Γεια σου, θέλεις να γεράσουμε μαζί;

Η Μυρσίνη Γκανά περιγράφει τα εναλλακτικά μοντέλα συγκατοίκησης για ανθρώπους στην τρίτη ηλικία, ειδικά μετά τις ανατροπές που έχουν επέλθει στις παραδοσιακές οικογενειακές δομές

Γεια σου, θέλεις να γεράσουμε μαζί;

Kάποτε, στα φοιτητικά χρόνια, ζούσαμε με τους φίλους μου σχεδόν κοινοβιακά, είχαμε τη βάση μας στο διαμέρισμα του ενός, είχαμε όλοι κλειδιά, πηγαίναμε κι ερχόμασταν, κάναμε πάρτι, περνούσαμε υπέροχα. Κάποια στιγμή δοκιμάσαμε σοβαρά να βρούμε ένα σπίτι για να το νοικιάσουμε όλοι μαζί, μα δεν τα καταφέραμε τότε, ήταν μια εποχή που αυτού του τύπου οι παρέες δημιουργούσαν μάλλον μια ελαφριά καχυποψία. (Επιμέναμε να εμφανιζόμαστε όλοι μαζί ως υποψήφιοι ενοικιαστές, μέγα λάθος.) Πάντως, είμαστε ακόμα, σχεδόν όλοι από τον πυρήνα εκείνης την παρέας, φίλοι, και μεταξύ αστείου και σοβαρού λέμε συχνά ότι, αν ποτέ βρούμε αρκετά λεφτά, θα αγοράσουμε μια μικρή πολυκατοικία για να γεράσουμε μαζί.

Το με ποιον θα γεράσει κανείς και πώς, δεν είναι βέβαια κάποια καινούργια ανησυχία. Απλώς, μέχρι πρόσφατα ήταν αυτονόητο πως ο/η σύντροφος, τα παιδιά ή έστω κάποιοι νεαρότεροι συγγενείς θα αναλάμβαναν τη φροντίδα, τα πρακτικά, την παρέα για κάποιον ηλικιωμένο. Σε πολλές χώρες του πλανήτη όμως – και σίγουρα στην Ελλάδα – η κατάσταση δεν είναι πια αυτή. Το 2022, ο δείκτης γονιμότητας στην Ελλάδα ήταν στο 1,3 – πολύ κάτω από το «όριο αναπλήρωσης» του 2,1. Οι γεννήσεις είναι λιγότερες από τους θανάτους, και οι νέοι δεν φτάνουν για να «σηκώσουν» το βάρος της φροντίδας των προηγούμενων. Οι γάμοι είναι λιγότεροι, τα διαζύγια περισσότερα. Οι γυναίκες κάνουν παιδιά σε μεγαλύτερες ηλικίες, λιγότερα παιδιά ή καθόλου. Οι οικογένειες γίνονται πιο «συμπαγείς», πιο μοναχικές. Πολλές φορές δε, ακόμα κι αν υπάρχουν παιδιά, λείπουν στο εξωτερικό ή δεν θέλουν και δεν μπορούν να αναλάβουν τη φροντίδα των ηλικιωμένων γονιών τους.

Η παραδοσιακή αφήγηση – μεγαλώνω, κάνω παιδιά, αυτά μεγαλώνουν και με φροντίζουν όταν γεράσω – μοιάζει όλο και περισσότερο με σκηνή από παλιά ελληνική ταινία. Στην πραγματικότητα, η γενιά που σήμερα είναι 30-50 ετών γνωρίζει (ή αρχίζει να υποψιάζεται) ότι δεν θα μπορεί να στηριχθεί στα παιδιά της για να γεράσει με ασφάλεια ή συντροφιά.

Ομως και οι ίδιοι οι ηλικιωμένοι έχουν αλλάξει. Ολο και περισσότεροι παραμένουν ενεργοί σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία, η υγεία τους είναι καλύτερη, η στάση τους απέναντι στα πράγματα διαφορετική και δεν πιστεύουν ότι επειδή μεγαλώνουν θα πρέπει να παραιτηθούν από τις χαρές της ζωής.

