Ομολογώ ότι παρακολουθώντας τόσον καιρό αποσπάσματα από ομιλίες του Πρωθυπουργού και των υπουργών στη Βουλή, νόμιζα ότι ζούσα στον παράδεισο. Μάλιστα, θεωρούσα ότι και κάποια ψευτοσκάνδαλα που ακούγονται εδώ κι εκεί οφείλονταν στον άσβεστο φθόνο των ευρωπαίων εισαγγελέων, επειδή όταν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι τετραγώνιζαν το αιγοπρόβατο, οι δικοί τους τρέφονταν με βελανίδια.
Εν ολίγοις, μου είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι όσες και όσοι ζούμε στην Ελλάδα πάμε από το καλό στο καλύτερο. Ταβάνι μας είναι ο ουρανός, δυο μεταρρυθμισούλες να γίνουν και φύγαμε για τελικό, έρχονται και αμερικανικά ερευνητικά σκάφη έτοιμα να χτυπήσουν φλέβα υδρογονανθράκων, ποιος μας πιάνει.
Σπαραξικάρδιος
Ολα αυτά έως την αποφράδα στιγμή που άκουσα πόσο ζορίζεται εκείνος ο καημένος ο κυβερνητικός βουλευτής που δεν τα βγάζει πέρα με την πενιχρή βουλευτική αποζημίωση. Ο λόγος για τον πολύτεκνο Δημήτρη Κυριαζίδη που «ανέλυσε» σε εκπομπή του Open πού πηγαίνουν τα «5.000 ευρώ» (τα εισαγωγικά αφορούν το γεγονός ότι πρόκειται για τη δική του εκτίμηση για το ύψος των προσόδων του) που λαμβάνει κάθε μήνα από το ελληνικό κράτος για να εκπροσωπεί την εκλογική του περιφέρεια, τη Δράμα.
Η σπαραξικάρδια καταγραφή των μηνιαίων εξόδων του άρχιζε με το γεγονός ότι δίνει 1.000 ευρώ της βουλευτικής αποζημίωσης στο κόμμα και κατέληγε με την αποστροφή «ευτυχώς που δουλεύει και η γυναίκα μου».
Σε μια χώρα όπου ο μέσος μισθός βρίσκεται περίπου στα 1.000 ευρώ (εκ των οποίων περίπου το 35% πάει στη στέγαση), θα περίμενε κανείς να κρύβεται κάποιος που για οποιονδήποτε λόγο εισπράττει τέτοιου είδους εξωπραγματικά ποσά, να αλλάζει συζήτηση όταν γίνεται αναφορά σε μισθούς, να περιορίζεται σε τέτοιου είδους κουβέντες στο καφενείο της Βουλής με ανάλογα «αναξιοπαθούντες» βουλευτές της περιφέρειας. Αλλά όχι!
Ο κ. Κυριαζίδης είχε τη γενναιότητα (πώς αλλιώς να το χαρακτηρίσει κανείς;) να μοιραστεί το δράμα του ενώπιον μιας πολύτεκνης μητέρας που είχε μόλις πει ότι λόγω της ακρίβειας δεν μπορεί να ψωνίσει ούτε τα τρόφιμα που χρειάζεται.
Συγχωρήστε μου την όχι και τόσο λεπτή ειρωνεία, το πρόβλημά μου δεν είναι η περίπτωση Κυριαζίδη (ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, είναι αυτός που τον περασμένο Μάρτιο είχε προτείνει στη Ζωή Κωνσταντοπούλου «να πάει να κάνει κάνα παιδί» και είχε διαγραφεί από την ΚΟ της ΝΔ, αλλά – επειδή κανένας καλός δεν χάνεται – αρχές Οκτωβρίου επανεντάχθηκε σε αυτήν). Το πρόβλημά μου είναι η απόσταση που κάποιοι άνθρωποι δείχνουν να έχουν από την πραγματικότητα.
Ο αυτοοικτιρμός Κυριαζίδη (όπως και παλαιότερα η ανάρτηση Σκέρτσου για τα ηλιοβασιλέματα που χάρηκε ο ίδιος και που καλό είναι να κρατήσουμε στο συρτάρι του μυαλού μας όσες/όσοι δεν κάναμε διακοπές ή και όλος αυτός ο χαμός για το περίφημο βιβλίο Τσίπρα) είναι ένα ακόμη σύμπτωμα μιας πολιτικής στηριγμένης στην επικοινωνία, η οποία όμως έχει ξεφύγει από κάθε στόχευση, επειδή οι φορείς της απευθύνονται σε μια κοινωνία που δεν υπάρχει.
Οι αόρατοι
Δεν μιλούν σε αυτόν που δεν μπορεί να πληρώσει το νοίκι, σε αυτήν που κάνει δυο δουλειές, στους επαγγελματίες που φορολογούνται ως κλέφτες, ώστε να υπάρχουν λεφτά για τις απευθείας αναθέσεις στα «δικά μας παιδιά». Μοιάζει να απευθύνονται σε ανθρώπους πολύ κουρασμένους για να αντιδράσουν ή να δράσουν. Θα το ανεχτούμε;
Δεν αποτελεί πανάκεια, ούτε καν λύση, αλλά ας έχουμε όσο μπορούμε τον νου μας στον διπλανό μας που – πραγματικά – ζορίζεται. Οσες και όσοι μένουν αόρατες/οι από τους «πάνω», ας έχουν ένα χέρι βοηθείας από τους «κάτω». Αν μη τι άλλο, εμείς δεν θα πούμε το «Ψήφισέ μας, φτωχέ, να μη σου μοιάσουμε»…
