Πριν από λίγους μήνες κυκλοφόρησε από τα Ελληνικά Γράμματα το μελέτημα του Γεωργίου Δ. Ζιούτου Ανθιμος Γαζής (σελ. 68). Πρόκειται για τη δεύτερη έκδοση (η πρώτη πραγματοποιήθηκε το 1946), με κάποιες επιπλέον υποσημειώσεις, φωτογραφίες και τον «Πίνακα Γεωγραφικόν της Ελλάδος» που φέρουν τη φροντίδα της κόρης του συγγραφέα Κατερίνας Ζωιτοπούλου-Μαυροκεφαλίδου. Οι υπότιτλοι του κειμένου είναι ενδεικτικοί των ιδεολογικών αναζητήσεων της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου ως προς την κατανόηση του φαινομένου του νεοελληνικού Διαφωτισμού: «Ο αναγεννητής εθναπόστολος», «Ο κοινωνικός μεταρρυθμιστής», «Ο αγωνιστής δημοσιογράφος» (για την ερευνητική συγκομιδή, από το 1945 ως το 1995, που αφορά τον Γαζή βλ. Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών του ΕΙΕ, Τομέας Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Βιβλιογραφία 1945-1995, Αθήνα, 1998, σελ. 276). Ποιος ήταν ο Γ.Δ. Ζιούτος;


Ο διευθυντής των εκδόσεων του ΚΚΕ «Τα νέα βιβλία» Γεώργιος Δ. Ζιούτος (1903-1967) εγκαθίσταται το 1947 στο Παρίσι και με πολλαπλές αντιξοότητες (απομονώνεται από την τοπική κομματική οργάνωση και αντιμετωπίζεται ως «λιποτάχτης βιβλιοπόντικας») μελετά την ιστορική ανάπτυξη της νεοελληνικής γραμματείας, χωρίς να συντηρήσει άθικτο το τριτοδιεθνιστικό εννοιολογικό apparatus με το οποίο είχε γαλουχηθεί κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Αφορμάται από τη θέση ότι η αναζήτηση της αλήθειας συνιστά διεργασία «κριτική και επαναστατική», αρμοδιότητα των θεωρητικών εκπροσώπων της κοινωνικής τάξης που ανέρχεται στο ιστορικό προσκήνιο, για να δείξει ότι η αστική τάξη στην Ελλάδα «δεν θέλησε ποτέ να μεταβάλει ριζικά την πραγματικότητα». Ο συμβιβασμός της επέφερε την ανακοπή της «εθνικοαπελευθερωτικής» επανάστασης και την παρεμπόδιση του «αστικο-δημοκρατικού» μετασχηματισμού, ακριβώς για τη διασφάλιση των συμφερόντων της, με την εγκαθίδρυση ενός «μισοφεουδαρχικού» και «μισοαποικιακού καθεστώτος», ενώ είχε ως «αποστολή να μπει επικεφαλής του έθνους» και να επισπεύσει την αποδέσμευσή του από τη «βυζαντινο-χριστιανική φεουδαρχία» και την οθωμανική κυριαρχία.


Με τη σκιαγράφηση των «εσωτερικών αντιθέσεων» της αστικής τάξης (σύμφωνα με τις αναλύσεις του Μάο για την «άνιση ανάπτυξη»), τις οποίες αδυνατούσε να υπερβεί λόγω της ανυπαρξίας μιας «γερής συμμαχίας με τον λαό και τις προοδευτικές δυνάμεις», ο Ζιούτος κατανοεί την ανάγκη εκπόνησης ενός ολοκληρωμένου ερευνητικού προγράμματος, χωρίς να αποβεί «κραυγαλέα επίδειξη θορυβοποιών», με αντικείμενο την «ιδιόμορφη» γένεση και ανέλιξη του ελληνικού «εμπορικού καπιταλισμού». Με αυτόν τον τρόπο θα εξακριβωθεί πόσο «ενιαία», «ομοιόμορφη», «ομαλή» και χωρίς ρήξεις υπήρξε αυτή η πορεία που δεν ταυτίζεται με τη «μηχανική κίνηση», όπως διατείνονται οι θιασώτες του «χοντροκομμένου κοινωνιολογισμού» ή του «οικονομικού ντετερμινισμού». Η αποτύπωση της κοινωνικής σημασίας των ιδεών που επικράτησαν στην Ελλάδα κατά τη φάση της εξουσίας των «συνασπισμών της αστικής τάξης και των φεουδαλικών υπολειμμάτων» υπονοεί την επαλήθευση του μεθοδολογικού κανόνα της «επιστημονικής ιστοριογνωσίας», δηλαδή του πλέγματος των σχέσεων οικονομίας και ιδεολογίας, χωρίς την εκτροπή σε «απλοϊκούς ντετερμινισμούς» που φαντάζονται συνάφειες «άμεσες» και «προκαθορισμένες».


