Καμία έκπληξη

Είναι κάτι που εξηγεί γιατί στην εφετινή ΔΕΘ η κυβέρνηση όχι μόνο κρατά χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών αλλά και ορίζει αριθμητικά το ύψος του.

Καμία έκπληξη

Είναι σαν τους ανασχηματισμούς. Ετσι και με τη ΔΕΘ, περισσότερα λέγονται και γράφονται πριν παρά μετά. Οπως με την ονοματολογία, έτσι και με την παροχολογία το ενδιαφέρον καταναλώνεται σε προβλέψεις, πληροφορίες και φήμες που κανένας δεν θυμάται την επομένη της εξαγγελίας. Και η «έκπληξη»; Μπορεί και να υπάρχει. Αλλά θα είναι πάντα μια έκπληξη μικρής ισχύος. Πόσο να τινάξει στον αέρα το βεβαρημένο κλίμα προτού ξανακάτσει η σκόνη;

Είναι κάτι που εξηγεί γιατί στην εφετινή ΔΕΘ η κυβέρνηση όχι μόνο κρατά χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών αλλά και ορίζει αριθμητικά το ύψος του. Το πακέτο, λένε, θα φτάσει τα 1,7 δισ. ευρώ, αλλά ούτε συζήτηση για 2 δισ. Η διαφορά των 300 εκατ. ευρώ είναι ένα είδος φόρου υπευθυνότητας. Εμείς, ξαναλένε, δεν είμαστε σαν τους άλλους, ανεύθυνοι λαϊκιστές που παίζουν στα ζάρια τη δημοσιονομική σταθερότητα.

Αν κρίνεται κάτι στη ΔΕΘ, είναι ακριβώς αυτό, η αντοχή του κυβερνητικού αφηγήματος. Αντέχει ακόμη το αφήγημα που έδωσε δύο θητείες στον Κυριάκο Μητσοτάκη μαζί με τη φιλοδοξία μιας τρίτης; Μπορεί και να άντεχε εάν η χρηστή διαχείριση των δημοσιονομικών συνδεόταν με ένα αντίστοιχο πνεύμα στη διαχείριση της υπόλοιπης οικονομίας και της ανάπτυξης. Με το χρήμα που δεν είναι δημοσιονομικό αλλά διαχέεται και μοιράζεται από το κράτος. «Λεφτά υπάρχουν», όπως ήθελε εκείνη η φράση που ειπώθηκε από τον Γιώργο Παπανδρέου σε κάποια ΔΕΘ και ειπώθηκε για να μείνει ως πλάνη. Αλλά καμιά 15αριά ΔΕΘ μετά, φαίνεται να είναι εδώ όσα, σύμφωνα με τον ίδιο τον Παπανδρέου, παρανοήθηκαν τότε. Από τις επιδοτήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ και τα «σπιτάκια της ανακύκλωσης» έως την Ερευνα, διαπιστώνονται ή καταγγέλλονται αδιαφάνεια και ρουσφέτια. Τα κονδύλια διοχετεύονται στον παραναπτυξιακό πλουτισμό μιας τάξης που ξέρει να οσμίζεται το χρήμα και να ακολουθεί τη διαδρομή του.

Μπορεί η κυβέρνηση σήμερα να φροντίζει τα ταμεία του κράτους. Συγχρόνως όμως φροντίζει, ή δεν ελέγχει, μια κάποια πελατεία της. Μετρά και το τελευταίο σεντ στα δημοσιονομικά. Αλλά κάπου εκεί έξω τρέχει ένας πακτωλός χρημάτων προορισμένος σε ένα αδιαφανές επιχειρείν για φίλους και γνωστούς του κόμματος και των αξιωματούχων του. Ορίζεται έτσι ένας νέος κύκλος ευνοιοκρατίας, ο οποίος δεν εφάπτεται σε κανένα σημείο με την πολυθρύλητη αριστεία και σχεδιάζεται χωρίς ίχνος αξιοκρατίας. Το ρουσφέτι άλλαξε απλώς πίστα.

Το πρόβλημα ακουμπά απευθείας στην εκλογική δεξαμενή της κυβέρνησης. Στην κεντρώα βάση και τις παρυφές της που στήριξε το αφήγημα τόσο το 2019 όσο και το 2023 και τώρα κρίνει την αντοχή του αφηγήματος. Στη μεσαία τάξη που σήκωσε τα βάρη της με την προσδοκία της αλλαγής του υποδείγματος.

Το 2019 οι ψηφοφόροι δεν ζήτησαν να αλλάξει η κυβέρνηση. Ζήτησαν να αλλάξει η χώρα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαχειρίστηκε τότε το αίτημα ως εκφραστής μιας πολιτικής ωριμότητας και ενός ρεαλισμού πάνω στον οποίο είχαν συντριβεί οι χίμαιρες του παρελθόντος. Να γιατί θα άλλαζε η χώρα. Για να μην επιστρέψουν οι λαϊκισμοί της ούτε ως φάντασμα και να σβήσουν από τη μνήμη μας. Για να μεταρρυθμιστεί επιτέλους ό,τι επέμενε να βιώνει λάθρα και αμεταρρύθμιστο σε πείσμα των καιρών.

Σήμερα, ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις που δεν εξαγγέλθηκαν ούτε την εποχή του μεταρρυθμιστικού οίστρου της κυβέρνησης και ποτέ δεν υλοποιήθηκαν είναι η μεταρρύθμιση του βαθέος κράτους. Οπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, η κυβέρνηση δεν το συντηρεί μόνο. Το βρίσκει και συνεχώς μπροστά της. Απολύτως φυσικά, το φάντασμά του θα πλανάται πάνω από τη ΔΕΘ. Καμία έκπληξη.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version