Ανησυχούμε για τα ιατρικά λάθη; Η επικαιρότητα έρχεται συχνά για να τροφοδοτήσει το «ναι», με τα στοιχεία ελληνικών αλλά και ευρωπαϊκών ερευνών να φέρνουν 7 στους 10 Ελληνες και Ελληνίδες να δηλώνουν ότι φοβούνται μια ιατρική διάγνωση και τα αποτελέσματα που αυτή θα έχει.
Χιλιάδες ιατρικά λάθη καταγγέλλονται στη χώρα μας ετησίως, ενώ πρόσφατα η ελληνική κοινωνία συγκλονίστηκε από το περιστατικό της λανθασμένης μετάγγισης σε ασθενή στο Τζάνειο, αλλά και τα νεκρά βρέφη αμέσως μετά τον τοκετό στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο Ηρακλείου και τις γυναίκες που παρουσίασαν σοβαρές επιπλοκές στην υγεία τους και αναπηρία.
Οι περιπτώσεις που καταγράφει η έρευνα δεν είναι λίγες. Μεταξύ αυτών, η 58χρονη σήμερα Ε. Σ., πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος σε γνωστό επιχειρηματικό όμιλο, διηγείται στο «Βήμα» πώς βίωσε πριν από μερικά χρόνια μία από τις χειρότερες εμπειρίες της ζωής της.
Οπως διηγείται, ένα ύποπτο εύρημα σε μαστογραφία οδήγησε σε μια γρήγορη επέμβαση, κατά τη διάρκεια της οποίας η ταχεία βιοψία από την παρούσα παθολογοανατόμο διαπιστώνει κακοήθεια. Γίνεται μερική αφαίρεση μαστού και στη συνέχεια συστήνεται φαρμακευτική αγωγή.
Η ασθενής απευθύνεται σε νοσοκομείο της Βοστώνης, όπου μεταβαίνει απαιτώντας από την ιδιωτική κλινική που έκανε την επέμβαση την τελική ιστολογική εξέταση αλλά και το πρωτογενές υλικό που αναλύθηκε. Το αμερικανικό νοσοκομείο της αναφέρει πως το δείγμα που τους έδωσε δεν ήταν δικό της και άρα και η διαγνωστική και θεραπευτική διαδικασία ήταν λάθος!
Η συγκεκριμένη περίπτωση ιατρικού λάθους κάθε άλλο παρά μοναδική είναι. Οχι μόνο στην Ελλάδα αλλά διεθνώς. Να επισημάνουμε ότι η υπόθεση που προαναφέρθηκε δεν έφθασε καν στα δικαστήρια καθώς υπήρξε συμβιβασμός.
Ωστόσο, τουλάχιστον μία υπόθεση ιατρικού λάθους φθάνει καθημερινά σε μια δικαστική αίθουσα, με τον αριθμό αυτών να αποτελεί τουλάχιστον το 1% των συνολικών υποθέσεων που εισέρχονται ενώπιον της Δικαιοσύνης. Μάλιστα για την τελική απόφαση των δικαστηρίων σε αντίστοιχες υποθέσεις χρειάζεται κατά μέσο όρο μια επταετία!
Ποια ιατρικά σφάλματα
Κραυγαλέες περιπτώσεις ιατρικών λαθών βλέπουν τακτικά το φως της δημοσιότητας. Βρέφος σε επαρχιακή πόλη μεταφέρεται με συμπτώματα ίωσης και από λάθος τοποθέτηση ορού βρίσκεται με σοβαρή βλάβη στο χέρι. Γυναίκα στη Θεσσαλονίκη υποβάλλεται σε μαστεκτομή για να αποδειχτεί τελικά ότι δεν έπασχε από καρκίνο (περίπτωση αντίστοιχη με εκείνη που προαναφέρθηκε). Γυναίκα στην Αθήνα αναγκάζεται σε δεύτερη επέμβαση μετά από κοιλιοπλαστική καθώς από λάθος καταμέτρηση των γαζών που χρησιμοποιήθηκαν δεν διαπιστώθηκε ότι μία είχε ξεχαστεί μέσα στο σώμα της…
Κάθε χρόνο χιλιάδες περιπτώσεις ιατρικών σφαλμάτων οδηγούν τους παθόντες και τους συγγενείς τους στα δικαστήρια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο όρος «ιατρικό λάθος» ή «σφάλμα» έχει συζητηθεί πολλές φορές όσον αφορά τη νομική του διάσταση. Τα ιατρικά σφάλματα μπορούν να χωριστούν σε κατηγορίες όπως σφάλματα στη διάγνωση, τη θεραπεία και την πρόληψη.
Οπως λέει στο «Βήμα» ο πρώην υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης, ο οποίος ως δικηγόρος ειδικεύεται σε περιπτώσεις αγωγών για ιατρικά λάθη, «πολλά λάθη αφορούν συστημικά προβλήματα, δηλαδή προβλήματα τα οποία υπάρχουν στο νοσοκομείο, όπως για παράδειγμα όσα συμβαίνουν σε συνθήκες δύσκολης εφημερίας. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που ο ασθενής δεν αποδίδει ευθύνη στον γιατρό αλλά στον τρόπο λειτουργίας του νοσοκομείου και στις ελλείψεις του. Οταν δηλαδή δεν υπάρχει κάποιο απαραίτητο μηχάνημα ή όταν αυτό δεν λειτουργεί, όταν δεν υπάρχει διαθέσιμη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας» συνεχίζει. «Και όλο αυτό έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια καθώς είναι επακόλουθο της οικονομικής κρίσης. Να σημειώσω δε ότι το 70% και πλέον των περιπτώσεων αφορά διαχείριση περιστατικών που έφθασαν στα Επείγοντα».
