Το να πεις ότι ο Ρικ Οουενς απλώς σχεδιάζει ρούχα θα ήταν υποτίμηση. Είναι καλλιτέχνης που επιστρατεύει την αισθητική ως μέσο για να αφηγηθεί ιστορίες, να προκαλέσει, να διαρρήξει τα όρια της μόδας και να συνθέσει τελετουργίες. Τα fashion shows του δεν είναι απλώς πασαρέλες – είναι επιτελεστικές πράξεις που συχνά παίρνουν θέση απέναντι σε ζητήματα εξουσίας, φύλου, φυλής και κοινωνικού αποκλεισμού.
Αντί για μοντέλα, μαύρες step dancers (για τη γυναικεία κολεξιόν Ανοιξη/Καλοκαίρι 2014, με τίτλο «Vicious»). Αντί για εκτεθειμένα γυναικεία στήθη και γλουτούς, τα ανδρικά γεννητικά όργανα στη φόρα (Μenswear Φθινόπωρο/Χειμώνας 2015, με τίτλο «Sphinx») – εκφάνσεις συλλογικότητας και υπονόμευσης κάθε σύμβασης περί αρρενωπότητας.
Το έργο του είναι μια συνεπής στάση απέναντι σε έναν κόσμο σε κρίση μέσα από μια γλώσσα άμεσα αναγνωρίσιμη: μονόχρωμη παλέτα, με κυρίαρχο το μαύρο και τον χαρακτηριστικό γκρι τόνο «dust» – όπως τον αποκαλεί –, αυστηρές και γλυπτικές γραμμές, υλικά με ένταση και χαρακτήρα, όπως δέρμα, μάλλινα, βαριά jersey και πειραματικά υφάσματα, με θολό το όριο του φύλου στο οποίο απευθύνονται. Με δυο λόγια «dark glamour» ή «glunge» (glamour και grunge).

Ρικ Ουενς. Photo DANIELLE LEVITT
Με περισσότερες από τρεις δεκαετίες δημιουργίας και συνεργασίες με ονόματα όπως Birkenstock, Veja, Champion, Moncler, Converse και Dr. Martens, ο Ρικ Οουενς έχει πια καθιερωθεί ως μία από τις πιο σημαντικές μορφές της σύγχρονης μόδας.
Το 2017, άλλωστε, του απονεμήθηκε το Lifetime Achievement Award από το CFDA (Council of Fashion Designers of America), 16 χρόνια αφότου η Κέιτ Μος φωτογραφιζόταν από την Κορίν Ντέι για τη γαλλική «Vogue» φορώντας ένα από τα δερμάτινα μπουφάν του και έβαζε τον σχεδιαστή στο ραντάρ της σιδηράς Αννας Γουίντουρ και της αμερικανικής αγοράς.
Να το πούμε, γιατί είναι σημαντικό, ότι τα εύσημα ανήκουν και στον κύπριο στυλίστα Πάνο Γιαπάνη, ο οποίος έκανε τη συγκεκριμένη επιλογή όταν, όπως λέγεται, είδε τη δουλειά του Οουενς, διαβάζοντας ένα άρθρο στο περιοδικό «Dutch». Την επόμενη χρονιά, το 2002, θα παρουσίαζε για πρώτη φορά δημιουργίες του στη Νέα Υόρκη.

Αποψη της έκθεσης στο Palais Galliera. Photo ©Palais Galliera
Ντύνοντας τους πάντες, ακόμα και ένα κτίριο
Δεν προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη το γεγονός ότι το Παρίσι τον τιμά με τον πιο κατάλληλο τρόπο: όχι απλώς με μια αναδρομική έκθεση, αλλά με έναν ολόκληρο «ναό». Το Palais Galliera, το Μουσείο Μόδας της Πόλης του Φωτός, φιλοξενεί την τιτλοφορούμενη «Rick Owens, Temple of Love», την πρώτη πλήρη παρουσίαση του έργου του αμερικανού σχεδιαστή στη γαλλική πρωτεύουσα. Μια έκθεση πολυεπίπεδη, θεαματική, με τον ίδιο τον Οουενς σε ρόλο καλλιτεχνικού διευθυντή. Από τις αίθουσες του μουσείου μέχρι την πρόσοψη και τους κήπους, κάθε λεπτομέρεια φέρει το αποτύπωμά του.
Ο τίτλος της έκθεσης δεν είναι τυχαίος. Είναι δανεισμένος από το θρυλικό τραγούδι «Temple of Love» των Sisters of Mercy και συμπυκνώνει την ουσία του κόσμου του Οουενς: μια μυσταγωγία όπου η μόδα, η ποίηση, η πρόκληση, η queer αισθητική και το goth ροκ συνυφαίνονται σε μια σκοτεινή αλλά τρυφερή τελετή.
Και καθώς ακόμα και ένα μουσείο μόδας ή ένας ναός πρέπει να μεταμορφωθεί για να υποδεχθεί τον Οουενς, το Palais Galliera έχει βάλει τα καλά του για την περίσταση. Τα αγάλματα στον εξωτερικό χώρο επενδύονται με κάπες από καφέ παγιέτες – σχέδια και υλικά που μοιάζουν να βγήκαν από κάποιο δικό του catwalk. Στον κήπο, τριάντα µπρουταλιστικά γλυπτά σχεδιασµένα από τον Οουενς, ανάµεσά τους ένα άγαλµα-οµοίωµα του ίδιου να ουρεί σε ένα µεταλλικό αυλάκι.
Γιατί, ναι, ο Ρικ Οουενς έχει πατήσει το πόδι του και στον κόσμο του ντιζάιν, σχεδιάζοντας έπιπλα που είναι η επιτομή του μπρουταλισμού: μινιμαλιστικά, με μεγάλους όγκους και αδρές υφές. Γύρω τους, αμερικανικά φυτά και αναρριχώμενα, μεταφερμένα από την αγαπημένη του Καλιφόρνια, στήνουν μια κρυφή αυλή λατρείας. Στο πωλητήριο οδοντόβουρτσες με τρίχες αγριόχοιρου, μια συνάντηση του σπηλαιανθρώπου με τον μινιμαλισμό. Εν τέλει ένας καλειδοσκοπικός ναός αγάπης, που οραματίστηκε ο ίδιος ο Ρικ Οουενς.

Photo ©PalaisGalliera
Μια ριζοσπαστική ανάγνωση της μόδας
Στο εσωτερικό του μουσείου, η έκθεση ξεδιπλώνει ένα ολόκληρο σύμπαν μέσα από περισσότερα από 100 ενδύματα-τοτέμ, από τις πρώιμες συλλογές του Οουενς στο Λος Αντζελες, όπου τα ρούχα έμοιαζαν κατεστραμμένα, μέχρι τις πιο πρόσφατες, σχεδόν γλυπτικές, ρέουσες δημιουργίες του στο ατελιέ του στο Παρίσι.
«Αν ήμουν συνέχεια μόνο επαναστάτης, δεν θα είχα αντέξει τόσον καιρό. Πρέπει να υπάρχει ένα επίπεδο ποιότητας και εκλέπτυνσης για να εμπιστευθούν οι άνθρωποι αυτό που κάνεις. Και νιώθω ότι έχω δώσει αρκετό από αυτό» έλεγε σε πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό «W» με την αφορμή της έκθεσης. Δίπλα στα ρούχα, παρουσιάζονται χειρόγραφα, βίντεο, εγκαταστάσεις, έργα τέχνης, ένα παζλ που φωτίζει τις πηγές της έμπνευσής του.
Τον κινηματογράφο της δεκαετίας του ’30, με προεξάρχον παράδειγμα το «Metropolis» (1927), τις παραληρηματικές σελίδες του γάλλου συγγραφέα Ζορίς-Καρλ Ουισμάνς (1848-1907) αλλά και τις πλείστες εικαστικές αναφορές. Από τον ονειρικά εκλεπτυσμένο συμβολισμό του Γκιστάβ Μορό και τον ριζοσπάστη Γιόζεφ Μπόις, η αφήγηση εκτείνεται ως τον Στίβεν Παρίνο – εμβληματική φιγούρα της punk-νιχιλιστικής σκηνής της Νέας Υόρκης του ’80, που έσχιζε και παραμόρφωνε τους καμβάδες του σαν πράξη βίας ενάντια στην ίδια την ιδέα της ζωγραφικής.
Ή στον Λάρι Λε Γκάσπι, τον παραγνωρισμένο στυλίστα πίσω από τη διαστημική λάμψη του glam rock των 70s που έντυνε τους Kiss, τις Labelle, την Γκρέις Τζόουνς, την Divine, αλλά έμενε πάντα στο παρασκήνιο. Μάλιστα η κολεξιόν «Larry FW19» του Ρικ Οουενς ήταν αφιερωμένη σ’ εκείνον.
Και βέβαια, η Μισέλ Λαμί είναι παρούσα παντού. Η συνοδοιπόρος, ενορχηστρώτρια και ενεργειακός πυρήνας του σύμπαντος Oουενς εμφανίζεται όχι μόνο μέσα από εικόνες και κοστούμια, αλλά ακόμα και μέσω μιας αναπαράστασης της ταπεινής κρεβατοκάμαράς τους στο πρώτο σπίτι τους στο LA.
Διότι, σημειωτέoν, για ένα φεγγάρι έμειναν και στο Chateau Marmont ύστερα από τη δοκιμασία μιας ένοπλης ληστείας στην οικία τους, το 1992. Οι δυο τους δεν είναι απλώς σύντροφοι ζωής, είναι το concept ενός ζευγαριού, ένα δυναμικό φαινόμενο που δεν χωράει σε καμία πρόβλεψη.
Enter the muse
Η κατά 17 χρόνια μεγαλύτερή του γαλλίδα πρώην δικηγόρος, performer, σχεδιάστρια, είχε ήδη εδραιώσει τον μύθο της στο Λος Αντζελες προτού εκείνος αρχίσει καν να τον ονειρεύεται. Ο Οουενς, μισός Μεξικανός από την πλευρά της μητέρας του, ένα παιδί που μεγάλωσε στο Πόρτερβιλ της Καλιφόρνιας, σε ένα συντηρητικό, αυστηρό περιβάλλον, το οποίο οφειλόταν στον πατέρα του, ήταν ένας νέος με σπουδές στην τέχνη και φρέσκες γνώσεις draping και pattern making από το Los Angeles Trade-Technical College, που σχεδίαζε ρούχα στη Hollywood Boulevard αντιγράφοντας τους μεγάλους σχεδιαστές, προσπαθώντας να βρει τη φωνή του.
Γνωρίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Εκείνη, ήδη θρύλος τότε, είχε δημιουργήσει τη δική της σειρά ρούχων με την επωνυμία Lamy και βασίλευε στην εναλλακτική νύχτα του LA, όπου είχε προσγειωθεί από τη Γαλλία το 1977.
Εκείνος, ακόμα στο περιθώριο, έγινε μέλος της ομάδας της. Η Λαμί τον προσέλαβε, και αυτό που ξεκίνησε ως επαγγελματική συνεργασία εξελίχθηκε σε μια σχέση που είναι πλέον μυθολογία μόδας και τέχνης. Μαζί έχτισαν έναν κόσμο κοινής αισθητικής: ένα κράμα θεατρικότητας, φιλοσοφικού goth και brutalist ποίησης.
Εκείνη, με τα βαμμένα μαύρα δάχτυλα από ιαπωνική φυτική βαφή, τα χρυσά δόντια στολισμένα με διαμάντια και τη χαρακτηριστική γραμμή στο μέτωπο – την οποία σχεδιάζει κάθε πρωί με eyeliner για να «παραμένει προσγειωμένη» –, μοιάζει να έχει βγει από άλλη διάσταση. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι κατάγεται από βεδουίνικη φυλή. Αλλοι, ότι μεγάλωσε με λύκους.
Κάποιοι πιο τολμηροί λένε πως είναι μια μάγισσα 1.600 ετών, ζωντανή χάρη σε μαύρη μαγεία. Η ίδια βάζει τα πράγματα στη θέση τους και παραδέχεται πως στα 17 της, σε ένα ταξίδι στη Βόρεια Αφρική, μαγεύτηκε από μια γυναίκα γεμάτη τατουάζ και κοσμήματα και εκεί φυτεύτηκε ο σπόρος αυτής της ιδιοσυγκρασιακής εικόνας που χρόνια μετά την κατέστησε την απόλυτη ταλισμάνο της μόδας.
Ο bisexual Οουενς, από την άλλη, μεγάλωσε με το «The Rocky Horror Picture Show» και όπως έχει δηλώσει παλαιότερα στον βρετανικό Τύπο «πονούσε σωματικά από την επιθυμία να ανήκει σε εκείνη την παρέα των εύθυμων εκλύτων». Οχι μόνο το κατάφερε αλλά δεν απομακρύνθηκε ποτέ από αυτή την «παρέα». Μαζί με τη Λαμί ίδρυσαν το 2004 την Owenscorp και δύο χρόνια μετά παντρεύτηκαν.
Είχαν ήδη μετακομίσει στο Παρίσι από το Λος Αντζελες, σε ένα κτίριο όπου παλαιότερα διατηρούσε γραφείο ο Φρανσουά Μιτεράν, το οποίο μοιάζει με gothic καταφύγιο ή σκηνικό από κάποιο έργο του Μπατάιγ. Εκείνη κάνει boxing installations στο Selfridges και μυστικιστικές παρεμβάσεις τέχνης, όπως στην Μπιενάλε Βενετίας το 2016, ενώ εκείνος πολύ πρόσφατα προχώρησε στην απρόσμενη κίνηση να ανοίξει OnlyFans, ανεβάζοντας φωτογραφίες των ποδιών του.
Αν μη τι άλλο συνεπές και ταιριαστό με τη δηλωμένη πρόθεσή του ότι ήθελε πάντα να είναι ένα εκκεντρικό «footnote» στην ιστορία της μόδας. Ο ίδιος το συνοψίζει ως εξής: «Τα ρούχα που δημιουργώ είναι η αυτοβιογραφία μου: η γαλήνια κομψότητα που επιδιώκω και τα σημάδια της διαδρομής μου. Είναι μια εξομολόγηση τρυφερότητας και πληγωμένης ματαιοδοξίας, μια εφηβική εξιδανίκευση που οδηγείται, αναπόφευκτα, στην ήττα της».
INFO «Rick Owens: Temple of Love»: Palais Galliera, Παρίσι, έως τις 4 Ιανουαρίου 2026.