Το «λογοτεχνικό γεγονός» ειδικότερα αναδύεται ως κοινωνικό προϊόν που διαμεσολαβεί την «ιστορική ολότητα» και ως «έμμεση και διαλεκτική αντανάκλαση» του ιστορικού γίγνεσθαι υπακούει ως προς την καλλιτεχνική της ποιότητα στους «δικούς της νόμους». Η «κριτική εργασία» ανασυγκρότησης των νεοελληνικών σπουδών, που θα υπερκεράσει τον «κορδατισμό» (στη μνεία αυτή ανακαλείται θετικά το σχετικό «εξοντωτικό χτύπημα» του Ζεύγου), θα «επανενσωματώσει» τη λογοτεχνία στον ιστορικό ορίζοντα του ελληνικού έθνους και θα αποτιμήσει με επάρκεια τη συμμετοχή της στην έλευση του «νέου ολικού ανθρώπου». Ευπρόσδεκτη από αυτή τη σκοπιά παραμένει μια «ιστορία των ιδεών» που θα πραγματεύεται τη «διείσδυση, την αφομοίωση, τις εφαρμογές και τα αποτελέσματα στην Ελλάδα της μαρξιστικής μεθόδου, του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού», υπερπηδώντας ταυτόχρονα τα «σκοτάδια της Δεξιάς» και την «ανεπάρκεια» (ή τη σύμφυτη «αυτοϊκανοποίηση») της Αριστεράς.


Ο Ζιούτος για την εκπλήρωση αυτού του ερευνητικού σχεδιασμού εκπονεί ορισμένα μικρότερα μελετήματα (π.χ. για τον σενσιμονισμό έξω από τη Γαλλία) και προγραμματίζει τη συγγραφή ιστορίας του σοσιαλισμού στην Ελλάδα, με ιδιαίτερη έμφαση στην «ουτοπική» της φάση. Ως προς τα ιστορικά συμφραζόμενα αυτής της έρευνας και τη μεθοδολογική της σκευή ενδεικτική είναι η εισαγωγική επισκόπηση του εργατικού κινήματος κατά τον 19ο αιώνα στην Αγγλία, στη Γαλλία και στη Γερμανία, τόσο στην «πρακτική-οργανωτική» του πλευρά όσο και στην «ιδεολογική», που κατατάσσεται στα «βασικά στοιχεία της σύγχρονης εγκυκλοπαιδικής και ανθρωπιστικής μόρφωσης», στο μέτρο που ο «νέος ουμανισμός» δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς το «κοινωνικό (σοσιαλιστικό) περιεχόμενό» του. Στη μονογραφία αυτή όπως και στα συγγενή ιστοριογραφικά του δημοσιεύματα ο Ζιούτος προσπαθεί, ακολουθώντας το μεθοδολογικό υπόδειγμα του Zur Kritik der politischen Okonomie, να επιτύχει τη «σύνθεση της πολιτικής οικονομίας και της φιλοσοφίας», χωρίς ποτέ να ατονήσει το ενδιαφέρον του για τη διερεύνηση της θέσης των «διανοουμένων» μέσα στο ελληνικό «κοινωνικό κίνημα».


* Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.