Καθυστέρηση στην εκδίκαση
Οπως εξήγησε σε πρόσφατη ημερίδα του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ) ο Χριστόφορος Λινός, πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών, «αν και δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία τα οποία αφορούν περιπτώσεις αγωγών ιατρικής ευθύνης λόγω του μεγέθους του δικαστηρίου και της περιοχής που έχει στην ευθύνη του – Αττική –, παρατηρείται ότι σε κάθε πινάκιο ενοχικού δικαίου που εγγράφονται οι αγωγές από δικαιοπραξία μία εξ αυτών αφορά υπόθεση ιατρικής αμέλειας».
Σχολιάζοντας στο «Βήμα» τις σχετικές εκτιμήσεις, ο νομικός σύμβουλος του ΠΙΣ Ευάγγελος Κατσίκης αναφέρει ότι «οι υποθέσεις ιατρικής ευθύνης είναι περίπου το 6% των πινακίων του ενοχικού, δηλαδή ένα πάρα πολύ μεγάλο νούμερο, καθώς μπορεί να μην υπάρχουν συγκεκριμένα νούμερα αλλά αυτές οι (αστικές) υποθέσεις είναι χιλιάδες. Οι υποθέσεις ιατρικής ευθύνης εκτιμώνται λοιπόν στο 6% των αστικών υποθέσεων και κάνοντας αναγωγή στο σύνολο των δικαστικών υποθέσεων καταλήγουμε στην εκτίμηση ότι είναι το 1%-1,5% του συνόλου των υποθέσεων, οι οποίες είναι εκατοντάδες χιλιάδες! Στην Αθήνα σχεδόν κάθε μέρα δικάζεται μια τέτοια περίπτωση».
Σύμφωνα επίσης με τον ίδιο, εφόσον κριθεί ότι είναι νόμιμη η αγωγή, αποτελεί σχεδόν μονόδρομο για τον δικαστή να θέσει σε πραγματογνώμονα τη σύσταση πραγματογνωμοσύνης.
Εδώ δημιουργείται μια σειρά δυσκολιών, επισημαίνει ο κ. Λινός. Ποιον γιατρό θα ορίσει ο δικαστής ως πραγματογνώμονα; Ποια είναι τα κατάλληλα ερωτήματα τα οποία θα πρέπει να θέσει ο δικαστής στον πραγματογνώμονα για να φωτιστούν οι πτυχές της υπόθεσης; Θα συνεργαστούν οι διάδικοι με τον πραγματογνώμονα; Θα ανταποκριθεί ο τελευταίος στις απαιτήσεις του δικαστηρίου; Οι διάδικοι θα μπορέσουν να καλύψουν το κόστος ώστε να γίνει η πραγματογνωμοσύνη; Και τέλος, το αποτέλεσμα της πραγματογνωμοσύνης θα είναι αξιόπιστο;
Απόφαση στην επταετία
Ολη η παραπάνω κατάσταση προκαλεί μια δραματική καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των υποθέσεων, η οποία μπορεί να διαρκέσει πολλά χρόνια. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα τα οποία συγκέντρωσε και δημοσιοποίησε από την περιοχή της Βόρειας Ελλάδας η Σοφία Μαντζακίδου, πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Θεσσαλονίκης και διευθύντρια Κατάρτισης και Επιμόρφωσης Δικαστικών Υπαλλήλων Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.
Με βάση την εμπειρία της αναφέρει: «Στα ποινικά δικαστήρια η τελεσίδικη απόφαση βγαίνει στην επταετία. Χρειάζονται 4-5 χρόνια για να ολοκληρωθεί η προδικασία και από εκεί και μετά θέλει άλλα δύο χρόνια ώσπου να βγει η οριστική ποινική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου και μετά άλλον ένα χρόνο να τρέχουμε ασθμαίνοντας στο εφετείο για να προληφθούν τα όρια της παραγραφής. Αυτό που καθυστερεί λοιπόν είναι η προδικασία (προανάκριση, εξέταση μαρτύρων κ.λπ.) και όχι το δικαστήριο. Να σημειώσω δε ότι ενώ σε πρωτοβάθμιο επίπεδο το 60%-70% των υποθέσεων έχει καταδικαστική απόφαση, τελικά στο εφετείο το 50% είναι αθωωτικές».
Προκειμένου να περιοριστούν όλες αυτές οι χρονοβόρες διαδικασίες οι οποίες ταλαιπωρούν τους ασθενείς που προσπαθούν να δικαιωθούν, αλλά και τους γιατρούς που αντιμετωπίζουν τις αγωγές, οι εκπρόσωποι της ιατρικής κοινότητας ζητούν σε πρώτη φάση την καταγραφή των περιστατικών ώστε να υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα του αριθμού αλλά και ανάλυση των περιστατικών ώστε να μην επαναλαμβάνονται.
Επίσης έχουν προτείνει τη δημιουργία ειδικής επιτροπής που να απαρτίζεται από μέλη υψηλού κύρους και ανεξαρτησίας με σκοπό την έκδοση πορισμάτων γρήγορα και αξιόπιστα και την εξέταση της υπόθεσης από ιατρικής σκοπιάς διευκολύνοντας και το έργο δικαστών και πραγματογνωμόνων.
Τα στοιχεία
- 6% των υποθέσεων στα αστικά δικαστήρια αφορούν αγωγές για ιατρική αμέλεια.
- 70% των ιατρικών σφαλμάτων που καταγγέλλουν οι ασθενείς προκαλούνται στα Τμήματα Επειγόντων των νοσοκομείων.
- 7 χρόνια διαρκεί συνήθως η όλη διαδικασία μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την αγωγή για ιατρικό σφάλμα.