Την ίδια στιγμή, η μοναξιά, όχι μόνο των ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας, αλλά και των νεότερων, αυξάνεται διαρκώς, σε σημείο που χαρακτηρίζεται πλέον επιδημία. Η Μεγάλη Βρετανία και η Ιαπωνία έχουν ήδη διορίσει «υπουργό Μοναξιάς». Η έκθεση που παρουσίασε το 2023 η Υγειονομική Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας των ΗΠΑ δείχνει πως η μοναξιά, πέρα από την ψυχική καταπόνηση και την αναγνωρισμένη της σύνδεση με την κατάθλιψη, αυξάνει επίσης τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, άνοια, εγκεφαλικό, πρόωρο θάνατο. Είναι σαν να καπνίζει κανείς γύρω στα είκοσι τσιγάρα τη μέρα. Πολλοί άνθρωποι υιοθετούν κατοικίδια, που αποδεδειγμένα βοηθούν, αλλά δεν θα σχολιάσουν μαζί σου τις ειδήσεις της ημέρας, την ταινία που παίζει στην τηλεόραση, δεν θα διαφωνήσουν, δεν θα ξεκαρδιστούν στα γέλια, δεν θα καλέσουν ασθενοφόρο αν πέσεις, αν χτυπήσεις, αν σου συμβεί οτιδήποτε.

Οι «νέοι ηλικιωμένοι» που έχουν ελεύθερο χρόνο, διάθεση και αντοχές για να ζήσουν καλά αρχίζουν να θυμούνται τις φοιτητικές συγκατοικήσεις. Εδώ και μερικά χρόνια, αναδύεται δειλά αλλά σταθερά ένα παγκόσμιο ενδιαφέρον για εναλλακτικά μοντέλα διαβίωσης ατόμων τρίτης ηλικίας: κοινότητες συγκατοίκησης, διαγενεακές οικιστικές πρωτοβουλίες, «σπίτια φροντίδας» χωρίς την απρόσωπη λογική των γηροκομείων. Στη Δανία, την Ολλανδία, την Ισπανία, τη Γαλλία, αλλά και σε πόλεις της Αμερικής ή της Ιαπωνίας, άνθρωποι άνω των 60 δημιουργούν συλλογικά σπίτια, με ξεχωριστά διαμερίσματα αλλά κοινόχρηστους χώρους, με συλλογική κουζίνα, βοήθεια σε καθημερινές ανάγκες και πάνω απ’ όλα: παρουσία.

Στην Ελλάδα, με έντονη ακόμα την ανάμνηση των ενδοοικογενειακών δομών του παρελθόντος, ίσως να μας φαίνεται πως δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν τέτοιες λύσεις. Η ιδέα της συγκατοίκησης στην τρίτη ηλικία ακούγεται σε πολλούς παράξενη. Εδώ που τα λέμε, ακόμα και η συγκατοίκηση των πιο νέων, των φοιτητών, ας πούμε, μόνο τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια περίπου έχει αρχίσει να θεωρείται απολύτως φυσιολογική. Η εποχή της ευμάρειας μας είχε κάνει να ξεχάσουμε ότι κάποτε αυτή ήταν η αυτονόητη επιλογή. Πολύ σύντομα, πιστεύω, θα αρχίσουμε να το βρίσκουμε φυσιολογικό και για τις μεγαλύτερες ηλικίες.

