Η Ελλάδα παρουσιάζει σήμερα μια θετική εικόνα στα μακροοικονομικά της μεγέθη. Το ΑΕΠ αυξάνεται, η ανεργία υποχωρεί, τα δημόσια οικονομικά φαίνονται σταθερά. Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος. Τα τελευταία έξι χρόνια η αύξηση των πραγματικών απολαβών των εργαζομένων – που στην ουσία καθορίζουν το διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα – αυξήθηκαν μόλις 0,2%.
Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι οι αριθμοί ευημερούν, η κοινωνία δυσκολεύεται να ακολουθήσει. Στην πραγματική οικονομία, στις μικρές επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά, η καθημερινότητα παραμένει ασφυκτική. Αυτή η απόσταση ανάμεσα στους δείκτες και την πραγματική ζωή είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της εποχής μας.
Η φορολογική πολιτική συνεχίζει να λειτουργεί αποτρεπτικά για τη δημιουργία και την ανάπτυξη. Οι επιχειρήσεις που επιμένουν να λειτουργούν νόμιμα, πληρώνουν φόρους και διατηρούν θέσεις εργασίας, αντιμετωπίζονται συχνά με δυσπιστία αντί με στήριξη. Η πολυπλοκότητα, οι καθυστερήσεις, νέοι νόμοι με αναδρομική ισχύ και η έλλειψη σταθερού πλαισίου αποθαρρύνουν την επένδυση και την εξωστρέφεια. Οι μικρομεσαίοι δεν ζητούν προνόμια· ζητούν ένα περιβάλλον όπου η προσπάθεια ανταμείβεται και η συνέπεια αναγνωρίζεται.
Την ίδια στιγμή, η μεσαία τάξη – ο σιωπηλός κορμός της ελληνικής κοινωνίας – παραμένει πιεσμένη. Παρά τη δημοσιονομική σταθερότητα, το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται, οι τιμές αυξάνονται και η αποταμίευση έχει σχεδόν εκλείψει. Η κατοικία έχει μετατραπεί σε είδος πολυτελείας, η καθημερινότητα σε διαρκή διαχείριση ελλείψεων. Η χώρα κινδυνεύει να χάσει τη ραχοκοκαλιά της: ανθρώπους που εργάζονται, πληρώνουν, στηρίζουν την οικονομία, αλλά νιώθουν ότι δεν προχωρούν. Οταν ο πολίτης δεν βλέπει τη βελτίωση στη δική του ζωή, τότε καμία ανάπτυξη δεν έχει πραγματικό νόημα.
Στο εργασιακό πεδίο, η αγορά ζητά εξειδικευμένους εργαζομένους, οι μισθοί δεν φτάνουν να καλύψουν ανάγκες αλλά παράλληλα οι επιχειρήσεις έχουν πιεστικά περιθώρια. Εργαζόμαστε περισσότερο, αλλά όχι απαραίτητα καλύτερα. Ουσιαστική συζήτηση για την παραγωγικότητα δεν γίνεται και σίγουρα δεν αυξάνεται με τις ώρες εργασίας, αλλά με την οργάνωση, την καινοτομία και την επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό. Μια οικονομία που στηρίζεται σε εξαντλημένους ανθρώπους δεν μπορεί να είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα. Χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας, εστίαση στο αποτέλεσμα και σεβασμός στην ισορροπία εργασίας και ζωής.
Η παραγωγικότητα, η δικαιότερη φορολογία και η ενίσχυση της μεσαίας τάξης δεν είναι ξεχωριστά ζητήματα. Είναι τρία κομμάτια του ίδιου παζλ, που πρέπει να συνδεθούν με ένα συνεκτικό σχέδιο ανάπτυξης. Μια πολιτεία που θέλει να στηρίξει την πραγματική οικονομία οφείλει να ακούει εκείνους που τη ζουν καθημερινά – τους επαγγελματίες, τους μικρούς εμπόρους, τους εργαζομένους της αγοράς. Η ευημερία των αριθμών, επίπλαστη ή αληθινή, από μόνη της δεν αποτελεί πραγματική ανάπτυξη. Ηρθε η ώρα να αρχίσει να ευημερεί και η Ελλάδα των ανθρώπων.
Ο κ. Θοδωρής Καπράλος είναι γενικός γραμματέας της ΕΣΕΕ και πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιώς.
