Η συζήτηση και ψηφοφορία στη Βουλή για την προανακριτική επιτροπή στην υπόθεση των Τεμπών δεν διεκδικεί δάφνες στην κοινοβουλευτική ιστορία του τόπου. Εχουμε ζήσει και καλύτερες στιγμές.
Εκλεισε όμως ένα κεφάλαιο. Οχι τόσο χάρη σε ένα αποτέλεσμα που δεν έκρυβε εκπλήξεις.
Οσο με την ευδιάκριτη αποστασιοποίηση των (περισσοτέρων) κομμάτων και βουλευτών από ένα κλίμα συνωμοσιολογίας, αρλούμπας και ψεκασμού που είχε επικρατήσει στη δημόσια συζήτηση για τα Τέμπη εδώ και δυόμισι σχεδόν χρόνια.
Προφανώς ακούσαμε πάλι κορόνες, υπεκφυγές και υπερβολές.
Ακούσαμε επίσης κομπογιαννίτικους νομικούς ισχυρισμούς που αποτυπώθηκαν στις προτάσεις κατηγορητηρίου. Οπως και στην πρωτοεμφανιζόμενη στη νομική επιστήμη «πρόταση κατηγορητηρίου των γονέων».
Αλλά τουλάχιστον πάει το ξυλόλιο, πάει το λαθρεμπόριο, πάει το ΝΑΤΟ και τα όπλα για την Ουκρανία, πάνε τα εξαερωμένα βαγόνια και οι εξαφανισμένοι νεκροί.
Μένει ένα πολύνεκρο και τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα.
Οπως μένει και η ευκαιρία να δούμε την υπόθεση σε πιο νηφάλια και ορθολογική βάση ώστε να διασφαλίσουμε την εκδίκασή της και την απόδοση ευθυνών κατά τους κανόνες ενός σύγχρονου κράτους δικαίου.
Δεν είμαι όμως τόσο αισιόδοξος.
Τα Τέμπη έχουν ακόμη ακροατήριο, ίσως πιο περιορισμένο, αλλά πάντως έχουν. Κι όπου υπάρχει ακροατήριο θα βρεθούν κάποιοι εντός και εκτός πολιτικής να το εκφράσουν.
Ή τουλάχιστον να το επιχειρήσουν.
Με διαδηλώσεις, συνεντεύξεις και καταγγελίες, το ρεπερτόριό τους μπορεί να αποδειχθεί ανεξάντλητο και επαναλαμβανόμενο. Ισως και κουραστικό.
Αλλά αυτό φυσικά δεν θα αποτρέψει τη Δικαιοσύνη να βαδίσει τον δρόμο της. Και υπό αυτή την έννοια η ψηφοφορία της Βουλής και στη συνέχεια η Προανακριτική θα ολοκληρώσουν κατά πάσα πιθανότητα τον πολιτικό κύκλο των ευθυνών.
Τα υπόλοιπα στο δικαστήριο και στις εκλογές.
Είπα όμως ότι δεν είμαι τόσο αισιόδοξος. Με τη μοναδική ευκολία ή τη γενική δυσπιστία που επικρατεί στη χώρα μας και τροφοδοτούν το αναπόδεικτο, δεν είναι βέβαιο ότι η υπόθεση θα αφεθεί απερίσπαστη στον δρόμο της Δικαιοσύνης.
Ακόμη περισσότερο που στην υπόθεση των Τεμπών επενδύθηκαν πολιτικές προσδοκίες και παντός είδους συμφέροντα, από τα οποία δεν είναι εύκολο ο άλλος να παραιτηθεί.
Ιδίως όταν η αντιπολίτευση δυσκολεύεται ούτως ή άλλως να βρει πού να επενδύσει τη ρητορική της. Καλώς ή κακώς, τα Τέμπη «ήσαν μια κάποια λύσις».
Κι όσο η αντιπολίτευση (σε όλες τις εκδοχές της…) δυσκολεύεται να αρθρώσει μια πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, όσο δεν διαμορφώνει τις εκπλήξεις που χρειάζεται για να μπει στο παιχνίδι, θα καταφεύγει εκ των πραγμάτων σε τέτοιου τύπου διαμάχες.
