Ενα πρόγραμμα τόνωσης της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας που με τη βοήθεια των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ θα επικεντρώνεται στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και στην καταπολέμηση της ανεργίας, προτίθεται να παρουσιάσει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ-Μανουέλ Μπαρόζο.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής ανέφερε, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε σήμερα στις Βρυξέλλες, ότι συζήτησε τις πτυχές του προγράμματος στη διάρκεια της χθεσινής συνάντησής του με τον Ελληνα πρωθυπουργό κ. Γ. Παπανδρέου και ότι προτίθεται να θέσει το θέμα προς συζήτηση στη σύνοδο κορυφής. Κατά τον πρόεδρο της Επιτροπής η υλοποίηση αυτού του προγράμματος θα μπορούσε να τροχοδρομηθεί με την εφαρμογή σε πρώτη φάση ενός σχεδίου τεχνικής βοήθειας προς την Ελλάδα, της τάξεως του ενός δισ. ευρώ, στο οποίο θα κληθούν να συμβάλλουν όχι μόνο η ΕΕ, αλλά και εκείνα εκ των κρατών μελών της το επιθυμούν.

Στο πλαίσιο του συνολικότερου προγράμματος θα μπορούσε, κατά τον Μπαρόζο, να εξετασθεί η «εμπροσθοβαρής καταβολή των κοινοτικών πόρων», η «στρατηγικότερη χρήση» των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων, ο «καλύτερος συντονισμός των πολιτικών συνοχής», η «επιτάχυνση των διαδικασιών απορρόφησης των κοινοτικών πόρων» και η «αύξηση της απορροφητικής ικανότητας της χώρας». Στόχος της Επιτροπής είναι η επιστροφή της Ελλάδας σε αναπτυξιακή τροχιά το 2013, ανέφερε ο κ. Μπαρόζο.

Αναφερόμενος ειδικότερα στη συνάντησή του με τον κ. Γ. Παπανδρέου, ο πρόεδρος της Επιτροπής χαιρέτισε το κουράγιο του και την αποφασιστικότητά του να προωθήσει άμεσα τις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές. «Αν η Ελλάδα δράσει, εμείς έχουμε σχέδια για να την βοηθήσουμε» τόνισε ο κ Μπαρόζο τονίζοντας ταυτόχρονα ότι πρωτίστως «εναπόκειται στους Ελληνες να δηλώσουν αν θέλουν να σωθούν». Ο πρόεδρος της Επιτροπής ανέφερε ακόμη ότι στην περίπτωση που η Ελλάδα δεν τα καταφέρει οι επιπτώσεις για την Ευρώπη – αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο – θα είναι εξαιρετικά σημαντικές και ότι ο κίνδυνος αυτός, σε συνδυασμό με την ανάγκη επίδειξης της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, θα πρέπει να πείσουν την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη για τη χρησιμότητα της περαιτέρω ενίσχυσης της Ελλάδας. «Είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης η αρωγή στην Ελλάδα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μπαρόζο.

Ερωτηθείς εξάλλου για την πολιτική συναίνεση στην Ελλάδα και για το κατά πόσο η επίτευξή της αποτελεί όρο για τη συνέχιση της παροχής των δανείων της ευρωζώνης και του ΔΝΤ προς την Ελλάδα, ο πρόεδρος της Επιτροπής, αφού σημείωσε ότι «ποτέ δεν είπαμε πως αποτελεί όρο» τόνισε ότι η συναίνεση «είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο για την επιτυχή έκβαση του προγράμματος ανάταξης της ελληνικής οικονομίας».

«Η Ελλάδα βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε μια κρίσιμη καμπή και για το λόγο αυτό χρειάζεται να επιδειχθεί εξαιρετικό κουράγιο», επισήμανε ο Πορτογάλος πολιτικός ο οποίος απηύθυνε εκ νέου έκκληση στις πολιτικές δυνάμεις να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την επίτευξη συναίνεσης προκειμένου να υπάρξει αξιοπιστία στην εφαρμογή του προγράμματος. «Είναι λάθος να υπάρχει η εντύπωση ότι μπορεί να υπάρξει ένα εναλλακτικό σχέδιο στις υφιστάμενες συμφωνίες της ελληνικής κυβέρνησης με την τρόικα», υπογράμμισε ακόμη ο κ. Μπαρόζο επισημαίνοντας ότι η ΕΕ και το ΔΝΤ δεν πρόκειται να χρηματοδοτήσουν κανένα άλλο πρόγραμμα πλην του υφισταμένου.

Εξάλλου, ο Πορτογάλος πολιτικός εξέφρασε την κατανόησή του για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός εξαιτίας του προγράμματος λιτότητας αλλά προσέθεσε ότι η δημοσιονομική εξυγίανση αποτελεί μονόδρομο προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Χαρακτήρισε «κρίσιμη» την σημερινή ψηφοφορία στην ελληνική Βουλή επί της πρότασης εμπιστοσύνης της ελληνικής κυβέρνησης αλλά συμπλήρωσε ότι «η στιγμή της αλήθειας» θα έλθει την επόμενη εβδομάδα, όταν η Βουλή των Ελλήνων κληθεί να υπερψηφίσει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.

Σε ό,τι αφορά, τέλος, την ως σήμερα πορεία του ελληνικού προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, ο Ευρωπαίος πολιτικός ανέφερε ότι ενώ η εφαρμογή του ξεκίνησε «πολύ καλά», στη συνέχεια επήλθε μια μεταρρυθμιστική κόπωση, με αποτέλεσμα στο επίπεδο της μείωσης του ελλείμματος να έχουν καταγραφεί αξιοσημείωτες επιδόσεις (μείωση κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες), αλλά στο πεδίο των διαρθρωτικών αλλαγών και των ιδιωτικοποιήσεων να παρουσιάζεται υστέρηση.