Είναι σίγουρα πολύ πιο εύκολο να φανταστεί κανείς αυτή τη συνθήκη για μια παρέα φίλων που έχει αντέξει στον χρόνο και αποτελεί ήδη ένα είδος οικογένειας με σχέσεις βαθιάς αγάπης και σίγουρα πιο ισότιμες από αυτές που δημιουργούν συχνά τα παραδοσιακά σχήματα. Αυτό το ζήτημα όμως, της ανεξαρτησίας και της ισοτιμίας, είναι που απασχολεί περισσότερο όσους θα ήταν ανοιχτοί σε μια τέτοια λύση. Αυτό ακριβώς απασχολούσε και τη Μαλάμω Στεργίου όταν έκανε ένα δημόσιο κάλεσμα πριν από τριάμισι χρόνια δοκιμάζοντας την ιδέα της συγκατοίκησης για άτομα μεγαλύτερης ηλικίας.

Η ανταπόκριση υπήρξε μεγάλη και πολύ σύντομα ιδρύθηκε η μη κερδοσκοπική εταιρεία Κοινότητες Συγκατοίκησης «Νάμα». Βάσει των διεθνών παραδειγμάτων αλλά λαμβάνοντας υπόψη και την ελληνική ψυχοσύνθεση, προκρίνονται τρεις πιθανές παραλλαγές συγκατοίκησης που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στη χώρα μας: 1) μια μικρή πολυκατοικία όπου ο καθένας μπορεί να έχει την ανεξαρτησία του αλλά με κοινόχρηστους χώρους που θα ευνοούν τη συντροφικότητα, 2) ένα μεγάλο διαμέρισμα για πέντε έως επτά άτομα και 3) μια πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα, η αναζωογόνηση εγκαταλελειμμένων χωριών.

Η σχετική σελίδα στο Facebook έχει πάνω από 10.000 μέλη, φιλοξενεί αγγελίες για συγκατοίκηση και άλλες ενδιαφέρουσες ειδήσεις, όσο διαρκεί η απαραίτητη γραφειοκρατική φάση που θα επιτρέψει τη δημιουργία μιας πραγματικής ομάδας εργασίας που θα μπορεί να απευθυνθεί πλέον και σε επίσημους θεσμούς για τη στήριξη αυτής της ιδέας. Μιλώντας με την κυρία Στεργίου αντιλαμβάνομαι πόση δουλειά χρειάζεται για να περάσει κανείς από τη θεωρία στην πράξη, και πόσο οι κυρίαρχες στην Ελλάδα νοοτροπίες δημιουργούν διαρκώς εμπόδια. Βασικό μέλημα της εταιρείας, λοιπόν, είναι αυτή τη στιγμή να ακουστεί το μήνυμα, να δημιουργηθούν παρέες ανθρώπων μέσα από εργαστήρια και σεμινάρια που θα αρχίσουν να οργανώνονται από τον Σεπτέμβριο.

Μου κάνει μεγάλη εντύπωση όταν ακούω ότι θα ξεκινήσουν εκπαιδευτικά σεμινάρια γύρω από το θέμα της συγκατοίκησης με μια ψυχολόγο ειδικευμένη σε ζητήματα τρίτης ηλικίας και αμέσως καταλαβαίνω τη σπουδαιότητα και την αναγκαιότητα μιας τέτοιας κίνησης. Η συμβίωση με άλλους, εκτός οικογένειας και όχι σε ένα πλαίσιο ιδρύματος, απαιτεί κάποιες δεξιότητες, τη διάθεση να προσαρμοστεί κανείς, να είναι ανοιχτός στη διαφορετικότητα, να θέλει να μάθει. Οπως μου λέει η κυρία Στεργίου, «η απόσταση από το “θα ήθελα να το κάνω” μέχρι το “είμαι έτοιμος γι’ αυτό”, είναι ακόμα μεγάλη, μια που πρέπει να είναι κανείς πρόθυμος να βγει λίγο από την προσωπική αυτοκρατορία που έχει χτίσει και να ξεχάσει αυτή την τόσο ελληνική μανία τού να αποδείξει ότι “δεν έχει κανέναν ανάγκη” και αντίθετα, να συνειδητοποιήσει ότι όλοι έχουμε ανάγκη όλους τους άλλους».

Η κυρία Μυρσίνη Γκανά είναι ποιήτρια, συνεργάτιδα του «Βήματος».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version