Το συνέδριο του Εργατικού Κόμματος, που πραγματοποιήθηκε αυτή την εβδομάδα, χαρακτηρίστηκε από την ανάδειξη του ακροδεξιού Reform UK στον κυριότερο αντίπαλο του πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ, αντί των Συντηρητικών. Για τον Στάρμερ δεν ήταν μόνο μια ευκαιρία να παρουσιάσει την κυβερνητική ατζέντα αλλά και μια επείγουσα προσπάθεια να ανακτήσει δυναμική απέναντι σε προκλήσεις τόσο στο εσωτερικό του κόμματος όσο και εκτός.
Οι Εργατικοί μπήκαν στο συνέδριο αποδυναμωμένοι. Μιλώντας στο «Βήμα», ο Πίτερ Σλόμαν, καθηγητής Βρετανικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, αποτύπωσε το κλίμα ανησυχίας.
«Η κυβέρνηση των Εργατικών έπεσε πολύ απότομα στις δημοσκοπήσεις τον περασμένο χειμώνα και πήγε άσχημα στις τοπικές εκλογές του Μαΐου, χάνοντας ιδιαίτερα έδαφος έναντι του Reform UK. Οι Εργατικοί χάνουν επίσης την υποστήριξη των κεντροαριστερών που κλίνουν προς τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες και τους Πράσινους. Ο Στάρμερ δέχθηκε σημαντικά πλήγματα στις αρχές Σεπτεμβρίου, ως αποτέλεσμα της παραίτησης της Αντζελα Ρέινερ (πρώην Νο 2 του κόμματος) και της διαμάχης για τη σχέση του Πίτερ Μάντελσον με τον Τζέφρι Επσταϊν, που οδήγησε στην απομάκρυνση του πρώτου από τη θέση του πρεσβευτή στις ΗΠΑ. Γενικά, υπήρξε έντονη αίσθηση το καλοκαίρι ότι η κυβέρνηση βρισκόταν σε άμυνα απέναντι στις προσπάθειες υποκίνησης αντι-μεταναστευτικού αισθήματος από το Reform UK και άλλες ακροδεξιές ομάδες. Η ομιλία του Στάρμερ ήταν, υποθέτω, μια προσπάθεια να ανακτήσει την πρωτοβουλία. Αντιμετωπίζει επίσης σημαντικές εντάσεις στο εσωτερικό του κόμματος, με τον Aντι Μπέρνχαμ να κινείται ανοιχτά ως πιθανός εναλλακτικός ηγέτης».
Στροφή στην εργατική τάξη
Αντίθετα προς το παρελθόν, στο συνέδριο δεν κυριάρχησαν οι επιθέσεις στους Συντηρητικούς, αλλά η διαρκής εστίαση στον Νάιτζελ Φάρατζ και το Reform UK. Αυτή η στροφή, όπως σημείωσε ο Σλόμαν, αντικατοπτρίζει το μεταβαλλόμενο πολιτικό τοπίο. «Υπάρχει πίεση στον βρετανό πρωθυπουργό λόγω των πρόσφατων δημοσκοπήσεων. Νομίζω ότι το βασικό που πρέπει να καταλάβουμε εδώ είναι ότι το Εργατικό Κόμμα, που παραδοσιακά θεωρούσε τον εαυτό του τον κύριο εκπρόσωπο των ψηφοφόρων της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα στις βιομηχανικές περιοχές της Βόρειας Αγγλίας, των Μίντλαντς και φυσικά της Ουαλίας, βλέπει ότι το Reform πάει πολύ καλά στις περιοχές αυτές – που υποστήριξαν το Brexit το 2016. Στο μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, η στρατηγική στόχευση των Εργατικών ήταν να ξανακερδίσουν έδαφος σε αυτές τις περιοχές».
Η εκλογική απειλή από το Reform είναι πραγματική, υπογράμμισε ο Σλόμαν, φέρνοντας ως παράδειγμα τα αποτελέσματα των πρόσφατων τοπικών εκλογών. «Πολλοί από τους ψηφοφόρους που στόχευαν οι Εργατικοί κατέληξαν τελικά στο Reform UK, το οποίο έχει πραγματικά τρομάξει τμήματα του Εργατικού Κόμματος».
