Με παρηγορεί η σκέψη ότι το τραγούδι του Λούτσιο Ντάλα, που σφράγισε τη σύγχρονη μουσική δημιουργία, θα υπάρχει και θα τραγουδιέται πάντα. Θα έχουμε στο βάζο γι’ αυτόν πάντα ένα φρεσκοκομμένο λουλούδι.
Ο Ντάλα είναι για την Ιταλία ένα σύμβολο, όπως είναι το γόνιμο ιταλικό σινεμά, ο καφές εσπρέσο, η βέσπα. Αφηγήθηκε την ιταλική κοινωνία και την πολιτική πραγματικότητα με το ίδιο βάθος που προσεγγίζει κανείς τον έρωτα. Αλλωστε δεν απομόνωνε τον έρωτα στο τραγούδι του. Τον τοποθετούσε μέσα στις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων. Θα ονόμαζα τα τραγούδια του «μικρές όπερες τσέπης», ξεκινώντας από το «Καρούζο».
Μέσα από τα τραγούδια του ο Λούτσιο Ντάλα συμφιλίωσε την Αριστερά με την αστική τάξη. Ηταν ευαίσθητος, πολιτικοποιημένος, μπορώ να πω και ακτιβιστής. Ηταν όμως και καταπληκτικός μελωδιστής. Οι μελωδίες του είναι γενναιόδωρος και ο ίδιος ήταν εξαιρετικός μουσικός. Επαιζε πνευστά, πιάνο, κιθάρα και στα νεανικά του χρόνια είχε δική του ορχήστρα.
Με την Ελλάδα είχε πυκνές σχέσεις. Την αγαπούσε, όπως αγαπούσε και τον Καβάφη. Είχε έρθει για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1960 και είχε παίξει σε ένα κλαμπ της Φωκίωνος Νέγρη. Του άρεσε πολύ η Κεφαλλονιά, όπου ερχόταν τα καλοκαίρια με το σκάφος του.
Συναντηθήκαμε το 1994. Τότε είχα κάνει έναν δίσκο με τον Κουβανό Λίο Μπρόουερ, «Τα τραγούδια του κόσμου», όπου έλεγα μαζί με τον Σαββόπουλο το «Καρούζο». Ο Ντάλα είχε έρθει τότε στην Αθήνα, καλεσμένος του παραγωγού Νίκου Σαχπασίδη. Εξω από ένα δισκάδικο άκουσε το τραγούδι του στη δική μας ερμηνεία. Ζήτησε από τον Νίκο να με γνωρίσει. Με κάλεσε στη Ρώμη και στο Κάπρι και μετά κάναμε μαζί έναν ολόκληρο δίσκο. Τον φιλοξένησα κι εγώ ένα καλοκαίρι.
Εγινε παγκόσμιος τραγουδώντας τη σύγχρονη ιταλική πραγματικότητα και συνδέοντας τη μουσική παράδοση με τα σύγχρονα ακούσματα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