Τις διαδικασίες για τη διαδοχή του δρομολογεί ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Δημήτρης Μαντζούνης, όπως ο ίδιος έκανε γνωστό στο σώμα των μετόχων της τράπεζας την Παρασκευή κατά τη τακτική γενική τους συνέλευση.
Ο κ. Μανζτούνης βρίσκεται στο «τιμόνι» της Alpha Bank από το 2005, ενώ εφέτος συμπλήρωσε 45 χρόνια εργασίας στην τράπεζα.
Ο ίδιος αναφερόμενος στο ζήτημα της διαδοχής του, τάχθηκε υπέρ της εκλογής διευθύνοντος συμβούλου, που θα προέρχεται από την Alpha Bank.
Όπως είπε χαρακτηριστικά, «το ζήτημα είναι τι τράπεζα θέλουμε να έχουμε. Η απόφαση είναι δύσκολη, η διαδοχή είναι ένα σοβαρό θέμα, το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί με σύνεση».
Και πρόσθεσε πως «θα πρέπει να εξετάσουμε τι ζητάμε χωρίς να βιαζόμαστε και χωρίς κινήσεις που θα μετανιώσουμε. Στην Alpha Bank δεν επιτρέπονται λάθη».
Στο πλαίσιο αυτό σημείωσε ότι «θα δρομολογήσουμε τις διαδικασίες με πνεύμα Alpha Bank», υποστηρίζοντας ότι ο διάδοχός του «θα πρέπει να προέρχεται μέσα από τους κόλπους της τράπεζας».
Ο κ. Μανζτούνης αναφερόμενος στην τρέχουσα συγκυρία τόνισε ότι «η χώρα μας ευρίσκεται σήμερα ενώπιον μίας νέας προκλήσεως: να επανέλθει σύντομα στις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές και να συγκλίνει με τους Ευρωπαίους εταίρους μας».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «η ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας τον Αύγουστο 2018 αναμένεται να σηματοδοτήσει το τέλος μίας μακράς περιόδου αβεβαιότητος. Πρέπει να καταστεί η αφορμή για ταχεία και βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς η χώρα αναμένεται να βελτιώσει σημαντικά τη θέση της ως επενδυτικός προορισμός».
Όπως είπε ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, «η διοχέτευση κεφαλαίων σε παραγωγικές και εξωστρεφείς επενδύσεις θα προσδώσει την αναγκαία ώθηση για τη μεταβολή του παραγωγικού προτύπου της οικονομίας, ώστε εφεξής να στηρίζεται στα αγαθά και στις υπηρεσίες που είναι διεθνώς εμπορεύσιμα».
Επιπλέον, υπογράμμισε ότι «η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων προϋποθέτει τη διαμόρφωση ενός φιλικού περιβάλλοντος προς την επιχειρηματικότητα, την πλήρη εφαρμογή του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και την κάμψη των εμποδίων σε μεταρρυθμίσεις, οι οποίες αποσκοπούν στον περιορισμό της γραφειοκρατίας και στην εύρυθμη λειτουργία των αγορών».
Τέλος, σημείωσε ότι «η αλλαγή του μείγματος δημοσιονομικής προσαρμογής μπορεί να αποτελέσει έναν ακόμη καταλύτη αναπτύξεως μέσω μίας αποφασιστικής φορολογικής μεταρρυθμίσεως που θα περιλαμβάνει χαμηλότερους συντελεστές, απλοποίηση του συστήματος, τη διεύρυνση της φορολογικής βάσεως και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής».