και της κατανομής των υποχρεώσεων (burden sharing), στην ανάπτυξη εταιρικών σχέσεων με τρίτες χώρες (κυρίως χώρες AKE), στην υιοθέτηση και εφαρμογή κοινής πολιτικής επιστροφής και επανεισδοχής των μεταναστών, στη βελτιωμένη φύλαξη των θαλασσίων συνόρων, με τη δημιουργία δύο κέντρων συντονισμού στον Πειραιά και στη Μαδρίτη και τη λειτουργία της European Agency for the Management of Operational Cooperation at the External Borders (από φέτος) και, τέλος, στην έμφαση στην πρόληψη μέσω οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης.