Στην ιστορία του θεάματος, κάποιοι ηθοποιοί έχουν υπάρξει απλώς άτυχοι και κάποιοι άλλοι επιεικώς αυτοκαταστροφικοί. Από αυτούς, στη δεύτερη κατηγορία, ορισμένοι στην πορεία έβαλαν μυαλό και τη γλίτωσαν – ο Χοακίν Φίνιξ αποτελεί μια τέτοια περίπτωση. Αλλοι, πάλι, όχι. Στα πρόσφατα παραδείγματα των επιμελώς… αυτοκαταστροφικών ένας που έρχεται αμέσως στο μυαλό είναι ο Σάια Λαμπάφ, πάντοτε εριστικός και προβληματικός τόσο στα γυρίσματα των ταινιών του όσο και εκτός πλατό.
Ποιον άλλον λόγο θα χρειάζονταν τα μεγάλα στούντιο για να τον απομακρύνουν; Και ύστερα υπάρχει και ο Αστον Κούτσερ, ο οποίος, ενώ επίσης τον τελευταίο καιρό έχει περιθωριοποιηθεί, από μόνος του αποτελεί μια κάπως αξιοπερίεργη και ανεξήγητη κατηγορία. Γιατί, πραγματικά, στην περίπτωση του Κούτσερ τα πράγματα είναι κάπως πιο περίπλοκα.
Οι ταπεινές καταβολές και το όραμα
Παιδί ακόμα, έξι-επτά χρόνων περίπου, και ενώ μεγάλωνε στην Αϊοβα (είναι γεννημένος στις 7 Φεβρουαρίου 1978), ο Αστον Κούτσερ θαύμαζε ένα γειτονόπουλό του, περίπου στην ίδια ηλικία με εκείνον. Ηταν ένα αγοράκι που από ό,τι φαίνεται έφερνε λίγο στον Κύρο Γρανάζη, το καρτούν του Καρλ Μπαρκς για την Disney. Εκείνη την εποχή, στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η εταιρεία παιχνιδιών Duncan κατασκεύαζε εξαρτήματα για παιδιά τα οποία πίστευαν ότι μπορούσαν να τα αξιοποιήσουν. «Ο τύπος μπορούσε να κατασκευάσει το οτιδήποτε από το οτιδήποτε, γιατί πραγματικά πίστευε ότι μπορούσε» θυμόταν αργότερα ο Κούτσερ για τον γείτονά του, που θαύμαζε πολύ. Και αν πολλές από τις κατασκευές εκείνου του παιδιού ήταν άχρηστες, αυτό για τον μετέπειτα ηθοποιό δεν είχε και τόση σημασία. Σημασία είχε ότι από πολύ μικρός ο Αστον Κούτσερ αντιλήφθηκε πως άπαξ και έχεις κάποιο όραμα, μια ιδέα, οτιδήποτε, η υλοποίησή της μπορεί και να μην είναι, τελικά, μια τόσο δύσκολη διαδικασία. «Εφόσον υπάρχει όραμα, η επίτευξη του στόχου κάποια στιγμή θα έρθει».
Ο Αστον Κούτσερ είχε επίσης όραμα και, όσο παράξενο και αν φαίνεται, όλα ξεκίνησαν σε εκείνα τα καλαμποκοχώραφα της Αϊοβα όπου μεγάλωσε χωρίς πολλές πολυτέλειες. Ως έφηβος, αντιλήφθηκε ότι το παράστημα και η γοητεία του θα μπορούσαν να του προσφέρουν μια ευκαιρία στο μόντελινγκ. Τα κατάφερε. Αποχαιρέτησε τις πανεπιστημιακές σπουδές (στη Βιοχημική Μηχανική) για τα έξοδα των οποίων έως και το δικό του πλάσμα αίματος πουλούσε – σε τόσο μεγάλη ανάγκη βρισκόταν. Εδώ είναι που το πράγμα σοβαρεύει: πολύ σύντομα αποφάσισε να ρισκάρει και στην υποκριτική. Και πάλι πέτυχε. Πήρε τον ρόλο του μισαλλόδοξου αλλά αξιαγάπητου Μάικλ Kέλσο στη σειρά «That 70s Show» (1998-2006) και κατάφερε να κάνει το μεγάλο «μπαμ». Το κοινό ξετρελάθηκε μαζί του.
Οπως οι περισσότεροι όμορφοι ηθοποιοί που έχοντας ξεκινήσει από την τηλεόραση θέλουν να περάσουν και στον κινηματογράφο, έτσι και ο Κούτσερ αρχικά ήταν ένας ακόμα σταρ ρομαντικών κωμωδιών. Ξεκίνησε παίζοντας τρίτους ρόλους σε ξεχασμένες σήμερα ταινίες («Coming Soon» το 1999, «Κορίτσι για φίλημα» το 2000) και σύντομα προήχθη σε πρωταγωνιστή παίζοντας στα «Παντρευτείτε, χωρίστε, τελειώσατε!» και «Η κόρη του αφεντικού» το 2003. Την ίδια χρονιά πέρασε και στην παραγωγή, με το τηλεοπτικό reality show του MTV «Punk’d», στο οποίo ήταν επίσης παρουσιαστής για τις πρώτες οκτώ (από τις συνολικά δέκα) σεζόν. Εν τω μεταξύ, το 2004 αποφάσισε να πειραματιστεί με κάτι εντελώς διαφορετικό, με το ψυχολογικό, μεταφυσικό θρίλερ «Το φαινόμενο της πεταλούδας», που μια σχετική αίσθηση την έκανε.
Ο γάμος με την Ντέμι Μουρ και οι επιχειρήσεις
Εναν χρόνο αργότερα, το 2005, ο Κούτσερ έκανε τον πρώτο του γάμο, με την ηθοποιό Ντέμι Μουρ, η οποία είναι μεγαλύτερή του κατά 15 χρόνια. Η σχέση πήγαινε καλά και η Μουρ, ως μεγαλύτερο όνομα, φαίνεται ότι τον βοήθησε αρκετά στην καριέρα του. Μάλιστα, το 2009 το ζευγάρι ίδρυσε το DNA Foundation (μετέπειτα Thorn: Digital Defenders of Children), έναν μη κερδοσκοπικό, μη κυβερνητικό οργανισμό με στόχο τη διεθνή καταπολέμηση της παιδικής σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Η πρώτη τους καμπάνια είχε τον τίτλο «Real Men Don’t Buy Girls».

Την ίδια χρονιά, το 2011, ο Κούτσερ αποφάσισε να δοκιμάσει περισσότερο τις υποκριτικές του δυνάμεις όταν έπεσε στα χέρια του το σενάριο της ταινίας «Jobs» (2013), βασισμένο στη βιογραφία του Στιβ Τζομπς, της μεγαλοφυΐας πίσω από τον τεχνολογικό κολοσσό της Apple (το 2011 ο Τζομπς έφυγε από τη ζωή από καρκίνο, σε ηλικία μόλις 56 ετών). Ο Κούτσερ ρούφηξε το σενάριο σε μία μόλις ημέρα και αποφάσισε να προχωρήσει στην ταινία, η οποία όμως είχε μια μέτρια πορεία στα ταμεία και παραμένει μεγάλο πλήγμα στην καριέρα του.
Η ειρωνεία είναι ότι ο Κούτσερ, o οποίος διαθέτει υψηλότατο IQ, επρόκειτο να μπει στ’ αλήθεια στα χωράφια του… Τζομπς, στον κόσμο της τεχνολογίας. Επενδύοντας την κατάλληλη στιγμή σε νεοσύστατες επιχειρήσεις όπως η Uber, το Spotify και η Airbnb πολύ προτού βρεθούν στο σημείο που όλοι σήμερα γνωρίζουμε, ο Κούτσερ κατάφερε να πολλαπλασιάσει τα χρήματα που είχε κερδίσει από το Χόλιγουντ, μετατρέποντας ένα κεφάλαιο 30 εκατ. δολ. σε 250 εκατ. δολ.! Η δημοτικότητά του ήταν τέτοια που ήδη το 2009 κατάφερε να γίνει ο πρώτος σταρ του Χόλιγουντ με 1.000.000 ακολούθους στο Twitter!

Η αρχή της κρίσης
Eνώ όμως μαζί με την Ντέμι Μουρ ο Κούτσερ είχε κτίσει την εικόνα ενός πρότυπου «celeb power couple», δύο χρόνια μετά την ίδρυση του DNA Foundation το ζευγάρι χώρισε. Ξαφνικά ένα πιο σκοτεινό πρόσωπο του Αστον Κούτσερ άρχισε να βγαίνει προς τα έξω. Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία της Μουρ με τίτλο «Inside Out», η ηθοποιός έμεινε έγκυος στα 42 της χρόνια – μάλιστα με τον Κούτσερ είχαν ήδη αποφασίσει για το όνομα που θα έδιναν στο μωρό – αλλά απέβαλε σχεδόν στον έκτο μήνα της κύησης. Η θλίψη της ηθοποιού για την απώλεια του παιδιού τους την ώθησε στις καταχρήσεις την ώρα που ο Κούτσερ, σύμφωνα με φήμες, όχι μόνο δεν στάθηκε δίπλα της, αλλά αργότερα έφτασε στο σημείο να φέρει μια νεαρή γυναίκα 21 ετών – συνομήλικη μίας από τις κόρες της Μουρ με τον Μπρους Γουίλις – στο σπίτι τους ενώ εκείνη έλειπε.

Το 2015 ο Κούτσερ παντρεύτηκε την (πέντε χρόνια νεότερή του) ηθοποιό Μίλα Κούνις που είχε γνωρίσει στη σειρά «That 70s Show» και με την οποία έχει αποκτήσει δύο παιδιά. Ενώ πολλά φημολογούνται για την «προβληματική» σχέση τους, εξακολουθούν να είναι μαζί.
Πριν από τρία χρόνια, το 2022, ο Κούτσερ αποκάλυψε ότι πάσχει από μια σπάνια αυτοάνοση πάθηση, την αγγειίτιδα (vasculitis), μια σοβαρή διαταραχή που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή των αιμοφόρων αγγείων. Οι ειδικοί λένε ότι είναι αρκετά δύσκολο να διαγνωστεί. Σύμφωνα με τον ίδιο, η στάση ζωής, η σωματική εργασία και, όταν δεν ήξερε τι άλλο να κάνει, η εμπιστοσύνη του στον Θεό τον βοήθησαν να ξεπεράσει τον πόνο που ένιωθε μετά τη διάγνωση.
Η πάθησή του εύλογα τον απομάκρυνε από την υποκριτική, την ώρα που και ο χωρισμός του από την Ντέμι Μουρ πρέπει να έπαιξε κάποιον ρόλο στη μετέπειτα πορεία της καριέρας του. Οσο η Μουρ, που κάποτε και για κάποιους έδειχνε «καμένο χαρτί», έβλεπε την καριέρα της να εκτοξεύεται και πάλι στην κορυφή (με απόγειο την πρόσφατη επιτυχία της ταινίας «The Substance – Το Ελιξίριο της Νιότης» που φέτος την οδήγησε για πρώτη φορά στις υποψηφιότητες των Οσκαρ) τόσο ο Κούτσερ έμενε πίσω.
Και αυτή είναι η αλήθεια, γιατί εδώ και χρόνια η προσωπική ζωή και οι (επιτυχημένες) επιχειρηματικές δραστηριότητες του Αστον Κούτσερ απασχολούν πολύ περισσότερο τη δημοσιότητα από ό,τι η δουλειά του στην υποκριτική. Πριν από δύο χρόνια βγήκε ακόμα μία ρομαντική κομεντί του, με τίτλο «Your Place or Mine» (στην οποία πρωταγωνιστεί με την οσκαρική Ρις Γουίδερσπουν), αλλά ελάχιστοι, πέρα από τις πλατφόρμες, ασχολήθηκαν, αφού η ταινία δεν προοριζόταν για τις αίθουσες…
