Πάνδημη ήταν η κηδεία του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Πρωθυπουργός, οι ηγέτες όλων των κομμάτων, εκπρόσωποι όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών με πρώτο τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, κορυφαίοι Ιεράρχες από όλες τις Χριστιανικές Εκκλησίες και χιλιάδες πιστών αποχαιρέτησαν χθες τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο μέσα σε κλίμα συγκίνησης και οδύνης. Η επισημότητα των στιγμών δεν εμπόδισε μέλη της Ιεραρχίας και πολλούς απλούς κληρικούς που υπηρέτησαν κοντά στον Αρχιεπίσκοπο να ξεσπάσουν σε λυγμούς την ώρα του ύστατου χαίρε. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, αποχαιρετώντας τον Αρχιεπίσκοπο τόνισε ότι παρά τις διενέξεις ο μακαριστός
κατά βάθος εσέβετο και προσέβλεπε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ως κιβωτό του γένους, αναφερόμενος με αυτόν τον τρόπο εμμέσως στην αντιπαράθεση που είχε ξεσπάσει στις μεταξύ τους σχέσεις το 2004 για το ζήτημα των λεγομένων Νέων Χωρών. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Ανθιμος από την πλευρά του είπε στον κ.κ. Βαρθολομαίο: «Παναγιότατε, σας διαβεβαιώνω ότι ο αδελφός μας σας αγαπούσε, σας εσέβετο μέσα από τα φίλτρα της καρδιάς του και σας σκεπτόταν και εσάς και όλους. Ηταν ένα μικρό διάλειμμα πικρίας που θα περάσει για πάντα στη λήθη». Ο κ. Ανθιμος αναφέρθηκε σε όλη τη δράση του μακαριστού Αρχιεπίσκοπου και απήντησε στις επικρίσεις που κατά καιρούς δεχόταν, ενώ μίλησε για τη
σκληρή, αδιάκοπη σύγκρουσή του με τα συμφέροντα. Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος προσπέρασε, όπως σημείωσε, τις παλαιές πικρίες, τις ύβρεις και τις συκοφαντίες. Ακόμη απήντησε και με μία φράση του Αρχιεπίσκοπου σε όσους τον χαρακτήριζαν εθνικιστή. «Ούτε εθνικιστής είμαι. Ούτε λαϊκιστής. Αγαπώ την πατρίδα μου. Κακό κάνω;» και η φράση αυτή που επικαλέστηκε ο κ. Ανθιμος για πολλούς αποτελούσε και μια έμμεση απάντησή του σε όσους χαρακτηρίζουν και τον ίδιο εθνικιστή. Για τον ρόλο του Αρχιεπισκόπου μίλησαν ακόμη ο υπουργός Παιδείας κ. Ευρ. Στυλιανίδης ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης, ο Πρόεδρος της Βουλής κ. Δημ. Σιούφας και ο Δήμαρχος Αθηναίων κ. Νικ. Κακλαμάνης.

Με δάκρυα στα μάτια και κρατώντας αναμμένα κεριά, λουλούδια και ελληνικές σημαίες, χιλιάδες πολίτες κάθε ηλικίας απηύθυναν το ύστατο χαίρε στον Μακαριστό Προκαθήμενο της Ελλαδικής Εκκλησίας, Χριστόδουλο, στη διάρκεια της πομπής από τη Μητρόπολη Αθηνών ως την είσοδο του Α΄ Νεκροταφείου. Λίγο μετά τις 12 το μεσημέρι, με το πέρας της εξοδίου ακολουθίας, η σορός του Αρχιεπισκόπου τοποθετήθηκε, σύμφωνα με το τυπικό, στον κιλλίβαντα πυροβόλου όπλου. Κατά την έξοδο του σκηνώματος του Αρχιεπισκόπου οι καμπάνες των εκκλησιών άρχισαν να χτυπούν πένθιμα.