Αν στόχος του Στάρμερ στο συνέδριο ήταν να σταθεροποιήσει την ηγεσία του, ίσως το κατάφερε εν μέρει. Σύμφωνα με τον Σλόμαν, ο πρωθυπουργός «ενίσχυσε τη θέση του, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Αλλά το έκανε χάρη σε μια αρκετά ενδιαφέρουσα κίνηση. Είναι πολύ σαφές ότι έχει αποφασίσει πως στις επόμενες εκλογές οι βασικοί αντίπαλοί του δεν είναι οι Συντηρητικοί αλλά το Reform. Το Συντηρητικό Κόμμα υπήρξε το ισχυρότερο πολιτικό κόμμα στο Ηνωμένο Βασίλειο το μεγαλύτερο μέρος του τελευταίου αιώνα. Και οι Εργατικοί ουσιαστικά λένε ότι οι Τόρις δεν έχουν σχέση με το σήμερα».
Επιστροφή στις παραδόσεις;
Ο Πάτρικ Ντάιμοντ, καθηγητής Δημόσιας Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, είπε στο «Βήμα» ότι αν και το συνέδριο μπορεί να μην αλλάξει τις δημοσκοπήσεις, σηματοδότησε μια στροφή στη ρητορική των Εργατικών. «Δεν νομίζω ότι το συνέδριο θα αλλάξει ουσιαστικά κάτι, επειδή αυτές οι ομιλίες τείνουν να ξεχνιούνται μέσα σε λίγες ημέρες. Αλλά νομίζω ότι ο Στάρμερ έθεσε ένα πλαίσιο γύρω από την αντιπαράθεση των Εργατικών με την πολιτική του Reform το οποίο θα καθορίσει, πιστεύω, το πολιτικό τοπίο τα επόμενα χρόνια».
Κατά τον Ντάιμοντ, η στρατηγική αυτή δεν είναι καινούργια, αλλά αποτελεί επιστροφή σε παλαιότερες παραδόσεις. «Είναι επιστροφή σε μια πιο εργατική προσέγγιση της πολιτικής του κόμματος που επικεντρώνεται σε ζητήματα όπως η εργασία, η ασφάλιση, οι μισθοί, το βιοτικό επίπεδο, δίνοντας έμφαση στη σημασία της βιομηχανικής πολιτικής. Ολα αυτά δείχνουν ότι οι Εργατικοί ξαναβάζουν τους εργαζόμενους στο κέντρο της πολιτικής τους».
Oι αναλυτές προειδοποιούν να μην υπερεκτιμάται η δυναμική του Reform. Η Βικτόρια Χόνεϊμαν, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Λιντς, τόνισε τα θεσμικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν τα μικρά κόμματα. «Το εκλογικό σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου έχει στοιχεία που καθιστούν δύσκολη τη ζωή των μικρών κομμάτων. Ενώ το να κερδίζει έδρες σε τοπικά συμβούλια είναι κάτι που κάνει πολύ καλά το Reform, το να κερδίσει έδρες σε βουλευτικές εκλογές είναι σημαντικά πιο δύσκολο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Reform διαμορφώνει το πολιτικό κλίμα στο Ηνωμένο Βασίλειο γύρω από το ζήτημα της μετανάστευσης, αλλά αυτό απέχει πάρα πολύ από το να πλησιάσει τη νίκη σε γενικές εκλογές».
Το δίλημμα και το στοίχημα
Για ορισμένους, η εστίαση στο Reform αποκάλυψε τις ανησυχίες των Εργατικών. Ο Τζον Τοντζ, από το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, σημείωσε ότι «ήταν εξαιρετικό που ο Στάρμερ – με σχεδόν 400 βουλευτές και τεράστια κοινοβουλευτική πλειοψηφία – αφιέρωσε τόσο μεγάλο μέρος του συνεδρίου του κόμματός του επιτιθέμενος στο Reform – ένα κόμμα με μόλις πέντε βουλευτές. Αυτό αντικατοπτρίζει πόσο φοβούνται οι Εργατικοί τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν το Reform πολύ μπροστά».
Ο δρ Κρίστοφερ Μάσεϊ, του Πανεπιστημίου Teesside, υπογράμμισε την πρόκληση να μετατραπεί η ρητορική σε ορατό αποτέλεσμα. «Το Συνέδριο του Εργατικού Κόμματος ήταν επιτυχές για τον Στάρμερ, αλλά παραμένει η πρόκληση να μετατρέψει τη βελτιωμένη επικοινωνία του σε απτές αλλαγές πολιτικής. Η επικοινωνία των Εργατικών μετά τις εκλογές του 2024 ήταν κακή και είναι εν μέρει ο λόγος για την άνοδο του Reform στις δημοσκοπήσεις. Ο Στάρμερ πρέπει να μετατρέψει τις ιδέες που μοιράστηκε στην ομιλία του για τη μετανάστευση, την εκπαίδευση, τον πατριωτισμό και τον προϋπολογισμό σε συγκεκριμένες πολιτικές που βελτιώνουν τις ζωές και τις προοπτικές των ψηφοφόρων».
