Στον βυθό του Θερμαϊκού βρίσκονται δεκάδες πατίνια, σύμφωνα με ρεπορτάζ που προβλήθηκε πρόσφατα στην τηλεόραση. Επειδή ο χρήστης τους έχασε τον έλεγχο και κατέληξε στο παγωμένο και μολυσμένο νερό; Οχι. Επίτηδες τα πετάνε. Και γιατί να μην τα πετάξουν, δικά τους είναι; Οτιδήποτε δεν τους ανήκει το βανδαλίζουν – τοίχους κάνοντας γκραφίτι, πάρκα καταστρέφοντας φυτά, παγκάκια, αγάλματα και σιντριβάνια κ.λπ.
Ετσι και τα ενοικιαζόμενα ηλεκτρονικά πατίνια, που τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνισή τους σχεδόν σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, ανερυθρίαστα τα σπάνε. Γιατί μπορούν! Θυμίζουμε πως και στην Αθήνα η πρώτη εμφάνιση των ενοικιαζόμενων πατινιών, γύρω στο 2020, είχε καταλήξει σε φιάσκο: Με μεγαλύτερη χαρά τα κατέστρεφαν παρά τα νοίκιαζαν για να βολτάρουν.
Η εταιρεία που τα διαχειριζόταν τα απέσυρε, εκδίδοντας ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία: «Η στρατηγική απόφασή μας να μη συνεχίσουμε να παρέχουμε τις υπηρεσίες μας στην Ελλάδα οφείλεται στην απουσία ολοκληρωμένου νομικού πλαισίου η οποία δημιουργεί ένα οργανωμένο περιβάλλον επιχειρηματικής λειτουργίας. Θα εστιάσουμε σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές». Παρόμοια η μοίρα των ενοικιαζόμενων ποδηλάτων. Δεκάδες εκλάπησαν και καταστράφηκαν.
Εδώ, γιατί σε άλλες χώρες βλέπεις καθημερινά εκατοντάδες πολίτες, ντόπιους και τουρίστες, να τα χρησιμοποιούν. Εμείς εξακολουθούμε να ζούμε μια καθημερινότητα που διαρκώς υποβαθμίζεται, όμηροι των διαβόητων γνωστών-αγνώστων που έχουν αφιερωθεί στην καταστροφή της δημόσιας περιουσίας, της περιουσίας μας. Το κράτος τούς επιτρέπει να συνεχίζουν εδώ και χρόνια, αδιαφορώντας στην πραγματικότητα για το φαινόμενο και αρνούμενο επιδεικτικά να κάνει αυτό που πρέπει: να τους πιάσει και να τους τιμωρήσει αυστηρά.
Κάτι πήγε να κάνει με την πρόσφατη σύλληψη του νεαρού που βανδάλισε άγαλμα του Αντώνη Κατσαντώνη στη Θεσσαλονίκη, μία όμως σύλληψη δεν είναι αρκετή όταν όπου και αν γυρίσεις το κεφάλι σου βλέπεις τα αποτελέσματα των (ατιμώρητων) βανδαλισμών. «Δεν ήξερα τι σημαίνει το άγαλμα» δήλωσε ο καταστροφέας της Θεσσαλονίκης: «Μόλις το έμαθα τρελάθηκα. Λέω θα πάω εκεί να το σκουπίσω. Θα πάρω μαζί μου νερό να το σκουπίσω. Θα πέσω στα γόνατα και θα ζητήσω μια ταπεινή συγγνώμη».
Δοκιμασμένη συνταγή: Κάνεις τον μάγκα καταστρέφοντας τα πάντα στο πέρασμά σου, και όταν σε πιάνουν χύνεις κροκοδείλια δάκρυα και ζητάς συγγνώμες επικαλούμενος την άγνοιά σου, τη βλακεία σου, το νεαρό της ηλικίας σου, το κακό διαζύγιο των γονιών σου, το εμβόλιο για τη γρίπη που σε τρέλανε… Κάποτε όμως πρέπει να σταματήσουν οι δικαιολογίες. Και να δούμε εκείνους που γράφουν στους τοίχους να ξαναβάφουν τους τοίχους, εκείνους που σπάνε τα αγάλματα να πληρώνουν για την αποκατάστασή τους, εκείνους που πετάνε τα πατίνια στον Θερμαϊκό, αν όχι να βουτάνε για να τα ανασύρουν, σίγουρα να επιβαρύνονται με τα έξοδα της επισκευής τους και να αποζημιώνουν την εταιρεία που τα λειτουργεί για διαφυγόντα κέρδη.
Δεν κουραστήκαμε από όλη αυτή την ασχήμια και την ασυδοσία; Πόσο ακόμα θα ανεχόμαστε το χάος; Εκτός αν τελικά αυτό το χάος μάς αρέσει, το επιλέγουμε. Τότε μπορούμε να βρούμε όλοι τοίχους για να τους μουντζουρώσουμε και πατίνια, ποδήλατα κ.λπ. για να τα ξεχαρβαλώσουμε. Οπως μπορούμε να βρούμε και κεφάλια για να τα σπάσουμε, συνεχίζοντας και εξελίσσοντας την αλυσίδα της ανομίας και της βίας.