Από τον λόφο του Λυκαβηττού ερρίφθησαν 21 κανονιοβολισμοί, ενώ το πλήθος που είχε κατακλύσει τα πεζοδρόμια της οδού Μητροπόλεως ξέσπασε σε χειροκροτήματα. «Αθάνατος» φώναζαν αρκετοί πιστοί, ραίνοντας ταυτόχρονα το φέρετρο που έφερε το σκήνωμα του Αρχιεπισκόπου με εκατοντάδες λουλούδια. «Υπήρξε μία μορφή της Εκκλησίας μας που τη διέκρινε η τόλμη και η διορατικότητα, σπάνιες αρετές στην εποχή μας» σημειώνει η κυρία Ελβίρα Δούσμανη, που παρακολουθεί τα τεκταινόμενα από την πλατεία Μητροπόλεως.

Μπροστά από το στρατιωτικό όχημα που μετέφερε τη σορό του Αρχιεπισκόπου βάδιζαν ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, οι μητροπολίτες και ο κλήρος της Αρχιεπισκοπής. Δεξιά και αριστερά προχωρούσαν άνδρες του Πολεμικού Ναυτικού, με τα όπλα υπό μάλης σε ένδειξη πένθους, ενώ πίσω από το φέρετρο βρισκόταν ο ογδοντάχρονος αδερφός του Αρχιεπισκόπου, Γιάννης Παρασκευαΐδης, και άλλοι συγγενείς του. Δίπλα βάδιζαν ο πρωτοσύγκελος της Αρχιεπισκοπής, Αρχιμανδρίτης κ. Θωμάς Συναδινός, και οι διάκονοι και στενοί συνεργάτες του εκδημήσαντος Αρχιεπισκόπου, Ανθιμος, Επιφάνιος και Ιωαννίκιος, που έζησαν από κοντά τον Γολγοθά του Αρχιεπισκόπου. Ακολουθούσαν η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό κ. Κ. Καραμανλή συνοδευόμενο από τη σύζυγό του Νατάσα, ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Γ. Παπανδρέου με τη σύζυγό του Αντα, το Υπουργικό Συμβούλιο, στελέχη των κομμάτων, εκπρόσωποι Πατριαρχείων και ξένων δογμάτων. «Ο Χριστόδουλος ανασυνέθεσε το εκκλησιαστικό τοπίο, το έφερε πιο κοντά σε εμάς, τους νέους ανθρώπους,και έβγαλε την Εκκλησία από την απομόνωση ετών» θα μας πει ο φοιτητής της Νομικής Αθηνών κ. Γ. Βλουτέλης, ο οποίος μαζί με τον αδερφό του Στέφανο περιμένουν να περάσει η πομπή από την οδό Μητροπόλεως. Ο Στέφανος είναι μαθητής Γυμνασίου και ήρθε από τη Μυτιλήνη «για να τιμήσω με την παρουσία μου τον Αρχιεπίσκοπο που δεν ξεχνούσε τον Ελληνισμό όπου Γης» όπως σημειώνει. Μέσω των οδών Φιλελλήνων, Βασιλέως Γεωργίου και Βασιλίσσης Αμαλίας η πομπή κατευθύνθηκε προς το Ζάππειο. Στην οδό Αμαλίας, στο ύψος των στύλων του Ολυμπίου Διός, ο φοιτητής Ψυχολογίας Π.Σκινοχωρίτης απαθανατίζει με το κινητό του την πομπή, ανεβασμένος σε ένα τσιμεντένιο διαχωριστικό των γραμμών του τραμ. «Ηταν ο ελάχιστος φόρος τιμής να έρθω εδώ, στην τελευταία πράξη της ζωής μιας καταλυτικής για την Ορθοδοξίαπαρουσίας» υπογραμμίζει ο κ. Σκινοχωρίτης. Από τις οδούς Αθαν. Διάκου και Αναπαύσεως η πομπή μετέβη στο Α΄ Νεκροταφείο.

Την ώρα της ταφής άγημα καταδρομέων έριξε τρεις βολές στον αέρα, ως φόρο τιμής, ενώ το συγκεντρωμένο πλήθος έξω από το Α΄ Νεκροταφείο ξέσπασε σε θυελλώδη χειροκροτήματα. Ο Πρωθυπουργός και η σύζυγός του άφησαν λευκά τριαντάφυλλα στο σκήνωμα του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου λίγο προτού ταφεί δίπλα στον προκάτοχό του, Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, στον ειδικό χώρο που προορίζεται για τους Προκαθημένους της Ελλαδικής Εκκλησίας.