«Γυμνή» μπροστά στις καταστροφές που επέφεραν οι φωτιές είναι η αττική γη. Μετά τον πύρινο εφιάλτη, οι κάτοικοι στα βόρεια, δυτικά και ανατολικά του νομού, αλλά και στις κατάντη περιοχές που κάηκαν βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωποι με τον φόβο των μετεωρολογικών προγνώσεων. Γιατί οι καταιγίδες θα φέρουν πλημμύρες. Και το ζητούμενο είναι εάν τα έργα συγκράτησης του νερού θα έχουν ολοκληρωθεί εγκαίρως πριν από τις πρώτες βροχές και θα είναι ικανά να αποτρέψουν τους όγκους των υδάτων από τις ανοχύρωτες πόλεις. Αλλωστε και πριν από τις πυρκαγιές, τα ρέματα της περιοχής με δυσκολία συγκρατούσαν τα νερά, καθώς σε πολλά σημεία τους έχουν καταπατηθεί από την ανεξέλεγκτη δόμηση, αλλά και από δημόσιες υποδομές. «Το Βήμα» μίλησε με τον ομότιμο καθηγητή του ΕΜΠ κ. Γιώργο Τσακίρη, ιδρυτή και επιστημονικό διευθυντή για δώδεκα χρόνια του Κέντρου Εκτίμησης Φυσικών Κινδύνων και Προληπτικού Σχεδιασμού, ο οποίος λόγω της μεγάλης εμπειρίας του στην αξιολόγηση φυσικών καταστροφών αλλά και στον σχεδιασμό υδραυλικών και εγγειοβελτιωτικών έργων εκλήθη από τους τοπικούς φορείς στις πληγείσες περιοχές του Λεκανοπεδίου για να εκτιμήσει την κατάσταση και να προτείνει λύσεις. Κύριε Τσακίρη, το τελευταίο διάστημα επισκεφθήκατε επανειλημμένως και μελετήσατε τις καμένες περιοχές στην Αττική. Ποια είναι η εικόνα που έχετε για τον κίνδυνο πλημμυρών; «Με τις καταστροφικές πυρκαγιές ο κίνδυνος των πλημμυρών ενισχύθηκε στις κατάντη των καμένων εκτάσεων περιοχές. Στους δήμους Αχαρνών (Βαρυμπόμπη, Θρακομακεδόνες), Ωρωπού (Αφίδνες, Ιπποκράτειος Πολιτεία, Δροσοπηγή), Κηφισιάς (Αδάμες) και Διονύσου (Κρυονέρι) η κατάσταση είναι αποκαρδιωτική. Νομοτελειακά αναμένονται τα επόμενα χρόνια σημαντικές πλημμύρες σε διάφορα σημεία των ρεμάτων». Υπάρχουν κάποιες περιοχές που σας προβλημάτισαν ιδιαίτερα; «Από όλα τα ρέματα που εξετάσαμε θα αναφέρω μόνο μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα, για να μην κουράσω διότι είναι πολλά. Οπως το ρέμα Χάραδρος που μετά την ένωση των δύο κλάδων του μπαίνει στον ιστό του χωριού, στις Αφίδνες, χωρίς διαμορφωμένες διατομές διασχίζοντας δρόμους όπου τα τεχνικά διάβασης του ρέματος κάτω από το οδόστρωμα είναι εντελώς ανεπαρκή και με δυσδιάκριτο ίχνος, με συνέπεια να μην είναι εμφανής η διαδρομή του ρέματος. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, κατά την αυτοψία διαπίστωσα ότι η διαδρομή του ρέματος περνά δίπλα από σπίτια, ακόμη και από μεγάλα σχολεία. Στην είσοδο του Κρυονερίου το ρέμα τέμνει τον δρόμο και διέρχεται, όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, με ένα υποτυπώδες τεχνικό διάβασης για τη διέλευση των υδάτων, με όλη την ανάντη λεκάνη της περιοχής της Δροσοπηγής να είναι καμένη. Οσο για τα ρέματα της Βαρυμπόμπης, και εκείνα τέμνονται με κύριους δρόμους, από τους οποίους μάλιστα διέρχονται καθημερινά μεγάλα οχήματα, μεταξύ των οποίων και σχολικά. Και εκεί τα υφιστάμενα τεχνικά διάβασης των ρεμάτων είναι ανεπαρκή, όπως επίσης και οι γέφυρες, και χρήζουν άμεσης ανακατασκευής. Το ίδιο σκηνικό, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, παρατηρείται σε πολλά σημεία σε όλα τα ρέματα των συγκεκριμένων περιοχών. Μάλιστα, σε ορισμένα από αυτά, σημαντικά τμήματα των ρεμάτων έχουν καταπατηθεί από διαφόρων ειδών κτίσματα. Προκύπτει λοιπόν αβίαστα η ανάγκη για συγκράτηση και ρύθμιση των πλημμυρικών ροών στο υδρογραφικό δίκτυο της καμένης περιοχής για την αντιπλημμυρική προστασία των κατάντη περιοχών. Πάντως, οι ανησυχίες δεν περιορίζονται μόνο στις κοντινές περιοχές. Τις προηγούμενες ημέρες, οι δήμαρχοι Νίκαιας – Αγ. Ιωάννη Ρέντη, Μοσχάτου – Ταύρου και Πειραιά συντονισμένα με επιστολή τους προς τους επικεφαλής των συναρμόδιων υπουργείων εστίασαν στους κινδύνους πλημμυρικών φαινομένων στο νότιο τμήμα του Λεκανοπεδίου. Μεταξύ άλλων, ζητούν άμεση κατασκευή έργων ανάσχεσης των υδάτων στα υψηλά σημεία του Κηφισού. Η ανησυχία των κατάντη περιοχών του Κηφισού είναι κατανοητή διότι η επιβάρυνση σε όλες τις λεκάνες που τελικά συμβάλλουν στον Κηφισό έχουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα όσον αφορά τις πλημμυρικές παροχές του Κηφισού, ο οποίος έχει σχεδιαστεί με παροχετευτικότητα που έχει πια ξεπεραστεί από τον χρόνο. Η άποψη των δημάρχων των νοτίων προαστίων βρίσκεται στην ίδια γραμμή με τις επιστημονικές απόψεις που ουσιαστικά αναφέρονται στη συγκράτηση των πλημμυρικών ροών στις ανάντη λεκάνες που συμβάλλουν στον Κηφισό. Είναι άλλωστε γνωστό ότι τα ρέματα στις περιοχές που κάηκαν φέτος – εκτός ελαχίστων που καταλήγουν στη λίμνη του Μαραθώνα – επηρεάζουν τις πλημμυρικές παροχές του Κηφισού». Ποιες είναι οι προτάσεις σας για τη μείωση του πλημμυρικού κινδύνου τα επόμενα έτη; «Πολλά θα μπορούσαν να γίνουν για να λειτουργήσουν αποδοτικά τα υδρογραφικά δίκτυα, να μην κινδυνεύσουν ζωές και να αποφευχθούν καταστροφικές πλημμύρες κυρίως σε οικισμούς αλλά και σε αγροτικές εκτάσεις. Εχοντας ως βασική παράμετρο τον χρόνο, θα έλεγα ότι μετά την απομάκρυνση όλων των καμένων δέντρων και αντικειμένων, τα οποία μπορούν εύκολα να μεταφερθούν προς κατάντη περιοχές με τα πλημμυρικά νερά, θα πρέπει να ακολουθήσει η κατασκευή μικρών έργων ρύθμισης και ελέγχου των πλημμυρικών ροών μέσα στις κοίτες των ρεμάτων με δεδομένο ότι η ροή στα ρέματα που έχασαν τη βλάστησή τους έχει γίνει πιο χειμαρρώδης και διαβρωτική. Συνοδευτικά θα μπορούσαν να γίνουν – μόνο σε επιλεγμένες εκτάσεις – και τα αντιδιαβρωτικά έργα που όμως δεν προσφέρουν σημαντικά στην αντιπλημμυρική προστασία. Με τη συγκράτηση των πλημμυρικών ροών επιτυγχάνουμε παράλληλα τη συγκράτηση των φερτών και άλλων υλικών, τη διατήρηση του οικοσυστήματος των ρεμάτων και της βιοποικιλότητας, τη μείωση των διαβρώσεων και την ανακοπή της υποβάθμισης του περιβάλλοντος στις ανάντη ζώνες των λεκανών απορροής. Τα μεγάλα αντιπλημμυρικά έργα που χρειάζονται πολλά χρόνια για να ωριμάσουν και να υλοποιηθούν δεν εντάσσονται στις άμεσες επεμβάσεις των ολίγων μηνών που έχουμε μπροστά μας. Αυτά θα μπορούσαν να ενταχθούν και στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας». Μέχρι όμως να γίνουν όλα αυτά τα έργα, τι προτείνετε; «Εκ των πραγμάτων, στους επόμενους χειμώνες θα πρέπει επίσης να στηριχθούμε και στα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης στις περιοχές των οποίων υπάρχουν ρέματα που διασχίζουν πολυσύχναστους δρόμους που πρέπει να κλείνουν όταν προβλέπονται ραγδαίες βροχές και καταιγίδες. Νομίζω είναι εφικτό οι δήμοι (ή η Περιφέρεια για τους μεγαλύτερους δρόμους) να προειδοποιούν για τον κίνδυνο ή και να κλείνουν αυτούς τους επικίνδυνους δρόμους όταν απαιτείται. Αυτό μπορεί να γίνεται τα επόμενα χρόνια έως ότου οι διαβάσεις – που δυστυχώς είναι πάρα πολλές – επανασχεδιασθούν εξ αρχής με τις απαιτούμενες διαστάσεις και σύγχρονες τεχνικές προδιαγραφές. Οσον αφορά τα αναγκαία έργα που πρέπει να γίνουν άμεσα, αυτά θα υλοποιηθούν και θα αποδώσουν μόνο με πλήρη συντονισμό και αντιγραφειοκρατική νοοτροπία».